<-10. Συγγραφή και υπογραφή τής απόφασης τής Συνόδου Φλωρεντίας | 12. Οι διαμάχες ενωτικών και ανθενωτικών στην Κωνσταντινούπολη-> |
Κεφάλαιο 11: Άφιξη στη Βενετία και επιστροφή στην Κωνσταντινούπολη
Από τα 500 φλουριά
που βρέθηκαν στο πατριαρχικό κελλί,
ένα μέρος ξοδεύτηκε στην κηδεία,
στα εννιάμερα και στην κατασκευή
τού τάφου τού πατριάρχη,
ενώ με τα υπόλοιπα αγοράστηκαν
σκυλιά και σκυλοτροφές
και είχαν απομείνει μόνο
τα ρούχα τού πατριάρχη.
Περιεχόμενα κεφαλαίου1
Εδώ περιέχονται τα σχετικά με τη μετάβασή μας στη Βενετία και πώς λειτουργήσαμε στον ναό τού Αγίου Μάρκου ύστερα από αξίωση τού δόγη και εντολή και πίεση τού αυτοκράτορα. Και πώς επιστρέψαμε στην πατρίδα. Και για κάποια γεγονότα με την επάνοδό μας.
1. Ο Κυζίκου Μητροφάνης και η εξαφάνιση προσωπικών του αντικειμένων2
Ο μητροπολίτης Κυζίκου κυρ Μητροφάνης,3 έχοντας από νεαρή ηλικία διαπρέψει στη μοναστική πολιτεία και δημιουργήσει ενάρετη ζωή κι έχοντας ρυθμίσει καλά τον εαυτό του σε αυτά τα ζητήματα, είχε κερδίσει πολύ καλή φήμη ανάμεσα σε όλους τούς ανθρώπους. Τον σέβονταν και τον τιμούσαν όλοι ως σεβάσμιο, άγιο και ενάρετο άνθρωπο. Αυτόν όμως, μετά τον θάνατο τού πατριάρχη, τον ψιθύριζαν κάποιοι τού νοικοκυριού τού αυτοκράτορα και τον χαιρετούσαν ως επόμενο πατριάρχη όταν βρισκόταν ακόμη στη Φλωρεντία κι έτσι σύρθηκε στην υπακοή στις αυτοκρατορικές εντολές. Όταν λοιπόν ετοιμαζόταν κι αυτός ν΄ αναχωρήσει από τη Φλωρεντία μαζί και με άλλους αρχιερείς, είχε αφενός τη μεγάλη στολή4 που φορούσε κρεμασμένη πάνω από το δικό του κρεβάτι, ενώ είχε και την παρακαταθήκη των θείων μυστηρίων φυλαγμένη σε δικό του μέρος. Όσα ρούχα και άλλα απαραίτητα είχαν, μικρά και μεγάλα, τα συσκεύαζαν και τα τακτοποιούσαν οι καλόγεροί του, τα έβγαζαν έξω και τα παρέδιδαν για φόρτωμα. Η στολή όμως και η παρακαταθήκη εξαφανίστηκαν από το μέρος από το οποίο κρέμονταν. Αφού τις αναζήτησαν για πολλήν ώρα, ψάχνοντας παντού μέσα στο σπίτι, αναποδογυρίζοντας τα πάντα και κοπιάζοντας πολύ μέσα κι έξω, όχι μόνο οι καλόγεροι, αλλά και ο ίδιος ο Κυζίκου, δεν μπόρεσαν να βρουν τίποτε από τα προαναφερθέντα. Ήταν λοιπόν παράδοξο και χαρακτηρίστηκε από κάποιους θεϊκό σημάδι, ότι δεν χάθηκε τίποτε από εκείνα που μπορούσαν να πουληθούν εύκολα και μάλιστα για αρκετά χρήματα, παρά μόνο αυτά, που ήσαν μεν τιμιότατα και πολύτιμα, αλλά όχι κατάλληλα για πώληση, ούτε για κάποιου είδους χρήση απ΄ όσους βρίσκονταν εκεί ή αλλού. Μάλιστα αυτά είχαν συμβεί, χωρίς να έχει μπει τότε κανένας εξωτερικός επισκέπτης στο σπίτι εκείνο. Γι΄ αυτό και αναχώρησαν εξαντλημένοι, χωρίς να μπορέσουν ούτε αυτοί ούτε άλλοι αργότερα να βρουν κάποια από τα προαναφερθέντα.
2. Ἀφιξη στη Βενετία. Χάνεται ναύτης από το σκάφος τού Κυζίκου5
Κι όταν έφτασαν κοντά στη Βενετία, εκεί όπου ρηχό θαλασσινό νερό επιπλέει πάνω στη λάσπη, ένας από τούς ναύτες τού πλοίου στο οποίο βρισκόταν και ο Κυζίκου, ενώ στεκόταν πάνω στη βάρκα και κωπηλατούσε όπως συνηθίζουν οι Λατίνοι, γλίστρησε, έπεσε στη θάλασσα κι εξαφανίστηκε. Αν και έψαξαν σχολαστικά οι άλλοι ναύτες, δεν μπόρεσαν να τον βρουν. Απόρησαν λοιπόν με αυτό κάποιοι. Πώς άραγε αφού κι άλλα πολλά πλοία ήσαν κοντά, δεν έγινε κάτι τέτοιο σε άλλο, παρά μόνο στο πλοίο στο οποίο βρισκόταν ο Κυζίκου;
Ωστόσο συγκεντρωθήκαμε όλοι στη Βενετία και περιμέναμε τον αυτοκράτορα. Εκεί εμφανίστηκε μπροστά μας ο φυγάς επίσκοπος Σταυρουπόλεως και τον προστάτευσε ο δεσπότης.6 Γιατί είχαν ακούσει κάποιοι Λατίνοι ότι δεν συμφωνούσε με την ένωση και ήθελαν να τον δείρουν.
3. Ο Κυζίκου λειτουργεί σε λατινική εκκλησία. Παρέμβαση δεσπότη Δημητρίου7
Ο Κυζίκου κατέλυσε στη Βενετία σε μοναστήρι. Την Κυριακή λοιπόν πριν από τη γιορτή τής Κοιμήσεως, παίρνοντας και τέσσερις από τούς δικούς μας λειτούργησε στο δωμάτιο στο οποίο κατοικούσε και ανέφερε και το «υπέρ τού πάπα τού Κυρίου δεηθώμεν». Προσκάλεσε επίσης και τούς λατινομοναχούς σ΄ εκείνο το μοναστήρι να δουν αξιοπρεπή λειτουργία, οι οποίοι δέχτηκαν και την είδαν. Και είπαν:
«Εμείς γιορτάζουμε σε αυτό το μοναστήρι την Κοίμηση τής Θεοτόκου. Ζητάμε λοιπόν και απαιτούμε από τη δική σου αγιότητα, παίρνοντας μαζί σου και τούς υπόλοιπους ιερείς και διακόνους, όσους έχετε, να λειτουργήσεις στη μέση τού ναού και σκοπεύουμε να σάς ετοιμάσουμε και αγία τράπεζα».
Κι εκείνος συμφώνησε να το κάνει. Όταν τα άκουσαν αυτά οι υπόλοιποι αρχιερείς, δυσαρεστήθηκαν κι έλεγαν:
«Τη στιγμή που εμείς δεν έχουμε πατριάρχη, πώς άραγε μνημονεύτηκε ο πάπας; Από πού πήρε ο Κυζίκου την άδεια; Τι τον ανάγκασε να το κάνει;»
Και ήθελαν να τον αποτρέψουν και να τον επιπλήξουν αδελφικά. Πρόλαβε όμως ο ορθοδοξότατος δεσπότης και τον μάζεψε. Γιατί όταν πήγε σε αυτόν ο Κυζίκου για να τού αναφέρει το γεγονός και για να συζητήσει και για τη λειτουργία που θα επακολουθούσε, ο δεσπότης τού είπε:
«Ήταν καλό αυτό που έκανες δέσποτα; Άραγε αυτό έπρεπε να κάνει γέροντας αρχιερέας και καλός άνθρωπος; Πρώτον, δεν είχες άδεια γι΄ αυτό από τον αδελφό μου τον αυτοκράτορα. Έπειτα, ούτε πατριάρχη έχουμε, ώστε να κάνετε μαζί του τα εκκλησιαστικά. Από πού λοιπόν είχες την άδεια να μνημονεύσεις τον πάπα; Είναι εδώ και άλλοι αρχιερείς, παλαιότεροι και τίμιοι και σεβάσμιοι. Όπως εκείνοι δεν έκαναν κάτι τέτοιο, έτσι ούτε κι εσύ έπρεπε να το κάνεις. Γι΄ αυτό μην το ξανακάνεις».
4. Άφιξη αυτοκράτορα. Αναχώρησή του για Πάντοβα. Πυρκαγιά στον ναύσταθμο8
Ύστερα από αυτά, στις 6 Σεπτεμβρίου ήρθε στη Βενετία ο αυτοκράτορας9 φέρνοντας μαζί του και τον Εφέσου. Γιατί τον κράτησε μαζί του εκεί, τον ξεκούρασε και στο ταξίδι και τον προφύλαξε μέχρι να φτάσουν στη Βενετία. Έπειτα τον ανέβασε στη δική του γαλέρα για ασφάλεια και ανάπαυση και τον ξανάφερε στην πατρίδα. Η αυτοκρατορική γαλέρα10 σιγυρίστηκε, επανδρώθηκε και στις 13 Σεπτεμβρίου, ημέρα Σάββατο, έκαναν αγιασμό στη γαλέρα και την τράβηξαν στη θάλασσα, μέσα στον ναύσταθμο. Εκείνη όμως τη νύχτα ξέσπασε πυρκαγιά στον ναύσταθμο,11 στο κτίριο όπου έφτιαχναν τα βλήματα, και κάηκαν τρία κτίρια μαζί με τα όπλα που ήσαν μέσα σε αυτά, καθώς και τρεις γενουάτικες γαλέρες μαζί με τα υπόστεγά τους. Τις γαλέρες αυτές τις είχαν αιχμαλωτίσει κάποτε οι Ενετοί σε ναυμαχία στη Γλόντζα12 και παρέμεναν εκεί αδρανείς για περισσότερα από επτά χρόνια, απλώς για να επιδεικνύονται.13 Και ο Ηρακλείας, αν και δεν ήξερε για την πυρκαγιά, είπε σ΄ εκείνους που βρίσκονταν μέσα στον ναύσταθμο, επειδή διέμενε κάπου κοντά, ότι έπρεπε να είχε γίνει πολύ μεγάλη ζημιά. Κι ο αυτοκράτορας, ξημερώνοντας στις 14 Σεπτεμβρίου,14 έφυγε για την Πάδουα15 για περιήγηση και ψυχαγωγία, χωρίς να παραμείνει από ντροπή ούτε για το σεβάσμιο τής Κυριακής,16 ούτε για τη γιορτή τής Ύψωσης τού Τιμίου Σταυρού, αλλά επίσης χωρίς να λυγίσει για τη ζημιά που είχαν υποστεί οι Ενετοί. Γύρισε λοιπόν ύστερα από δύο μέρες και περίμενε μέρες πολλές, μέχρι να επανδρωθούν οι γαλέρες.
5. Ορθόδοξη λειτουργία στον Άγιο Μάρκο17
Μια από αυτές τις ημέρες ζήτησε ο δόγης από τον αυτοκράτορα να λειτουργήσουν οι δικοί μας στον Άγιο Μάρκο, για να δει κι αυτός τη δική μας λειτουργία. Ίσως ο δόγης το ήθελε αυτό προσωπικά. Μάλλον όμως το είχαν παρακινήσει και οι δικοί μας, για να εξωθήσουν να λειτουργήσουν σε λατινική εκκλησία κι εκείνους που δυσανασχετούσαν με την ένωση και δεν την αποδέχονταν με προθυμία. Ο αυτοκράτορας συμφώνησε να γίνει αυτό. Έπειτα συζήτησε το θέμα με τον μεγάλο πρωτοσύγκελλο, αν ήταν σωστό να λειτουργήσουν οι αρχιερείς όλοι μαζί ή να λειτουργήσει ἑνας αρχιερέας με τρεις ή τέσσερις ιερείς και διακόνους. Είπε λοιπόν ο μεγάλος πρωτοσύγκελλος:
«Το να λειτουργήσουν πέντε ή έξι σε μεγάλο ναό και μπροστά σε τόσο μεγάλο πλήθος ανθρώπων δεν θα φανεί αξιόλογο. Χρειάζεται όμως να είναι η λειτουργία μας αξιόλογη και λαμπρή. Από την άλλη πλευρά, αν λειτουργήσουν όλοι, δεν θα εξασφαλιστεί έντιμη τελετή. Γιατί είναι πολλοί και μέσα στους πολλούς υπάρχουν και κάποιοι απρόσεκτοι και δεν ξέρουν να συμπεριφέρονται καλά στη διάρκεια τής λειτουργίας. Οι Λατίνοι όμως είναι εκπαιδευμένοι και τηρούν στη λειτουργία όλη την τάξη και την ευλάβεια. Αν λοιπόν κάποιος από τούς πολλούς δικούς μας κάνει κάτι απρόσεκτο και ανάρμοστο, θ΄ ανατρέξει σε όλους η μομφή και αντί για έπαινο και τιμή θα προξενήσουμε στους εαυτούς μας ντροπή και ατιμία. Γι΄ αυτό είναι καλύτερο να λειτουργήσουν δέκα από τούς αρχιερείς, δύο από τούς άρχοντες των σταυροφόρων, οι πιο ευλαβείς και σεβάσμιοι, καθώς και οι υπόλοιποι άρχοντες τής Εκκλησίας οι οφφικιάλιοι και από τούς ιερομόναχους και τούς πρεσβύτερους οι πιο ευλαβείς. Κι έτσι θα γίνει η λειτουργία μας αξιόλογη και λαμπρή».
6. Ο μεγάλος πρωτοσύγκελλος επιλέγει εκείνους που θα συλλειτουργήσουν18
Τα αποδέχθηκε αυτά ο αυτοκράτορας και τον πρόσταξε να διαλέξει τα πρόσωπα. Προσπέρασε λοιπόν από τούς αρχιερείς όσους γνώριζε ότι είχαν αυτομολήσει στην ένωση και την υποστήριζαν με προθυμία κι έτσι ούτε τον Ρωσίας19 σκέφτηκε, ούτε τον Κυζίκου, ούτε τον Νικαίας,20 ούτε τον Μυτιλήνης, ούτε κανέναν άλλον από αυτούς. Και διάλεξε όσους γνώριζε αφενός ότι είχαν υπογράψει και αφετέρου ότι το είχαν μετανιώσει21 και αντιστέκονταν. Όπως τον Ηρακλείας, που ήξερε ότι είχε υπογράψει χωρίς τη θέλησή του και δεν είχε φορέσει τα ιερά στολίδια του στη λειτουργία τής ένωσης, όπως και τον Αγχιάλου και άλλους τέτοιους. Έπειτα από τούς άρχοντες των σταυροφόρων απέρριψε τον μεγάλο σακελλάριο ως γέρο, άσχημο, κακόφωνο και ακατάλληλο να κηρύξει το ευαγγέλιο. Η φροντίδα για τα ιερά σκεύη, την οποία είχε αναλάβει, ήταν αρκετή γι΄ αυτόν. Απέρριψε επίσης τον μεγάλο σκευοφυλακα, που ήταν πολύ διαχυτικός, αστειευόταν και γελούσε, ενώ εκείνη την εποχή έβηχε επίσης κι έφτυνε πολύ.
«Εκείνος ο μεγάλος χαρτοφύλαξ», είπε, «και ο μεγάλος εκκλησιάρχης είναι ευλαβείς, σεβάσμιοι και με ωραίο παράστημα άνθρωποι. Ας λειτουργήσουν αυτοί, καθώς και μερικοί αντίστοιχοι από τούς κατώτερους άρχοντες».
Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να μην ξεφύγουν ο Ηρακλείας, ο Αγχιάλου κι εμείς οι δύο.
7. Οι Ηρακλείας και Αγχιάλου προσπαθούν να ξεφύγουν22
Πρόσταξε λοιπόν ο αυτοκράτορας κι έγραψαν σε κατάστιχο όσους διάλεξε ο μεγάλος πρωτοσύγκελλος. Έπειτα έδωσε εντολή να συγκεντρωθούν στο παλάτι οι επιλεγέντες αρχιερείς και ο μέγας χαρτοφύλαξ μαζί τους. Είπε λοιπόν ο αυτοκράτορας:
«Έστειλε μήνυμα ο δόγης και ζήτησε να λειτουργήσουν οι δικοί μας στον ναό τού Αγίου Μάρκου. Φάνηκε καλό και διαλέξαμε εσάς για να λειτουργήσετε. Το γνωρίζετε λοιπόν από τώρα και ετοιμαστείτε για να λειτουργήσετε αύριο».
Είπε λοιπόν ο Ηρακλείας:
«Δεν μπορώ να λειτουργήσω και παρακαλώ συγχώρα με».
Και είπε ο αυτοκράτορας:
«Λειτούργησε, για να σωθείς».23
Εκείνος απάντησε:
«Είμαι άρρωστος και δεν μπορώ».
Κι ο αυτοκράτορας είπε:
«Μπορείς και απαιτώ να λειτουργήσεις».
Εκείνος είπε:
«Πονάει το κεφάλι μου κι όταν το αφήνω ξεσκέπαστο, αμέσω αρρωσταίνω».
Κι ο αυτοκράτορας είπε:
«Λειτούργησε με το κεφάλι σκεπασμένο».
Εκείνος είπε:
«Δεν μπορεί να γίνει αυτό παρουσία τού δόγη και των Λατίνων, που περιεργάζονται προσεκτικά τέτοιου είδους πράγματα και τα κατηγορούν».
Κι ο αυτοκράτορας:
«Είναι ανάγκη να λειτουργήσεις. Λειτούργησε».
Εκείνος είπε:
«Ποια είναι η ανάγκη να λειτουργήσω εγώ, όντας άρρωστος; Ας λειτουργήσει ο Τραπεζούντος ή κάποιος άλλος υγιής».
Κι ο αυτοκράτορας είπε:
«Άφησε τα λόγια, γιατί εσύ θα λειτουργήσεις».
Έπειτα κοίταξε προς τούς άλλους και συγκατάνευσαν. Κι ο Αγχιάλου είπε:
«Δεν έχω άμφια, γι΄ αυτό δεν θα λειτουργήσω».
Απάντησε ο αυτοκράτορας:
«Ζήτα τα άμφια άλλου και λειτούργησε».
Κι εκείνος είπε:
«Δεν θέλω να έχω υποχρέωση σε κάποιον που δεν τον έχω ανάγκη».
Κι ο αυτοκράτορας απάντησε:
«Θα προστάξουμε εμείς και θα σού βρουν άμφια».
Κι ο Αγχιάλου:
«Δεν είναι άραγε καλύτερο να λειτουργήσει εκείνος που έχει τα άμφια και πρόκειται να μού τα δανείσει, παρά εγώ που δεν έχω και που δεν θέλω να τα δανειστώ;»
Σε αυτό το σημείο τελείωσε η συζήτηση και βγήκαν έξω.
8. Ο Ηρακλείας επικαλείται νομικό κώλυμα24
Ο αυτοκράτορας έστειλε μήνυμα και σ΄ εκείνους που δεν ήσαν παρόντες, να λειτουργήσουν απαραίτητα. Ο Ηρακλείας βρισκόταν στενοχωρημένος στα προπυλαια τού Αγίου Μάρκου. Κάλεσε εκεί τον μεγάλο χαρτοφύλακα και τού είπε:
«Βρήκα κώλυμα στο κανονικό δίκαιο, με το οποίο θ΄ αποφύγω να λειτουργήσω. Γιατί ο αυτοκράτορας πρόσταξε να λειτουργήσει και ο Λακεδαιμονίας. Αυτός λοιπόν έχει υποπέσει σε παράπτωμα τού κανονικού δικαίου και αποφάσισα να μη λειτουργήσω μαζί του. Γι΄ αυτό μού φάνηκε καλό να σού το πω και να το αναφέρεις στον αυτοκράτορα, για να προστάξει να λειτουργήσει άλλος στη θέση μου. Ζητώ λοιπόν να πας για μένα στον αυτοκράτορα και να τα αναφέρεις αυτά».
Κι ο μεγάλος χαρτοφύλαξ είπε:
«Πήγαινε καλύτερα εσύ ο ίδιος και ανάφερέ τα».
Και είπε ο Ηρακλείας:
«Έλα λοιπόν κι εσύ μαζί μου».
Αναχώρησαν μαζί και όταν τα ανέφερε ο Ηρακλείας, τού είπε ο αυτοκράτορας:
«Δεν μού φαίνεται καλό να μη λειτουργήσεις μαζί του πριν εξεταστεί και εκδικαστεί το παράπτωμά του. Λειτούργησε λοιπόν τώρα και ύστερα θα εξετάσετε αυτά τα πράγματα».
Κι εκείνος είπε:
«Μα είναι φανερότατο το έγκλημά του. Γιατί χειροτόνησε παπά κάποιον που σκότωσε στη Ρόδο τον Μιχαήλ Κορέση. Γι΄ αυτό δεν με αφήνει η συνείδησή μου να λειτουργήσω μαζί του».
Τού είπε τότε ο αυτοκράτορας:
«Λοιπόν, εμείς θα βγάλουμε εκείνον από τη λειτουργία και θα φροντίσουμε να λειτουργήσει στη θέση του κάποιος άλλος. Εσύ λειτούργησε ανεμπόδιστα».
Κι εκείνος είπε:
«Επειδή εκείνος δέχτηκε την εντολή σου και αποφασίστηκε να λειτουργήσει, δεν είναι σωστό να εμποδιστεί. Δώσε καλύτερα εντολή σε κάποιον άλλο αντί για μένα, που είμαι και άρρωστος και βρέθηκε κι αυτός ο εμποδισμός».
Κι ο αυτοκράτορας απάντησε:
«Αυτό είναι δικό μου ζήτημα. Θα βάλω άλλον στη θέση του κι εσύ θα λειτουργήσεις».
Βγήκε λοιπόν έτσι ο Ηρακλείας, χωρίς να έχει συμφωνήσει.
9. Ορθόδοξη λειτουργία στον Άγιο Μάρκο25
Νωρίς το πρωί τής επόμενης ημέρας, που ήταν Κυριακή, ειδοποίησε ο αυτοκράτορας τον Ηρακλείας ν΄ αναχωρήσει για τον ναό τού Αγίου Μάρκου και να λειτουργήσει. Τον ειδοποίησε και πάλι λακωνικά:
«Αν δεν λειτουργήσεις εσύ ως πρώτος, δεν θα λειτουργήσει άλλος στη θέση σου».
Ύστερα λοιπόν από την τόση επιμονή, έφυγε για την εκκλησία χωρίς να θέλει και λειτούργησε. Επίσης κι εμείς, βλέποντας την αμετακίνητη επιμονή τού αυτοκράτορα, λειτουργήσαμε λοιπόν παρόντος τού δεσπότη και τού δόγη, που στέκονταν μαζί. Γιατί ο αυτοκράτορας δεν ήταν παρών στη λειτουργία, ενώ ο δόγης και οι μαζί του άρχοντες ενέκριναν την τάξη τής ιερουργίας μας. Αν και μάς διασύρουν μερικοί ότι λειτουργήσαμε σε λατινικό ναό, άσκοπα μάς κατηγορούν. Γιατί λειτουργήσαμε με δικό μας αντιμίνσιον26 και δικά μας ιερά σκεύη, όπως λειτουργούμε και σε λατινικά σπίτια, ενώ ακολουθήσαμε ακριβώς όλη την εκκλησιαστική μας τάξη και διαδικασία. Ο υπομνηματογράφος είπε το άγιο σύμβολο πάνω στον άμβωνα μεγαλόφωνα χωρίς την προσθήκη και δεν μνημονεύτηκε εκεί ο πάπας. Γνωρίζει λοιπόν ο Θεός που τα παρατηρεί όλα, ότι όλα έγιναν όπως αναφέρθηκαν εδώ. Δεν παραποιώ κανένα από τα εκεί γεγονότα, ούτε γράφω σε αυτό το βιβλίο κάτι που δεν είναι αληθινό.
10. Το μνημόσυνο τού πατριάρχη Ιωσήφ27
Ύστερα από αυτά, ο μεγάλος πρωτοσύγκελλος πίεζε τον αυτοκράτορα να κάνει μνημόσυνο τού πατριάρχη. Από τα πεντακόσια λοιπόν φλουριά που βρέθηκαν στο πατριαρχικό κελλί, ένα μέρος ξοδεύτηκε στην κηδεία, στα εννιάμερα και στην κατασκευή τού τάφου τού πατριάρχη, ενώ με τα υπόλοιπα αγοράστηκαν σκυλιά και σκυλοτροφές και είχαν απομείνει μόνο τα ρούχα τού πατριάρχη. Πρόσταξε λοιπόν ο αυτοκράτορας και πουλήθηκαν κι αυτά και από τα χρήματα που εισέπραξαν έδωσαν φλουριά στον μεγάλο πρωτοσύγκελλο κι έκανε μνημόσυνο. Πάλι ο ίδιος κανόνισε ποιοι θα λειτουργούσαν, πρώτον μάλιστα τον Τραπεζούντος, ο οποίος αρνήθηκε μια και δύο φορές, όμως πείστηκε ύστερα από πίεση τού αυτοκράτορα. Φορέσαμε λοιπόν τα ιερά μας στολίδια στον ναό τής μονής τού Αγίου Γεωργίου. Και όταν ψαλλόταν το μνημόσυνο, στη διάρκεια τής ψαλμωδίας τού Αμώμου,28 ήρθαν ένας λατινεπίσκοπος και οκτώ λατινομόναχοι και αφού φόρεσαν κι αυτοί τα ιερά τους στολίδια, στέκονταν μαζί μας, κρατώντας κι αυτοί κεριά όπως κι εμείς. Και με το τέλος τού Αμώμου και τού κανόνα29 είπαν κι αυτοί μυστική ευχή από μέσα τους. Και όταν άρχισε η λειτουργία, στην πρώτη είσοδο στο άγιου βήμα μπήκαν κι εκείνοι μαζί μας και στέκονταν στο άγιο βήμα, βλέποντας μόνο. Και όταν έγινε ο ασπασμός, ασπάστηκαν κι εκείνοι ο ένας τον άλλο κι έτσι ολοκληρώθηκε η λειτουργία. Σχεδιάστηκε λοιπόν κι αυτό από τον μεγάλο πρωτοσύγκελλο. Γιατί εκείνος υποχρέωσε κάποιους που δεν είχαν λειτουργήσει στη λειτουργία στον Άγιο Μάρκο και λειτούργησαν σε αυτό το μνημόσυνο. Πίεσε επίσης πολύ και τον άρχοντα των μοναστηρίων και τον άρχοντα των αντιμινσίων, αλλά δεν μπόρεσε να τούς πείσει. Τούς τάραξε όμως και τούς απείλησε πολύ. Αυτά λοιπόν έτσι έγιναν.
11. Επιβίβαση στα πλοία30
Για την επάνοδό μας στην πατρίδα, ο πάπας συμφώνησε με τούς Ενετούς εμπόρους να δεχτούν οι δύο εμπορικές γαλέρες31 καθεμιά εκατό δικούς μας ανθρώπους. Έστειλε επίσης και χρήματα για τα έξοδα τής βασιλικής γαλέρας, καθώς και για άλλη μια.32 Προσέλαβαν λοιπόν ναύτες για τη μια γαλέρα, στην οποία μπήκε και ο δεσπότης. Στη γαλέρα τού αυτοκράτορα έδωσαν μισθό δύο μηνών, αλλά κανένας Ενετός ναύτης δεν θέλησε να μπει σε αυτήν. Μπήκαν όμως διαθέσιμοι Ρώσοι και Βούλγαροι, που δεν ήξεραν τίποτε από πλοία. Ωστόσο από τον προσδιορισμένο αριθμό έλειπαν εξήντα ναυτικοί. Παρ΄ όλα αυτά ετοιμάστηκαν και μάς είπαν να μπούμε στις γαλέρες στις 14 Οκτωβρίου. Εκείνη τη νύχτα σηκώθηκε μεγάλη τρικυμία, τάραξε βίαια τη θάλασσα, έκοψε τις άγκυρες και συνέτριψε μέσα στο λιμάνι τέσσερις γαλέρες, μεταξύ των οποίων ήταν κι εκείνη τού καπετάνιου, στην οποία μάς είχαν βάλει. Γιατί θρυμματίστηκε σε αυτήν το μισό τής βάντας33 τής μιας πλευράς και την επισκεύαζαν οι μαραγκοί για τρεις ημέρες. Έπειτα μάς έβαλαν στις γαλέρες. Κι εκείνος που υποσχόταν να μάς επαναφέρει στην Κωνσταντινούπολη με πολλή άνεση, πολλές γαλέρες και με μεγάλη τιμή, μάς κατάντησε και είχαμε τέτοια άνεση και ευρυχωρία στις εμπορικές γαλέρες, όση έχουν οι Κιρκάσιοι34 ή Σκύθες35 σκλάβοι που μεταφέρονται με πλοία από τον Καφφά36 ή από το Ασπρόκαστρο.37
12. Πρώτο μέρος τού ταξιδιού: από τη Βενετία στην Κέρκυρα38
Βγήκαμε λοιπόν από τη Βενετία στις 19 Οκτωβριου39 και αφού διανύσαμε εκατό μίλια, δέσαμε σε όρμο κάτω από παλαιό και παραμελημένο κάστρο, αλλά έξυπνα φτιαγμένο όσον αφορά τη θέση του και κυκλωμένο από κατάφυτα νησάκια, το οποίο παρέχει αφθονία των απαραιτήτων και κάθε είδος τροφών και ονομάζεται Πόλα.40 Παρέμειναν λοιπόν εκεί οι γαλέρες και παρέλαβαν και ανθρώπους και εφόδια, ενώ η βασιλική γαλέρα βγήκε με εξήντα ναύτες λιγότερους. Ταξιδεύαμε στη θάλασσα και μια νύχτα μπήκαμε σε λιμάνι. Ξεκινώντας από εκεί το πρωί, βρήκαμε τον άνεμο αντίθετο και αφού στρίψαμε, γυρίσαμε πάλι στο ίδιο λιμάνι και μείναμε εκεί τρεις ημέρες, χωρίς να βρίσκουμε καμία παρηγοριά από αυτόν τον τόπο. Έπειτα βγήκαμε πάλι και πετυχαίνοντας για λίγο ευνοϊκό άνεμο, αφού δύο μόλις ώρες ταξιδεύαμε καλά, πέσαμε και πάλι σε ξαφνική και σφοδρή τρικυμία, η οποία έσπρωξε ακανόνιστα τις γαλέρες, τις εκτόπισε και τις οδήγησε σε έρημο νησί που ονομάζεται Λέσα.41 Και οι μεν γαλέρες των Ενετών μπόρεσαν και μπήκαν στο εκεί λιμάνι, αλλά η γαλέρα τού αυτοκράτορα, που στερούνταν και ναυτών αλλά και ανθρώπων με εμπειρία, δεν μπόρεσε να μπει, εκτοπίστηκε και δεν ξέραμε τι είχε συμβεί. Λυπούμασταν όλοι, νομίζοντας ότι κινδύνευσε. Μείναμε εκεί δύο μέρες και το απόγευμα τής δεύτερης ημέρας μάς ειδοποίησε ο αυτοκράτορας ότι το πλοίο του είχε αγκυροβολήσει σε άλλο μέρος τού νησιού. Επειδή η ενδιάμεση απόσταση ήταν μεγάλη, πρόσταξε να βγούμε πολύ πρωί και να πλέουμε σ΄ ευθεία γραμμή. Θα ερχόταν κι αυτός από το άλλο μέρος και θα ενωνόμασταν στην πορεία. Κι έτσι έγινε. Ταξιδεύαμε λοιπόν και πάλι και διασχίζοντας τον κόλπο τής Ραγούσας πέσαμε σε πολύ μεγάλη και αφόρητη τρικυμία, στην οποία χάσαμε εντελώς κάθε ελπίδα για τη ζωή μας, κλαίγοντας γοερά, φέρνοντας στο μυαλό τούς αγαπημένους μας και ικετεύοντας τον Θεό για σωτηρία. Έτσι πέρασε όλη η νύχτα και η μια γαλέρα δεν έβλεπε την άλλη. Ούτε οι ναυτικοί ήξεραν που πηγαίναμε. Μόνο επειδή φοβούνταν μήπως, λόγω τού σκοταδιού, έπεφταν πάνω στη στεριά κι έχαναν τα πλοία, τα κατεύθυναν προς τα ανοιχτά.
Μάλιστα τη νύχτα εκείνη, ένα πλοίο ερχόμενο από την Κωνσταντινούπολη βυθίστηκε σε αυτό το πέλαγος κοντά μας. Όταν ξημέρωσε, έπεσε ο άνεμος και βρεθήκαμε ν΄ απέχουμε πολύ από τη στεριά. Ταξιδεύοντας όλη εκείνη τη μέρα πιάσαμε λιμάνι στην Ήπειρο, διανυκτερεύσαμε εκεί και την επόμενη μέρα φτάσαμε στην Κέρκυρα. Εκεί περιμέναμε δύο μέρες τον αυτοκράτορα. Μάς είχε καταλάβει φόβος, γιατί είχαμε ακούσει ότι περνούσαν από τα μέρη εκείνα τέσσερις καταλανικές γαλέρες42 και ανησυχούσαμε μήπως συναντούσαν τον αυτοκράτορα. Όμως ύστερα από δύο μέρες ήρθε κι αυτός στην Κέρκυρα.
13. Επιφυλακτική υποδοχή από τούς Γραικούς τής Κέρκυρας43
Οι εκεί λοιπόν χριστιανοί και καλοί άνθρωποι, όταν φεύγαμε για την Ιταλία έρχονταν με χαρά και μάς τιμούσαν πολύ. Αλλά όταν επιστρέφαμε, μάς δέχονταν με μεγάλη δυσαρέσκεια κι έλεγαν:
«Θα ήταν καλύτερα, αν δεν πηγαίνατε στη σύνοδο. Τι καλό κάνατε; Μακάρι να μην σάς βλέπαμε να φτάνετε εκεί».
Ήρθε λοιπόν στον αυτοκράτορα ο εκεί πρωτόπαπας μαζί με άλλους ιερείς και τού ανέφεραν και τού ζήτησαν να προστάξει πώς έπρεπε να συμπεριφέρονται στους Λατίνους. Πρόσταξε λοιπόν:
«Να τούς συμπεριφέρεστε όπως και πριν».
Εκείνοι τού ανέφεραν:
«Εμείς δεν έχουμε εδώ επίσκοπο. Εξετάζαμε λοιπόν εκείνους που ήθελαν να υπηρετήσουν την ιερωσύνη και παίρναμε τις μαρτυρίες τους. Έπειτα τούς στέλναμε και τούς χειροτονούσαν δικοί μας επίσκοποι. Ζήτησε λοιπόν πολλές φορές ο εδώ λατινεπίσκοπος να τούς χειροτονήσει. Κι εμείς λέγαμε ότι "είναι αδύνατο να δεχτούμε τη χειροτονία σου" και λόγω τού σχίσματος αποκρούαμε το αίτημά του. Τώρα όμως, αφού έγινε η ένωση, θα μάς ζητά φορτικά να τούς χειροτονήσει. Εμείς δεν το θέλουμε καθόλου. Με ποιον τρόπο θα μπορέσουμε να το αποφύγουμε»;
Κι ο αυτοκράτορας είπε:
«Εμείς έτσι κάναμε και στηρίξαμε την ένωση, για να έχει κάθε μέρος τα έθιμα και την τάξη που είχε και πριν. Αν λοιπόν σάς πουν κάτι οι Λατίνοι, να πείτε ότι έτσι έγινε η ένωση, ώστε να έχουμε τα έθιμα και την τάξη μας όπως και πριν. Κι έτσι δεν θα σάς ενοχλήσουν».
Κι εκείνοι ανέφεραν πάλι:
«Είμαστε άνθρωποι υποδουλωμένοι στους Λατίνους και δεν θα δεχτούν τα δικά μας λόγια. Γιατί θα πουν ότι "πριν ήσασταν διαχωρισμένοι, τώρα όμως που ενωθήκατε και είμαστε όλοι ενωμένοι, σ΄ εμάς ανήκουν και οι χειροτονίες". Δεν θ΄ αφήσουν κανένα να πάει κάπου αλλού και να χειροτονηθεί. Τι θα κάνουμε λοιπόν εμείς σε αυτό;»
Πρόσταξε λοιπόν ο αυτοκράτορας:
«Θα αντιγραφεί η απόφαση, θα σάς δοθεί και θα την έχετε σε υπεράσπιση εκείνων που σάς λέμε».
Κι έτσι καθησυχάστηκαν.
14. Άλλη επιφυλακτική υποδοχή στη Μεθώνη44
Ωστόσο μόλις ξημέρωσε, σηκώσαμε άγκυρες και ταξιδεύαμε, χωρίς να φροντίσει κανένας για την αντιγραφή τής απόφασης. Για να παραβλέψω λοιπόν κι εγώ τις ενδιάμεσες στάσεις και άσκοπες καθυστερήσεις και κάποιους κινδύνους, λέω ότι φτάσαμε στη Μεθώνη45 και μείναμε εκεί πέντε μέρες εμποδιζόμενοι από βίαιο νοτιά.46 Μάς επέκριναν λοιπόν όσοι Μεθωναίοι τύχαινε να είναι οπαδοί τού δικού μας δόγματος κι έλεγαν:47
«Εμείς στο παρελθόν, όσες φορές μπαίναμε σε συζητήσεις με τούς Λατίνους που βρίσκονται εδώ, τούς καταδικάζαμε και δεν είχαν τίποτε να μάς αντιτάξουν. Τώρα όμως δεν έχουμε τι να τούς πούμε. Καλό θα ήταν, αν αλλάζατε κι εσείς κάτι από τα δικά τους. Είτε να μην τρώνε κρέας τις δύο48 μέρες τής Σαρακοστής, είτε να μη λειτουργούν την ίδια μέρα τρεις και τέσσερις φορές στο ίδιο αλτάριον.49 Είτε την ημέρα των γενεθλίων τού Χριστού και στην Ανάσταση να μη λειτουργεί ένας και ο ίδιος ιερέας από τα μεσάνυχτα μέχρι και την τέταρτη ώρα τής ημέρας,50 όσες φορές μπορέσει να ιερουργήσει. Ή κάποιο άλλο από τα πολλά εκείνα άτοπα που έχουν. Γιατί αν αλλάζατε κάτι από εκείνα που έχουν οι Λατίνοι, ίσως θα μπορούσαμε να τούς πούμε κι εμείς ότι "κι εσείς σφάλλατε σε αυτά κι αυτά και σάς διόρθωσαν οι δικοί μας". Τώρα δεν θα μπορούμε ούτε να τούς κοιτάξουμε στα μάτια. Μάς κάνατε μεγάλο κακό».
15. Από την Πελοπόννησο στην Εύβοια51
Ο αυτοκράτορας όμως, βγαίνοντας από τη Μεθώνη, αναχώρησε έφιππος, απομακρυνόμενος και από την Κορώνη απόσταση ταξιδιού μιας ημέρας, κι εκεί, έχοντας φτάσει σε κάποιο λιμάνι, περίμενε λίγο.52 Και οι γαλέρες, πηγαίνοντας από τη Μεθώνη στην Κορώνη και παραμένοντας εκεί μιάμιση μέρα (όπου και οι ιερείς των Λατίνων με εκείνους των Γραικών και με τούς δύο επισκόπους, τον Λατίνο δηλαδή και τον Γραικό,53 φόρεσαν μαζί τα ιερά τους στολίδια και λιτάνευσαν ερχόμενοι δύο-δύο, ο ένας Γραικός και ο άλλος Λατίνος, κι έτσι επιδείκνυαν την ένωση χέρι-χέρι), σήκωσαν άγκυρα την επομένη και όταν ενώθηκαν με τον αυτοκράτορα, αφού η αυτοκρατορική γαλέρα είχε φύγει αμέσως προς αυτόν και είχε παραλάβει τον αυτοκράτορα, ταξίδευαν και περάσαμε τη Μονεμβασία και μεγάλο μέρος τής Πελοποννήσου.
Στη μέση λοιπόν τής νύχτας σηκώθηκε σφοδρός άνεμος, έγινε μεγάλη τρικυμία και πολύ σκοτάδι, τα πλοία σπρώχνονταν βίαια και κινδυνεύσαμε πάλι. Καθώς χάραζε, βρεθήκαμε ανέλπιστα στους κίονες που στέκονται κοντά στην Αθήνα, τούς οποίους οι εκεί ονομάζουν Κολώνες,54 που φάνηκαν σ΄ εμάς σαν αγγελιοφόροι όλων των καλών. Κι όταν έγινε μέρα, ο άνεμος έπεσε, η θάλασσα γαλήνεψε, μάς οδηγούσε ήμερα και σε δύο μέρες φτάσαμε στην Εύβοια,55 όπου μάς βρήκαν βροχές και βίαιοι άνεμοι και στεκόμασταν περιμένοντας ευνοϊκό καιρό.
16. Στην Εύβοια: Ελληνο-λατινική πομπή56
Εδω λοιπόν πάλι λιτάνευσαν οι Λατίνοι μαζί με τούς Γραικούς, ερχόμενοι δύο-δύο Γραικός και Λατίνος, με επικεφαλής τον Μυτιλήνης που λειτούργησε μαζί με τούς Λατίνους σε δική τους εκκλησία. Όμως οι δικοί μας ιερείς στο νησί στενοχωριούνταν πολύ γι΄ αυτά και μάς έλεγαν:
«Μεγάλο κακό μάς κάνατε. Γιατί οι Λατίνοι πίεζαν και πριν να λειτουργήσουν στις εκκλησίες μας και τούς αποκρούαμε ως σχισματικούς. Αλλά τώρα θα έρχονται χωρίς να ρωτήσουν από το πρωί, όποτε θέλουν, θα λειτουργούν κι εμείς δεν θα τολμάμε ούτε ν΄ ανοίξουμε το στόμα. Θα φροντίζουμε μόνο να μη λειτουργούμε την ίδια εκείνη μέρα. Έτσι, αν θελήσουν να μάς οδηγήσουν σε απόλυτη αδράνεια, θα λειτουργούν καθημερινά».
17. Παράπονα Ενετών εμπόρων για την καθυστέρηση τού ταξιδιού57
Αφού πέρασαν δέκα μέρες, πετύχαμε ευνοϊκό καιρό, σηκώσαμε τις άγκυρες και ξεκινήσαμε. Κι ενώ η βασιλική γαλέρα είχε ετοιμαστεί για να προηγείται, όπως συνηθιζόταν, πρόσταξε ο αυτοκράτορας να περιμένουμε λίγο. Γιατί περίμενε να μάθει κάποια νέα από την Πόλη, που είχαν ήδη φτάσει, όπως είχε ακούσει. Σε λίγο όμως γύρισε ο άνεμος και δεν μπόρεσε να βγει από το λιμάνι. Κι εμείς, πλέοντας όλη τη μέρα, οδηγηθήκαμε το σούρουπο σε κάποιο λιμάνι. Την επομένη ξεκινήσαμε πάλι και αφού ταξιδέψαμε αρκετά, δέσαμε το σούρουπο τα πλοία στους Ωρεούς. Και παραμένοντας εκεί, περιμέναμε τον αυτοκράτορα, λυπούμενοι για την απουσία του και για την καθυστέρηση τού ταξιδιού. Γιατί ο καιρός ήταν καταλληλότατος για την επάνοδο, ενώ οι έμποροι πάνω στα πλοία δυστροπούσαν, επειδή δεν μπορούσαν να πείσουν τον καπετάνιο να συνεχίσει το ταξίδι. Γιατί τούς προκαλούσε μεγάλες δαπάνες η καθυστέρηση των γαλερών, ενώ κινδύνευαν κιόλας. Έφτιαξαν λοιπόν και γραπτή διαμαρτυρία58 προς τον καπετάνιο, να εγγυηθεί ότι δεν θα ζημιώνονταν. Κι εκείνος τούς έδειξε την εντολή59 που τού είχαν δώσει στη Βενετία, που τον πρόσταζε να μην απομακρύνεται καθόλου από τον αυτοκράτορα. Κι έτσι τούς χλεύασε και τούς έδιωξε.
18. Θάνατοι πρωτέκδικου και Παλαιολόγου Κασσανδρινού60
Ενώ λοιπόν παραμέναμε εκεί, πέθανε και ο πρωτέκδικος διάκονος, ο κυρ Γεώργιος Καππάδοξ, αφού ταλαιπωρήθηκε από πολυήμερη αρρώστια. Τάφηκε σε μικρό νησάκι που είχε και λατινική εκκλησία τού Αγίου Γεωργίου.61 Πέρασαν περισσότερες από δέκα μέρες και δεν ερχόταν ο αυτοκράτορας. Αναγκαστήκαμε λοιπόν και επιστρέψαμε στην Εύβοια και τον βρήκαμε εκεί. Ακολούθησαν αντίθετοι άνεμοι, βροχές, χιόνια και παγετοί, και στεκόμασταν πάλι εκεί δεκαπέντε μέρες. Τότε ακούσαμε ότι ήταν άρρωστη και ετοιμοθάνατη και η δέσποινα. Όταν σταμάτησε ο χειμωνιάτικος καιρός κι ετοιμαζόμασταν να βγούμε από το λιμάνι, πέθανε ο Παλαιολόγος Κασσανδρινός.62 Καθώς κανένας από τούς δικούς μας δεν αναλάμβανε να φροντίσει για την κηδεία τού Παλαιολόγου, έδωσαν χρήματα στον διερμηνέα Σεκουνδινό,63 για να τον κηδέψει και να τον θάψει έντιμα.
19. Από την Εύβοια στη Λήμνο. Αυξανόμενες δυσκολίες στη θάλασσα64
Κι εμείς σηκώσαμε άγκυρα και ταξιδεύαμε. Περάσαμε στα ανοιχτά τής Σκιάθου, τής Σκύρου και τής Σκοπέλου65 και αγκυροβολήσαμε στους Διαδρόμους.66 Εκεί πάλι ο άνεμος άρχισε να φυσά αντίθετα με σφοδρότητα και αποκλειστήκαμε πολλές ημέρες, έχοντας καταναλώσει όλα τα τρόφιμα και μη βρίσκοντας ούτε νερό. Γι΄ αυτό έστειλαν τη γαλέρα τής βίγλας67 στη Σκόπελο να φέρει τρόφιμα και ύστερα από δύο μέρες έφερε δεκαεπτά ψωμιά κι ένα άγριο γαϊδούρι για να το φάνε τα σκυλιά. Γιατί υπήρχε πάντοτε μεγάλη φροντίδα για τα σκυλιά. Σκέπτονταν λοιπόν ή να επέστρεφαν πάλι στην Εύβοια ή να προχωρούσαν προς την Κρήτη68 ή τη Μυτιλήνη. Κάποια στιγμή σηκώθηκε ευνοϊκός άνεμος, προχωρούσαμε πάλι και πλησιάζοντας στο λιμάνι τού Γυμνοπελαγησίου69 είδαμε την αυτοκρατορική γαλέρα στο εσωτερικό τού λιμανιού να κατευθύνεται με το πηδάλιο. Βλέποντάς το οι ναυτικοί των υπόλοιπων γαλερών δυσφορούσαν και φώναζαν, ενώ και οι λοστρόμοι70 φώναζαν στον λοστρόμο τής αυτοκρατορικής, τού έκαναν νοήματα με τά χέρια και τον οδηγούσαν ν΄ ακολουθήσει άλλη διαδρομή. Κι εκείνος απέδιδε με νεύματα την αιτία στον αυτοκράτορα και ότι χωρίς τη θέλησή του είχε μπει στο λιμάνι. Ακολούθησαν αναγκαστικά και οι υπόλοιπες γαλέρες, ενώ όλοι όσοι βρίσκονταν πάνω τους, δεν ήθελαν. Η είσοδος τού λιμανιού εκείνου είχε τόσο μικρό πλάτος, που μόλις μπορούσε να περάσει η γαλέρα, ενώ μέσα ήταν μετρίως ευρύχωρη και είχε πολλή νηνεμία. Γιατί το λιμάνι ήταν μικρό και περιβαλλόταν από ψηλά βουνά.71
Ενώ λοιπόν γκρίνιαζαν όλοι και ρωτούσαν γιατί είχαμε μπει εκεί, είπε ο αυτοκράτορας:
«Θα βγούμε γρήγορα, να μη στενοχωριούνται».
Όταν το άκουσε ο γραμματικός τής γαλέρας τού καπετάνιου, είπε:
«Δεν θα βγούμε από εδώ, πριν περάσει τουλάχιστον μια βδομάδα».
Έτσι έγινε. Γιατί οι αντίθετοι άνεμοι εμπόδιζαν την έξοδό μας και μέναμε σαν φυλακισμένοι, ταλαιπωρούμενοι και υποφέροντας, ενώ ούτε νερό είχαμε. Γιατί αυτό το μικρό νησί δεν έχει καθόλου νερό.72 Μόλις την έβδομη ώρα τής έβδομης ημέρας επέτρεψε ο άνεμος, σηκώσαμε την άγκυρα και με μεγάλη βιασύνη, ορμή και βοή περάσαμε ταχύτατα τη δίοδο, με τον καπετάνιο να παραβλέπει τη μεγάλη του ηλικία, να τρέχει και να πηδά σαν λοστρόμος πάνω στη γαλέρα, ν΄ αποκαλεί τούς ναύτες αδελφούς, να τούς ενθαρρύνει και να υπόσχεται να τούς δώσει και δύο δοχεία73 με κρασί, χειρονομώντας με το δάχτυλο από ψηλά και φωνάζοντας με θέρμη. Κι έτσι βγήκε η καπετανική γαλέρα με μεγάλη δυσκολία, το ίδιο και η επόμενη, με τον καπετάνιο να κοιτά πάλι προς αυτήν και να την τραβά με νεύματα, χειρονομίες και φωνές. Όταν είδε ότι κι αυτή είχε βγει, σηκώνοντας τα χέρια έστειλε ευχές κι ευχαριστίες στον Θεό. Αλλά η αυτοκρατορική γαλέρα που ακολουθούσε, δεν μπόρεσε να βγει, γιατί γύρισε ο άνεμος, τάραξε τη θάλασσα και σήκωσε κύματα που εμπόδιζαν την έξοδο. Έμειναν λοιπόν εκεί οι δύο γαλέρες, η αυτοκρατορική κι εκείνη τού δεσπότη. Οι δύο που είχαν βγει, κατευθύνθηκαν προς το άλλο μέρος τού μικρού νησιού και διανυκτερεύσαμε εκεί. Όταν ξημέρωσε, βγήκαν εκείνες οι γαλέρες και ενώθηκαν μαζί μας. Κι αμέσως κατευθυνθήκαμε στη Λήμνο και φτάνοντας μείναμε στον Κότζινο74 πέντε μέρες. Ο αυτοκράτορας ασχολιόταν με το κυνήγι, ενώ εκείνοι από τις ενετικές γαλέρες λεηλατούσαν75 τις περιουσίες των Λημνίων και προκάλεσαν εκεί μεγάλη φθορά.
20. Θάνατοι αυτοκράτειρας Μαρίας και δέσποινας Ευγενίας. Σημάδια προειδοποίησης76
Ἐκεί μάς αναγγέλθηκε και ο θάνατος τής δέσποινας κυρίας Μαρίας,77 τής συζύγου τού αυτοκράτορα και θυμηθήκαμε αμέσως τα σημάδια που είχαμε δει στη Φλωρεντία. Γιατί τον Μάιο και τον Ιούνιο φαίνονταν δύο άστρα, σε μικρή μεταξύ τους απόσταση, να βγάζουν καπνό. Το μεγαλύτερο έβγαζε περισσότερο καπνό και το μικρότερο κάπνιζε λιγότερο. Είχαμε θυμηθεί και το μεγάλο άστρο που κάπνιζε πολύ, πριν από την αιχμαλωσία και τον θάνατο τού αμηρά Βαγιαζήτ,78 που προδήλωσε τον θάνατό του και λέγαμε ότι αυτά τα σημάδια δήλωναν θανάτους αρχόντων. Όταν μάθαμε για τον θάνατο τής δέσποινας, έπειτα και τής δέσποινας κυρίας Ευγενίας,79 αλλά ακόμη και τής βασίλισσας, τής συζύγου τού δεσπότη,80 είπαμε ότι αυτούς τούς θανάτους δήλωναν εκείνα τα άστρα που κάπνιζαν.
Έστειλαν και πλοίο από την Πόλη κι έγραψαν για να πουν στον αυτοκράτορα εκεί για τον θάνατο τής δέσποινας. Σε συζήτηση που έγινε, κατάλαβαν ότι αν το μάθαινε αυτό ο αυτοκράτορας εδώ, θα στενοχωριόταν και θα πενθούσε για περισσότερες από δεκαπέντε μέρες. Ποιος άραγε θα μπορούσε να τον πείσει ν΄ αναχωρήσει από εδώ; Βρήκαν κι άλλα πολλά επιχειρήματα, για τα οποία τούς φάνηκε καλύτερο να μη μιλήσουν καθόλου στον αυτοκράτορα για το θέμα αυτό και τού το έκρυψαν.
21. Από τη Λήμνο στα Δαρδανέλλια. Νέες καταιγίδες, νέα προβλήματα81
Όταν γέμισαν τις γαλέρες με τα λάφυρα των Λημνίων, σαλπάραμε από τον Κότζινο και περνώντας κοντά από τόπο που ονομάζεται Σωτήρ,82 πέσαμε σε φοβερή τρικυμία και τότε πραγματικά απελπιστήκαμε εντελώς. Μάς στάλθηκε όμως και τότε σαν μήνυμα παρηγοριάς η γλυκύτατη θεία φωταγωγία που εμφανίζεται σε τέτοιους κινδύνους, η οποία τότε εμφανίστηκε και σ΄ εμάς. Όταν ξημέρωσε, ο άνεμος έπεσε σχετικά. Οι Ενετοί ήθελαν να σαλπάρουν, αλλά ο αυτοκράτορας, βλέποντας τη θάλασσα με κύματα, δείλιαζε και στεκόταν. Αφού λοιπόν πέρασε εκείνη η μέρα, καθώς και η νύχτα που ακολούθησε, την επομένη, βλέποντας τον άνεμο πιο ήρεμο, λύσαμε, μάς ωθούσε ο άνεμος και αφού περάσαμε το βόρειο μέρος τού νησιού και φτάσαμε στο πέλαγος, πέσαμε σε σφοδρό νοτιά. Γιατί πιο πριν τον κρατούσε μακριά μας το νησί. Σπρώχνονταν λοιπόν τα πλοία από τον άνεμο με σφοδρότητα.
Στο μεταξύ έτριζε το κατάρτι και τρέχοντας οι ναυτικοί το είδαν ν΄ αρχίζει κάτω να ραγίζει. Εμείς νομίσαμε ότι ήθελαν να κλείσουν τα πανιά, αλλά εκείνοι ανέβηκαν στο κατάρτι μέσα στην τόση βία και σφοδρότητα τού ανέμου, κρέμασαν μεγάλα σχοινιά σε τρία σημεία από την κορυφή του προς τα κάτω και τα έδεσαν στα μέρη τής πρύμνης. Έπειτα, αφού τα τύλιξαν σε βαρούλκα και τα τέντωσαν, σταθεροποίησαν το κατάρτι και εξασφάλισαν την ανεμπόδιστη πορεία τού πλοίου.
22. Ευγένεια τού Τούρκου κυβερνήτη τής Καλλίπολης. Ο αυτοκράτορας ανταποδίδει83
Σε τέσσερις λοιπόν ώρες από τη Λήμνο φτάσαμε στο στενό,84 όπου βρήκαμε στρογγυλό φορτηγό πλοίο, που είχε βγει από τη Βενετία δεκαπέντε μέρες πριν από εμάς85 και στο οποίο έβαλε ο αυτοκράτορας μερικούς ανθρώπους, λιοντάρια και σκύλους,86 για να τούς μεταφέρει στην Πόλη. Εκεί κόλλησε σε ύφαλο και παρέμενε ακίνητο. Κι εμείς, αφού το προσπεράσαμε λίγο, μείναμε κάπου εκεί, περνώντας και την επόμενη μέρα και τη νύχτα. Τη μεθεπόμενη μέρα σηκώσαμε άγκυρα, ταξιδεύαμε κι όταν πλέαμε στα ανοιχτά τής Καλλίπολης, έστειλε ο άρχοντας τής Καλλίπολης έναν από τούς δικούς του Τούρκους να μιλήσει στον αυτοκράτορα. Προσκάλεσε μέσω αυτού τού ανθρώπου τον αυτοκράτορα, ειδοποιώντας ότι αν επιθυμούσε ν΄ αναπαυτεί στο κάστρο ή σε τόπο τού αμηρά, αυτό θα γινόταν. Το δέχτηκε ο αυτοκράτορας και τού έστειλε δώρο ασημένιο κύπελο87 με τον Λάσκαρι Μάμαλη.88
23. Επιστροφή στην Κωνσταντινούπολη και ανακοίνωση τού διπλού πένθους89
Από εκεί, ύστερα από δύο μέρες, πλέαμε το σούρουπο στα ανοιχτά τού προαστείου τής Πόλης, τού Θεολόγου,90 όπου ο επικεφαλής τής Πόλης, ο κυρ Παύλος Ασάν, ήρθε με πολύ λίγους και προσκύνησε τον αυτοκράτορα.91 Γύρω στη δεύτερη ώρα τής νύχτας φτάσαμε στη Χρυσή Πύλη92 και δέσαμε στη λεγόμενη Εξάρθηση,93 όπου ήρθαν πολλοί από τούς άρχοντες και προσκύνησαν τον αυτοκράτορα.
Την επομένη, που ήταν 1η Φεβρουαρίου 1440,94 ημέρα Δευτέρα τής Τυροφάγου, ήρθε πολύ πρωί ο δεσπότης κυρ Κωνσταντίνος με γαλέρα για να υποδεχθεί τον αυτοκράτορα, καθώς και άλλοι πολλοί από τούς άρχοντες και από τούς Γενουάτες και τούς Ενετούς. Και επειδή δεν είχε φανεί καλό σ΄ εκείνους που είχαν συσκεφτεί πριν, να πουν στον αυτοκράτορα για τον θάνατο τής δέσποινας, γι΄ αυτό ούτε τότε έδειξαν κάποια λύπη. Έτσι, προχωρώντας μπροστά και συνοδεύοντας με ήχους σαλπίγγων και με παιάνες, τον έφεραν στον γιαλό τού Κυνηγού.95 Βγαίνοντας λοιπόν από τα πλοία ο αυτοκράτορας και ο δεσπότης κυρ Δημήτριος, έχοντας μπροστά και τον δεσπότη κυρ Κωνσταντίνο, αναχώρησαν έφιπποι για το παλάτι. Κι ο μέν αυτοκράτορας, φτάνοντας και μαθαίνοντας τον θάνατο τής συζύγου τού δεσπότη, αλλά όχι και τον θάνατο τής δικής του συζύγου, μή βλέποντας χαρούμενα σημάδια στις εισόδους τού παλατιού, νόμισε ότι γινόταν αυτό για τον θάνατο τής συζύγου τού δεσπότη. Το ίδιο και ο δεσπότης, μαθαίνοντας τον θάνατο τής συζύγου τού αυτοκράτορα, αλλά αγνοώντας τη δική του χηρεία. Έτσι καθένας απέδιδε την πένθιμη ατμόσφαιρα στη χηρεία τού άλλου. Όταν μπήκαν στις αίθουσες τού παλατιού, βρέθηκαν να χηρεύουν και οι δύο, αφού η μητέρα τους η άγια δέσποινα τούς ενημέρωσε μαζί για το συμβάν και πένθησαν καθένας τη δική του λύπη.96 Έτσι λοιπόν επιστρέψαμε στην Κωνσταντινούπολη, με πολλούς κόπους και κινδύνους και τεράστια ταλαιπωρία. Στη διήγηση περιγράφτηκαν τα πιο ουσιαστικά και παραλείφθηκαν τα επιμέρους. Προσθέτοντας και λίγα για την αρχή τής επιστροφής μας στην Πόλη, θ΄ ασπαστώ την αγαπημένη μου σιωπή.
<-10. Συγγραφή και υπογραφή τής απόφασης τής Συνόδου Φλωρεντίας | 12. Οι διαμάχες ενωτικών και ανθενωτικών στην Κωνσταντινούπολη-> |