<-2. Ενωτικές πρωτοβουλίες μέχρι τη Σύνοδο τής Βασιλείας | 4. Από την Πόλη στη Βενετία και τη Φερράρα-> |
Κεφάλαιο 3: Η απόφαση για τη συμμετοχή σε Σύνοδο στο εξωτερικό
Έδιναν λοιπόν
οι παπικοί τής Ρώμης
πέντε χιλιάδες φλουριά.
Όταν το άκουσαν
οι τής συνόδου Βασιλείας,
έδειξαν σε μερικούς
δικούς μας άρχοντες
είκοσι χιλιάδες φλουριά…
Περιεχόμενα κεφαλαίου1
Περί των γραμμάτων τής τοποτήρησης των πατριαρχών. Και πώς σκέπτονταν για τις διαλέξεις. Και ότι αφού ήρθαν οι γαλέρες τού πάπα, ήρθαν και εκείνες τής συνόδου. Γι΄ αυτό συμβούλευαν όλοι να μην πάνε οι δικοί μας στο εξωτερικό. Και ο αυτοκράτορας μαζί με τον πατριάρχη αποφάσισαν και έγινε η μετάβαση στον πάπα.
1. Εισαγωγική δήλωση2
Αναφέραμε ήδη όσα έγιναν εξαρχής για την ένωση από τον θαυμαστό και διάσημο αυτοκράτορα,3 καθώς και τον τρόπο με τον οποίο τα διαχειρίστηκε αυτός και την προσπάθεια που κατέβαλε ο διάδοχός του για την πραγματοποίηση τής συνόδου. Όσα όμως λέγονταν και γίνονταν στη συνέχεια, οι άνθρωποι θέλουν να τα μάθουν και ζητούν να ειπωθούν και να γραφούν. Και ο γράφων διστάζει και καθυστερεί, έχοντας την πρόθεση να διηγηθεί συνοπτικά και νιώθοντας αμηχανία για την έκταση αυτών που πρέπει να ειπωθούν. Γιατί δεν θέλει να προσπεράσει κάποια από εκείνα που γνωρίζει, επειδή αυτή η υπόσχεση έχει δοθεί εξαρχής. Άλλωστε ούτε η εντιμότητα τού γράφοντος θα διασωθεί με αυτόν τον τρόπο, αφού είναι πολλοί εκείνοι που γνωρίζουν τα γεγονότα και θ΄ αποκαλύψουν εκείνα που θα παραλειφθούν. Ωστόσο τη λεπτομερή διήγηση όλων τη θεωρεί ακατάσχετη φλυαρία και αντίθετη με την προσωπική του πρόθεση. Γι΄ αυτό θα περιγράψει τα γεγονότα αφήνοντας με χαρά τις εκατέρωθεν υπερβολές, βαδίζοντας κατά κάποιον τρόπο στη μέση και εστιάζοντας στα πιο αποφασιστικά.
2. Ο φρα Ιωάννης πείθει τον πατριάρχη να πάει στη σύνοδο4
Ο προαναφερθείς λοιπόν φρα Ιωάννης, έχοντας απομείνει στην Κωνσταντινούπολη, καθόταν με τον άλλο συνοδικό πρέσβη, παραλαμβάνοντας τα γράμματα από τη σύνοδο σφραγισμένα, όπως είχε συμφωνηθεί εξαρχής. Στο διάστημα αυτό πέθανε και ο ένας πρέσβης από την επιδημία5 και ο Ιωάννης απέμεινε μόνος. Είχε γίνει φίλος με τον πατριάρχη και πήγαινε συχνά και μιλούσε μαζί του.6 Ο πατριάρχης, αν και είχε συμφωνήσει ν΄ αναχωρήσει για τη σύνοδο, όπως προαναφέρθηκε, δυσφορούσε ακόμη για την έξοδο από τη χώρα και σκεπτόταν τι μπορούσε να κάνει για να την αποφύγει ενδεχομένως. Ο Ιωάννης λοιπόν, όντας μυαλωμένος άνδρας και πανούργος κι έχοντας καταλάβει ότι ο πατριάρχης κολακευόταν από τις μεγάλες υποσχέσεις, τις τιμές και την καλή συμπεριφορά, τον αντιμετώπιζε με λόγια και τρόπους που τον έκαναν να χαίρεται, ενώ τού υποσχόταν ότι αν πήγαινε στις Γαλλίες,7 θα τον τιμούσαν πολύ και θα τον δόξαζαν όλοι εκεί, ιδιαίτερα οι τής συνόδου, θα τού πρόσφεραν όλοι δώρα και θ΄ ακολουθούσαν τα λόγια και τις αποφάσεις του, επειδή και θα ήταν και θα φαινόταν μεγαλύτερος από τούς εκεί. Αφού λοιπόν πείστηκε ο πατριάρχης με τέτοια λόγια, ή καλύτερα εξαπατήθηκε, εκείνος που ήταν αρχικά δυσαρεστημένος και ύστερα άλλαξε, είχε γίνει τελικά πρόθυμος για την έξοδο από τη χώρα και είχε αρχίσει σιγά-σιγά να ετοιμάζεται γι΄ αυτήν.
3. Πρεσβείες προς Ορθόδοξους ηγεμόνες και πατριάρχες8
Όταν πέρασε ένας περίπου χρόνος, έφτασαν σφραγισμένα τα γράμματα9 που είχαν σταλεί από τη σύνοδο Βασιλείας. Αμέσως ο αυτοκράτορας άρχισε να φροντίζει για τη συνάθροιση τής ανατολικής συνόδου. Διάλεγε πρεσβευτές και γράφονταν επιστολές αυτοκρατορικές και πατριαρχικές.10 Από τον αδελφό Ιωάννη τής συνόδου Βασιλείας έπαιρνε φλουριά και τα έδινε στους πρεσβευτές μας11 για οδοιπορικά, καθώς και για δώρα12 προς εκείνους στους οποίους κατευθύνονταν οι πρεσβείες.
Στην Τραπεζούντα13 και στην Ιβηρία14 έστειλε τον κυρ Ανδρόνικο Ιάγαρι.15 Αυτός έφυγε και επιστρέφοντας έφερε μαζί του εκείνους που εξοικονόμησε από εκεί, δηλαδή από τη μεν Ιβηρία δύο επισκόπους16 κι έναν πρέσβη από τούς άρχοντες τού βασιλιά τής χώρας, από δε την Τραπεζούντα τον μητροπολίτη17 κι έναν πρέσβη τού αυτοκράτορα.18 Τη Μολδοβλαχία την ανέθεσαν στον μητροπολίτη19 που είχε φύγει για εκεί από την Πόλη πριν από λίγο καιρό, ενώ ύστερα έγραψαν πάλι20 σε αυτόν και στον ηγεμόνα21 και ήρθαν εδώ ο μητροπολίτης, ο πρέσβης Νεάγωγις και ο πρωτόπαπας.22 Με τον ίδιο τρόπο ανέθεσαν και στον Ρωσίας,23 που είχε προσφάτως χειροτονηθεί κι έφυγε μαζί με τον Γουδέλη, να δουν και να ενημερώσουν τούς βασιλείς και να πάρουν από εκείνους πρέσβεις και επισκόπους που θα έρχονταν στη σύνοδο, πράγμα που έκαναν. Τον δεσπότη Σερβίας24 ανέθεσαν στον γυναικάδελφο τού αυτοκράτορα, στον μεγάλο δομέστικό του τον Καντακουζηνό,25 που πήγε εκεί και είπε πολλά για το θέμα αυτό στον δεσπότη. Αλλά εκείνος δεν θέλησε ούτε πρέσβη να στείλει, ούτε να γράψει.
Στους πατριάρχες τής Ανατολής26 έστειλε τον Παύλο τον Μακροχέρη27 με γράμματα αυτοκρατορικά και πατριαρχικά,28 ενώ ο αυτοκράτορας τού ανέθεσε να τούς πει κι εκείνα που ήθελε. Έφυγε λοιπόν αυτός, τούς παρακίνησε όσο επιτρεπόταν και αφού εξασφάλισε από εκείνους γράμματα, τα έφερε στον αυτοκράτορα και τον πατριάρχη,29 ενώ και άλλα γράμματα μετέφερε προς τούς τοποτηρητές, τούς οποίους όρισαν οι πατριάρχες από τούς εδώ.
Ο Αλεξανδρείας λοιπόν έκανε τοποτηρητές του τον Ηρακλείας κυρ Αντώνιο και τον κυρ Μάρκο Ευγενικό, που ήταν τότε ιερομόναχος. Ο Αντιοχείας τον Εφέσου Ιωάσαφ και τον πνευματικό Γρηγόριο. Ο Ιεροσολύμων τον Σάρδεων κυρ Διονύσιο και τον Ρωσίας κυρ Ισίδωρο, που ήσαν κι αυτοί τότε ιερομόναχοι.
4. Διαμαρτυρία τού πατριάρχη για τον ορισμό των τοποτηρητών30
Όταν λοιπόν επέστρεψε ο Παύλος κι έφερε τα γράμματα, δίνοντας και στον πατριάρχη τα προς αυτόν πιττάκια31 των προαναφερθέντων πατριαρχών, βλέποντας ο πατριάρχης ότι τα πρόσωπα των τοποτηρητών είχαν επιλεγεί και προσδιοριστεί σε αυτά, θεώρησε φοβερό ότι δεν είχε και ο ίδιος πληροφόρηση για τα πρόσωπα κι έστειλε μήνυμα στον αυτοκράτορα με τον μεγάλο χαρτοφύλακα και μένα:
«Βλέπω τον εαυτό μου περιφρονούμενο και δεν γνωρίζω πώς γίνεται αυτό. Γιατί αν με περιφρονούν, πώς άραγε θ΄ ακολουθήσω ή θα συμπράξω σ΄ εκείνα στα οποία θα χρειαστεί να συνεργήσω κι εγώ;
Φαίνεται ότι από εδώ γράφηκαν τα ονόματα των τοποτηρητών. Έπρεπε λοιπόν να το γνωρίζω κι εγώ, γιατί ούτε έλειπα από την πόλη, ούτε υπήρχε λόγος που εμπόδιζε να ενημερωθώ. Ίσως μάλιστα ήταν και πιο συμφέρον. Γιατί ίσως έδινα κι εγώ κάποια καλή συμβουλή. Τώρα αγνοήθηκα, σαν να μην είχα κριθεί ἄξιος να γνωρίζω γι΄ αυτά τα ζητήματα. Κι αν ενδεχομένως θελήσω να κάνω και δικούς μου τοποτηρητές και να τούς στείλω στη σύνοδο, ποιους άραγε θα επιλέξω, όταν τα πρόσωπα αυτά τα έχουν πάρει οι πατριάρχες τής Ανατολής; Αυτό λοιπόν μού φαίνεται λυπηρό από πολλές απόψεις».
Και ο αυτοκράτορας απάντησε:
«Δεν γράφτηκαν από εδώ τα ονόματα των τοποτηρητών, ούτε τα επέλεξε η δική μας επιθυμία. Αλλά όταν έφευγε ο πρέσβης, σκεφτήκαμε ότι αν δεν είχαν οι πατριάρχες να στείλουν κάποιους από εκεί, ας εξέταζαν από τούς εδώ και είπαμε απλώς στον πρέσβη, «αν ρωτήσουν, πες όσους διαλεχτούς γνωρίζεις από τούς δικούς μας». Είπε λοιπόν πολλούς και από τούς πολλούς διάλεξαν εκείνοι τούς προαναφερθέντες. Από εκείνους λοιπόν έγινε η επιλογή και όχι από εμάς. Δεν πρέπει να λυπάται για το θέμα αυτό ο πατριάρχης. Αλλά το να λέει ότι δεν θα βρει να στείλει τοποτηρητή, ας το αφήσει. Γιατί μού υποσχέθηκε μια φορά ότι θα έλθει στη σύνοδο. Γι΄ αυτό θα έλθει. Δεν έχει το δικαίωμα να το ανακαλέσει».
5. Απαίτηση τού φρα Ιωάννη για τροποποίηση των επιστολών τοποτήρησης32
Μάλιστα οι πατριάρχες στα γράμματα υποδείκνυαν στους τοποτηρητές τον τρόπο με τον οποίο έπρεπε να τοποθετηθούν απέναντι στην ένωση. Γιατί έγραφαν ότι αν γινόταν νόμιμα, κανονικά, κατά τις παραδόσεις των αγίων οικουμενικών συνόδων και των αγίων διδασκάλων τής Εκκλησίας, χωρίς να προστεθεί κάτι στην πίστη ή να παραλειφθεί ή να τροποποιηθεί,33 τότε να την υποστήριζαν και να συμφωνούσαν σε αυτό που θα γινόταν.
Μαθαίνοντας αυτά ο φρα Ιωάννης και αφού ζήτησε και είδε τα γράμματα, έτρεξε αμέσως πίσω στον αυτοκράτορα και είπε:
«Αυτού τού είδους τα γράμματα, αν εμφανιστούν στη σύνοδο, θα σκανδαλίσουν πολύ τούς εκεί. Εγώ με τέτοια γράμματα δεν θα έλθω στη σύνοδο. Γιατί αν είμαι εδώ ως δικός τους επίτροπος, καλύπτοντας και τα έξοδα αυτών που θ΄ αναχωρήσουν για εκεί, αλλά δεν φροντίσω, ώστε τα γράμματα που θα εμφανιστούν, να εξασφαλίζουν την αξιοπρέπεια και την τιμή τής συνόδου, άραγε τι θα πουν εκείνοι σε μένα; Και τι θα τούς απαντήσω εγώ; Γιατί δεν χρειάζεται να σημειώνεται στα γράμματα για τούς τοποτηρητές ότι αν γίνει έτσι θα συμφωνήσουν, ενώ αν γίνει διαφορετικά, δεν θα συμφωνήσουν. Πρέπει απλά και ελεύθερα να δίνουν στους τοποτηρητές την άδεια, να συμφωνήσουν σε οτιδήποτε φανεί καλό από κοινού σε ολόκληρη τη σύνοδο. Ας διορθωθεί λοιπόν το ζήτημα αυτό με τον τρόπο που προτείνω. Γιατί χωρίς τέτοια διόρθωση, δεν θα συμβούλευα ούτε την αγία βασιλεία σου να είσαι παρών στη σύνοδο».
6. Νέα πρεσβεία προς τούς πατριάρχες34
Πείστηκε από αυτά ο αυτοκράτορας και αφού σκέφτηκε την περίληψη τού γράμματος τής τοποτήρησης, τη διατύπωσε από εδώ όπως φαινόταν πρέπουσα και σε αυτόν και στον φρα Ιωάννη. Και την έστειλε στους πατριάρχες με τον μοναχό Θεοδόσιο Αντίοχο,35 αφού τού ανέθεσε να πει και τα λόγια που ήθελε, ενώ έγραψε αναλυτικά στους πατριάρχες:
«Τα μεν γράμματα των τοποτηρήσεων πρέπει να γραφούν ίδια σε όλα με εκείνο που σάς στέλνουμε τώρα, για την προστασία τής τιμής και τής συνόδου και των τοποτηρητών, και να υπογραφούν από εσάς. Γιατί η τάξη έτσι απαιτεί να γραφτούν. Να γνωρίζετε επίσης ότι εμείς δεν θα κάνουμε τίποτε άλλο, εκτός από εκείνο που γράψατε κι εσείς. Γιατί δεν θέλουμε ούτε να τροποποιήσουμε κάτι, ούτε να μετακινηθούμε καθόλου από εκείνα που παραλάβαμε από τις άγιες και οικουμενικές συνόδους και από τούς αγίους και διδασκάλους τής Εκκλησίας, ούτε να προσθέσουμε κάτι σε αυτά ή ν΄ αφαιρέσουμε από εκείνα που έχουμε και πιστεύουμε μέχρι σήμερα. Αλλά θα επιμείνουμε σε αυτά χωρίς ενδοιασμούς. Να μη σάς απασχολεί λοιπόν καμία άλλη σκέψη, αλλά να συντάξετε τα γράμματα όπως γράφουμε, επειδή σάς διαβεβαιώνουμε ότι ούτε εμείς θα κάνουμε κάτι διαφορετικό από εκείνο που επιθυμείτε».
Ο Αντίοχος, φεύγοντας με τέτοια γράμματα και λόγια, έπεισε τούς πατριάρχες. Κι εκείνοι συμβιβάστηκαν να ξαναγραφούν τα γράμματα των τοποτηρήσεων, ἴδια με εκείνο που είχε σταλεί από εδώ. Τα ξανάγραψαν λοιπόν, τα υπέγραψαν και τα σφράγισαν, ενώ άλλαξαν και τα πρόσωπα των τοποτηρητών. Τα έφερε πίσω ο Αντίοχος36 και τα θεώρησαν ικανοποιητικά37 ο αυτοκράτορας και ο φρα Ιωάννης. Τέτοια εισαγωγική βοήθεια μάς πρόσφερε ο υπερασπιστής38 των δογμάτων τής δικής μας Εκκλησίας.
7. Πρεσβείες τού αυτοκράτορα προς τον πάπα και προς τη σύνοδο τής Βασιλείας39
Όταν ο αυτοκράτορας έστειλε τούς πρέσβεις στους πατριάρχες και στην Ιβηρία, έστειλε και προς τον πάπα τον κυρ Μανουήλ τον Βουλλωτή,40 για να τον ενημερώσει ότι ο αυτοκράτορας ετοιμαζόταν να έλθει στη σύνοδο και αναμφίβολα θα ερχόταν μαζί με τον πατριάρχη και τη σύνοδο των ανατολικών τον ερχόμενο χειμώνα, ώστε να είναι και ο πάπας έτοιμος γι΄ αυτό.
Έστειλε επίσης στη σύνοδο τής Βασιλείας τον κυρ Ιωάννη τον Δισύπατο, για να δείξει και στους εκεί ότι ετοιμάζονταν ο αυτοκράτορας, ο πατριάρχης και οι υπόλοιποι που θα έρχονταν στη σύνοδο και για να τούς παρακινήσει ο Δισύπατος, ώστε να φρόντιζαν κι εκείνοι να στείλουν τις γαλέρες που θα έφταναν εδώ το φθινόπωρο. Γιατί τότε θα τούς εύρισκαν όλους έτοιμους να μπουν στις γαλέρες και ταξιδεύοντας με αυτές να φτάσουν στη σύνοδο. Γι΄ αυτά λοιπόν, όπως φαινόταν, στάλθηκε ο Δισύπατος στη σύνοδο, επειδή και ο αυτοκράτορας είχε συμφωνήσει με τούς συνοδικούς. Κι εκείνοι έδωσαν και τα χρήματα, τα οποία έφερε στην Πόλη ο Ιωάννης και με τα οποία συγκέντρωσαν εκείνους που μαζεύτηκαν εδώ.
Ο Ιωάννης ο Δισύπατος αναχώρησε για τη σύνοδο τής Βασιλείας και είπε εκεί αυτά που ήθελε, όπως φάνηκε από τα πράγματα. Ωστόσο ούτε γνωρίζουμε, ούτε μπορούμε να πούμε πώς και γιατί από εκεί πήγε στον πάπα και τον ξεσήκωσε να στείλει γαλέρες και χρήματα και να γίνει η σχεδιαζόμενη σύνοδος με τον πάπα. Αυτό φάνηκε σε όλους δυσνόητο. Ωστόσο, αν και δυσεξήγητο, έτσι συνέβη, όπως είχε προβλέψει ο Δισύπατος ή, αν θέλετε, όπως είχε παραπλανήσει με την πρεσβεία του.41
8. Διάσκεψη για να σταματήσει το πρόγραμμα συζητήσεων με τούς Λατίνους42
Στο διάστημα που οι προαναφερθέντες πρέσβεις βρίσκονταν μακριά από την Πόλη, ο αυτοκράτορας έβαλε σκοπό να συγκεντρώσει τούς πιο αξιόλογους από τούς δικούς μας και να συζητήσουν από πού θα ήταν πιο πρόσφορο ν΄ αρχίσουν οι ομιλίες προς τούς Λατίνους και πώς έπρεπε να προχωρήσουν οι διαλέξεις. Πρόσταξε λοιπόν και συγκεντρώθηκαν ο Εφέσου και ο Ηρακλείας, οι άρχοντες τής Εκκλησίας οι σταυροφόροι, ο πνευματικός κυρ Γρηγόριος και ο ιερομόναχος κυρ Μάρκος ο Ευγενικός, ενώ ήταν παρών και ο αυτοκράτορας με τούς μεσάζοντες, τον διδάσκαλο Σχολάριο και τον Κριτόπουλο.43
Είπε λοιπόν ο αυτοκράτορας:
«Επειδή στείλαμε πρέσβεις όπου χρειαζόταν να στείλουμε, ώστε να προσέλθουν στη σύνοδο, ενώ περιμένουμε να πάμε μαζί τους στην Ιταλία, αν δώσει ο Θεός, ίσως τότε ο χρόνος εκείνος και τα πράγματα μάς δείξουν καλύτερα από πού πρέπει ν΄ αρχίσουμε και με ποιον τρόπο πρέπει να συζητήσουμε με τούς Λατίνους. Αλλά για να μη μένουμε εντελώς αδρανείς και χάνουμε τον καιρό μας, μού φάνηκε καλό να σκεφτούμε από τώρα για το θέμα αυτό και να προετοιμαζόμαστε για τα απαιτούμενα ζητήματα. Γι΄ αυτόν λοιπόν τον λόγο προσκληθήκατε και ας πει καθένας εκείνο που πιστεύει».
Είπε λοιπόν πρώτος ο μεσάζων Καντακουζηνός:
«Μού φαίνεται καλό ότι εκείνος που θα οριστεί να μιλήσει προς εκείνους, πρέπει να πει ήρεμα και φιλικά, με την αρμόζουσα αιτιολόγηση, τιμή και συντομία, ότι αίτιο τού σχίσματος υπήρξε η προσθήκη στο σύμβολο τής πίστεως. Ας διορθωθεί λοιπόν το θέμα αυτό κι έτσι θα προχωρήσουμε και στις επόμενες ομιλίες».
Μίλησαν και οι άλλοι, λέγοντας τα ίδια ή άλλα.
9. Ομιλία τού Σχολαρίου44
Τότε λοιπόν και ο διδάσκαλος Σχολάριος διάβασε συμβουλευτική ομιλία,45 την οποία είχε ήδη συγγράψει, έχοντας μελετήσει συνετά και με μεγάλη σαφήνεια. Η ομιλία επαινέθηκε απ΄ όλους ότι ήταν άριστα γραμμένη και ότι έδινε την καλύτερη συμβουλή. Μεταξύ των άλλων πολλών, σοφών, γενναίων και αρίστων επιχειρημάτων, περιλαμβανόταν και το εξής που απευθυνόταν στον αυτοκράτορα:
«Αν μεν έχει προϋποτεθεί ότι πρέπει να εξεταστεί το δόγμα με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια, ώστε κάθε σημείο του, με τη βοήθεια τού Θεού, ν΄ αποδειχθεί φανερά και με σαφήνεια από ρητά των διδασκάλων τής Εκκλησίας, να διακηρυχθεί αβίαστα από τη σύνοδο και να γίνει δεκτό απ΄ όλους χωρίς ενδοιασμούς, τόσο από εκείνους όσο και από εμάς, χωρίς να παραμείνει καμία διαφορά, τότε χρειάζεται και η σύνοδος να συγκληθεί με καλό τρόπο και να πάμε στην Ιταλία, ώστε να εξετάσουμε με αγωνιστικό τρόπο και ν΄ αποδείξουμε εκείνα που θα μπορέσουμε. Αν όμως πρόκειται να προχωρήσουμε προς κάποια συμβιβαστική ενωτική λύση, άσκοπο είναι η αγία βασιλεία σου, ο άγιος πατριάρχης και οι υπόλοιποι να υποστούμε κόπους, κινδύνους και ν΄ αναλάβουμε μεγάλες δαπάνες γι΄ αυτήν, που δεν θα προσφέρει τίποτε στην πατρίδα ή στην κοινή υπόθεση. Γιατί κατ΄ οικονομία ένωση είναι δυνατό να γίνει και με την αποστολή εκεί τριών ή τεσσάρων πρέσβεων.46 Κι αυτό ίσως θα είναι πιο συμφέρον και για την πατρίδα».
10. Ανάγνωση βιβλίου τού Νείλου Καβάσιλα και αποστολή στο Άγιον Όρος47
Άρεσε λοιπόν σε όλους σχεδόν κι αυτή η συμβουλή ως αρίστη. Όμως, ύστερα από τα πολλά τέτοια λόγια, φάνηκε καλό να διαβαστεί το βιβλίο τού αγίου τού Καβάσιλα,48 να διαλέξουν και από εκείνο και να συζητήσουν όσα χρειάζονταν. Ανέλαβαν λοιπόν αυτό το έργο ο ιερομόναχος κυρ Μάρκος Ευγενικός και ο προαναφερθείς Σχολάριος. Συγκεντρώνονταν ενώπιον τού αυτοκράτορα μαζί και με μερικούς από τούς προαναφερθέντες, σκέφτονταν και επεξεργάζονταν τα ζητήματα και φρόντιζαν για τη συγκέντρωση βιβλίων, ελπίζοντας να βρουν στο Άγιο Όρος εκείνα που δεν βρίσκονταν εδώ. Έστειλαν γι΄ αυτό τον ηγούμενο τού Καλέως49 ιερομόναχο κυρ Αθανάσιο,50 να προσκαλέσει τούς καλύτερους των εκεί και να φέρει και τα βιβλία που χρειάζονταν. Κι εκείνος βιβλία δεν έφερε, αλλά έφερε μόνο δύο ιερομόναχους, τον Μωϋσή από τη Μεγίστη Λαύρα51 και τον Δωρόθεο από το Βατοπέδιο,52 ως δήθεν τοποτηρητές όλων των αγιορειτών.
11. Επιλογή ατόμων προς αποστολή στη σύνοδο Βασιλείας53
Στο μεταξύ σκέπτονταν και για τα πρόσωπα που θα ήσαν κατάλληλα να συμμετάσχουν στη σύνοδο και όταν κάποιος μίλησε για τον ιερομόναχο κυρ Νείλο Ταρχανειώτη,54 ότι θα ήταν χρήσιμος για τη σύνοδο, είπε ο αυτοκράτορας:
«Φοβάμαι μη βρεθεί κανένα καλογέρι και βάλει εκεί καμιά φωνή, που θα μάς προξενήσει μεγάλη ζημιά».
Από αυτό λοιπόν έπρεπε να στοχαστούν οι συνετοί ποιον σκοπό είχε ο αυτοκράτορας και ότι αν έβλεπε να υπάρχει κάτι γενναίο στους δικούς μας, δεν θα έσπρωχνε σε τόσο μεγάλο γκρεμό την Εκκλησία. Την εποχή που γίνονταν αυτές οι προετοιμασίες, πέθανε ο Εφέσου κυρ Ιωάσαφ.55
12. Άφιξη των παπικών γαλερών. Η πρόβλεψη τού Δημητρίου Χρυσολωρά56
Στο τέλος περίπου τού Σεπτεμβρίου έφτασαν εδώ οι τέσσερις57 γαλέρες τού πάπα, με τις οποίες ήρθαν ο Δισύπατος,58 ο Βουλλωτής,59 ο λεγάτος τού πάπα60 και μαζί του τρεις επίσκοποι ως πρέσβεις, ο Κορώνης Χριστόφορος,61 ο Πορτογαλίας62 και ο [Δίγνης],63 ενώ με αυτές τις γαλέρες ήρθε και ο πανευτυχέστατος των τότε δεσπότης κυρ Κωνσταντίνος από την Πελοπόννησο,64 για να βρίσκεται στην Πόλη ως επίτροπος, όσο θα έλειπε ο αυτοκράτορας (γιατί έτσι είχε αυτός προστάξει). Ήρθαν και οι βαλλιστές65 από την Κρήτη.
Κι αν υπήρχαν κάποιοι που συνήθιζαν να μαντεύουν τα μελλοντικά από τούς κακούς οιωνούς, έπρεπε και για το θέμα αυτό να στοχαστούν. Γιατί μόλις αγκυροβόλησαν οι γαλέρες στο λιμάνι κι έδεσαν τα σχοινιά τής πρύμνης, έγινε αμέσως μεγάλος σεισμός,66 τον οποίο οι συνετότεροι θεώρησαν οργή τού Θεού. Από αυτό λοιπόν θυμήθηκαν μερικοί και τα λόγια τού κυρ Δημητρίου Χρυσολωρά,67 τα οποία είχε πει πριν από τριάντα χρόνια.
Γιατί αυτός, όντας φιλόσοφος και ασχολούμενος με την αστρονομική επιστήμη, όντας όμως και φίλος τού σοφού αυτοκράτορα κυρ Μανουήλ, ήρθε σ΄ εκείνον ως πρέσβης από τη Θεσσαλονίκη, σταλμένος από τον αυτοκράτορα κυρ Ιωάννη,68 που είχε μετονομαστεί μοναχός κυρ Ιωσήφ. Διαμένοντας λοιπόν κι αυτός στο παλάτι και συμμετέχοντας σε γεύμα με τον αυτοκράτορα και άλλους άρχοντες, όπως συνηθιζόταν, ρωτήθηκε από αυτόν, αν είχε βρει από την επιστήμη κι έχει κάτι να πει για τα μελλοντικά. Κι εκείνος ανέφερε ότι είχε βρει, ότι ο έβδομος Παλαιολόγος θα έκανε την ένωση με τούς Λατίνους και ότι θα γινόταν μεγάλο κακό στους Χριστανούς. Μόλις λοιπόν τα άκουσε αυτά ο αυτοκράτορας, είπε:
«Το ένα ήθελα ίσως να το ακούσω, αλλά το άλλο δεν ήθελα να το ακούσω καθόλου. Σε αυτό θα είναι ο ανηψιός μου, γιατί εκείνος είναι ο έβδομος».
Και είπε ο Χρυσολωράς:
«Δεν είναι αφέντης μου ο ανηψιός σου. Αφέντης μου είναι ο γιος σου ο αυτοκράτορας».69
Και τού απάντησε ο αυτοκράτορας:
«Επειδή εγώ δεν θα υπάρχω όταν θα γίνει αυτό, ας είναι όπως θέλεις».
Αυτά αναφέρθηκαν ως τεκμήρια εκείνων που θ΄ ακολουθούσαν. Ας προχωρήσουμε λοιπόν στη διήγηση.
13. Αναφορά των πρεσβευτών και συμπεριφορά τού παπικού λεγάτου70
Οι πρέσβεις μας λοιπόν, όταν επέστρεψαν, ανέφεραν στον αυτοκράτορα ότι ο πάπας είχε συμφιλιωθεί με τη σύνοδο τής Βασιλείας, είχαν ενωθεί, οι περισσότεροι επίσκοποι είχαν συγκεντρωθεί και βρίσκονταν με τον πάπα, ενώ άλλοι είχαν αναχωρήσει για τούς δικούς τους τόπους και η σύνοδος είχε σταματήσει.71 Όλη τη δύναμη και την εξουσία την είχε ο πάπας, γι΄ αυτό και είχε στείλει τις γαλέρες και τα χρήματα, για να συγκληθεί με εκείνον η οικουμενική σύνοδος. Τα ίδια ανέφεραν και στον πατριάρχη και τα διέδωσαν σε όλους σχεδόν, ιδιαίτερα ο δικός μας Δισύπατος που είχε σταλεί πρέσβης στη σύνοδο τής Βασιλείας.
Πήγαν και οι προαναφερθέντες επίσκοποι72 ως πρέσβεις, είδαν73 τον πατριάρχη κατά το έθιμο, είπαν τα ίδια που είχαν διακηρύξει και οι δικοί μας και ζητούσαν από τον πατριάρχη να ετοιμαστεί για το ταξίδι. Είχαν επίσης μαζί τους τον φρα Ιωάννη τής συνόδου Βασιλείας που είχε παραμείνει εδώ, ο οποίος, γνωρίζοντας τούς δύο επισκόπους από τη σύνοδο και μη έχοντας καταλάβει ότι είχαν περάσει στην πλευρά τού πάπα, αφού πείστηκε74 από τα λόγια τους και εξαπατήθηκε από γράμματα που είχαν δήθεν σταλεί από τη σύνοδο προς αυτόν, συμφώνησε κι αυτός, επιβεβαίωσε τα λόγια των επισκόπων και παρακινούσε τον πατριάρχη για την έξοδο από τη χώρα.
Ο παπικός λεγάτος, αφού βγήκε από τη γαλέρα, προχωρούσε με τιμές και με βασιλικούς άρχοντες προς την κατοικία που τού είχαν ετοιμάσει. Μπροστά του πήγαινε ο σταυρός. Κι αυτός περνούσε ευλογώντας άφοβα όσους συναντούσε, πράγμα που φάνηκε βαρύ σε όλους και μερικοί το ανέφεραν στον πατριάρχη. Κι εκείνος δεν θέλησε να κάνει κουβέντα γι΄ αυτό. Αλλά ο μεσάζων ο Νοταράς, φερόμενος πολύ συνετά, τον εμπόδισε να συνεχίσει να ευλογεί.
14. Η πλειοψηφία των επισκόπων ζητούν να μην πάνε στο εξωτερικό75
Ο αυτοκράτορας λοιπόν και ο πατριάρχης ετοιμάζονταν για την έξοδο από τη χώρα. Και οι αρχιερείς συγκεντρώθηκαν στην Κωνσταντινούπολη με εντολή αυτοκρατορική και πατριαρχική. Λίγοι όμως ήθελαν να επιβιβαστούν στα πλοία. Οι περισσότεροι ζητούσαν και παρακαλούσαν τις δικές τους εκκλησίες να παραμείνουν, για να μη στερηθούν τούς ναούς τους ή ακόμη και τη ζωή τους πηγαίνοντας στους Λατίνους. Το ίδιο έγινε και αργότερα.76
Τότε μάλιστα κι εγώ ο ίδιος ζήτησα δύο και τρεις φορές από τον μεσάζοντα Νοταρά και τον ικέτευσα ν΄ αναφέρει στον αυτοκράτορα και να τον παρακαλέσει να με ευεργετήσει να με αφήσουν εδώ. Ανέφερε λοιπόν εκείνος το θέμα στον αυτοκράτορα, μαζί με κάποια λογικά επιχειρήματα, προσθέτοντας:
«Υπάρχει κι εδώ ανάγκη να λειτουργεί το γενικό δικαστήριο, που θα σταματήσει αν αναχωρήσει αυτός, επειδή δεν έχουμε να βάλουμε στη θέση του άλλον αντίστοιχο. Γιατί εκείνοι που είναι μαζί του λίγα πράγματα ξέρουν από δίκαιο».77
Ο αυτοκράτορας δεν συγκατάνευσε καθόλου στην παράκληση, αλλά είπε:
«Ούτε αυτόν, ούτε άλλον αντίστοιχο με τον μεγάλο εκκλησιάρχη θ΄ αφήσουμε εδώ».
Όσο για το κριτήριο στο οποίο αναφέρομαι πολύ, είπε:
«Γιατί δεν θα είναι παράδοξο, αν βρείτε κάποιον κατώτερο και λειτουργεί εκείνος ως δικαιοφύλαξ, μέχρι να επιστρέψουμε».
Μόλις λοιπόν τα έμαθα αυτά, ενώ δεν βρήκα ούτε από τον πατριάρχη κάποια απαλλαγή ή επιείκεια, ετοιμαζόμουν ο δειλός, αναγκαστικά και χωρίς τη θέλησή μου, πράγμα που δεν έπρεπε να κάνω!
15. Άφιξη των γαλερών τής συνόδου Βασιλείας και κίνδυνος σύγκρουσης με τις παπικές78
Πέρασαν δεκαπέντε περίπου μέρες79 από την άφιξη στην Πόλη των γαλερών τού πάπα και ήρθε είδηση ότι έρχονταν γαλέρες από τη σύνοδο τής Βασιλείας και ότι είχαν φτάσει στη Χίο. Το είπαν λοιπόν αυτό οι δικοί μας στους εκπροσώπους τού πάπα. Κι εκείνοι, αλλά και ο δικός μας Δισύπατος, είπαν:
«Αυτό είναι ψέμα. Εμείς ξέρουμε ότι δεν θα έρθουν γαλέρες από τη σύνοδο».80
Και ύστερα από αυτή την ανακοίνωση, αφού πέρασαν τέσσερις ή πέντε μέρες, φάνηκαν να έρχονται τέσσερις γαλέρες.81
Μόλις λοιπόν το πληροφορήθηκε ο διοικητής των παπικών γαλερών, που τύχαινε να είναι ανηψιός τού πάπα με επώνυμο Κοντουλμέρ,82 θέλησε να ναυμαχήσει εναντίον τους.83 Όταν τα έμαθε αυτά ο αυτοκράτορας, διέταξε να σταθμεύσουν οι γαλέρες τής συνόδου Βασιλείας κοντά στον γιαλό τού Υψωμαθείου,84 ενώ έδωσε εντολή στον Κοντουλμέρ να σταματήσει τις ορμές και τις επιθυμίες που είχε στο μυαλό του εναντίον των συνοδικών, γιατί δεν θα ήταν αρμόζον γι΄ αυτόν τον Κοντουλμέρ να ναυμαχεί και να κάνει πολέμους σε αυτοκρατορική επικράτεια.
Εκείνος δεν πείστηκε, αλλά έστειλε μήνυμα στον αυτοκράτορα ότι είχε εντολή από τον πάπα85 να πολεμήσει τις γαλέρες τής συνόδου ὅπου τις εύρισκε και, αν μπορούσε, να τις βυθίσει και να τις αφανίσει. Αλλά και οι συνοδικοί, όταν τα άκουσαν αυτά, ετοιμάζονταν για πόλεμο. Τόσο αληθινά ήσαν εκείνα που έλεγαν ο λεγάτος, ο Κουντουλμέρ, οι επίσκοποι τού πάπα, αλλά και οι δικοί μας πρέσβεις! Πρόσταξε λοιπόν ο αυτοκράτορας τον Κοντουλμέρ:
«Αν εύρισκες τις γαλέρες τής συνόδου αλλού, ας έκανες ό,τι ήθελες. Τώρα όμως, στον δικό μου τόπο και μάλιστα στο δικό μας λιμάνι, κανένας δεν έχει την άδεια να κάνει πολέμους».
Τελικά τα πολλά λόγια και μηνύματα έπεισαν τον Κοντουλμέρ και ησύχασε. Και την επόμενη μέρα διέταξε ο αυτοκράτορας και ήρθαν οι γαλέρες τής συνόδου στο λιμάνι τού Κυνηγού.86
16. Οι απεσταλμένοι τής συνόδου επιμένουν να πάνε οι Γραικοί στη Βασιλεία87
Βγήκαν λοιπόν από τις γαλέρες οι πρέσβεις τής συνόδου, δύο επίσκοποι,88 καθώς και γραμματικοί και ο διοικητής των γαλερών89 μαζί με άλλους άρχοντες,90 και είδαν τον αυτοκράτορα.91
Ήρθαν οι ίδιοι και στον πατριάρχη92 και είπαν:
«Εμείς κάναμε όσα περιλαμβάνονταν στις συμφωνίες μας. Γιατί σάς έχουμε δώσει τα πρώτα χρήματα για τις δαπάνες σας, ενώ τώρα φέραμε και τα υπόλοιπα, καθώς και τις γαλέρες μέσα στον συμφωνημένο χρόνο, ενώ πήραμε και γράμματα και σφραγίδες από τούς βασιλείς και τούς άρχοντες, για να περάσετε από τούς τόπους τους με κάθε αγάπη, αξιοπρέπεια και τιμή».
Και αφού άνοιξαν ένα κιβώτιο, έδειξαν ότι ήταν γεμάτο με γράμματα και σφραγίδες,
«πράγμα για το οποίο», είπαν, «οφείλετε κι εσείς να έρθετε μαζί μας στη σύνοδο».
Μαζί τους ήταν και ο φρα Ιωάννης και ομολόγησε την απάτη93 με την οποία τον είχαν εξαπατήσει οι πρέσβεις τού πάπα, ενώ ζητούσε κι αυτός να μην αθετηθούν οι συμφωνίες με τη σύνοδο. Από τότε λοιπόν οι μέν τού πάπα ζητούσαν ν΄ αναχωρήσουν οι δικοί μας μαζί τους προς τον πάπα, ενώ πάλι οι τής συνόδου τούς παρακινούσαν ν΄ αναχωρήσουν για τη σύνοδο. Γίνονταν μεταξύ τους πολλές συζητήσεις.
17. Οικονομική διαμάχη ανάμεσα στους απεσταλμένους τού πάπα και τής Βασιλείας94
Ανάμεσα λοιπόν στα άλλα είπαν κι αυτό, ότι δεν είχαν οι τής συνόδου τόσα χρήματα να πληρώσουν για τις δαπάνες,95 όσα θα έδιναν οι από τον πάπα για την εξυπηρέτηση εκείνων που θα πήγαιναν εκεί. Έδιναν λοιπόν οι παπικοί τής Ρώμης πέντε χιλιάδες φλουριά. Όταν το άκουσαν οι τής συνόδου Βασιλείας, έδειξαν σε μερικούς δικούς μας άρχοντες είκοσι χιλιάδες φλουριά, τα οποία προορίζονταν για την κάλυψη των δαπανών μας, επιπλέον ασήμι αξίας δέκα χιλιάδων φλουριών, καθώς και εγγυητικές επιστολές που είχαν, να πάρουν όσα επιπλέον χρειάζονταν από τη γενουάτικη αποικία τού Γαλατά. Όσο για την κατηγορία ότι είχαν καθυστερήσει, είπαν:
«Αυτή την εποχή μάς είπε ο Δισύπατος να έλθουμε, όπως συμφωνεί και ο αυτοκράτορας, δηλαδή να βρεθούμε στην Κωνσταντινούπολη τον Οκτώβριο, όταν θα έχουν τρυγηθεί και τα αμπέλια,96 για να μην έρθουμε νωρίτερα, γίνει μάχη και μείνει έξω η σοδιά. Σύμφωνα λοιπόν με τη δική του εισήγηση, αρχίσαμε να ετοιμάζουμε τις γαλέρες αμέσως μετά τη γιορτή των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ενώ εκείνος έφυγε πριν από εμάς προς τον πάπα και παρουσίασε τα πράγματα όπως ήθελε».97
18. Η συμφωνία πάπα και συνόδου Βασιλείας ως όρος για την αναχώρηση των Γραικών98
Καθώς λοιπόν οι δικοί μας έβλεπαν αυτά τα πράγματα, έλεγαν σχεδόν όλοι ότι δεν συνέφερε τον αυτοκράτορα ν΄ αναχωρήσει τότε για την Ιταλία και δεν θα είχε λόγο να τον κατηγορήσει κανένα από τα δύο μέρη. Γιατί θα είχε ο αυτοκράτορας να παρουσιάσει την εξής νόμιμη και προφανέστατη αιτία:
«Επειδή έχουμε συμφωνήσει99 να είναι ενωμένοι ο πάπας και η σύνοδος κι έτσι να έλθουμε κι εμείς στην οικουμενική σύνοδο, αλλά εκείνοι είναι διασπασμένοι και πολεμούν ο ένας τον άλλον, φύγετε κι εσείς, ας ειρηνεύσουν πρώτα εκείνοι και ας ενωθούν, και τότε θα έλθουμε κι εμείς».
Αυτή λοιπόν τη συμβουλή έδιναν πολλοί στον αυτοκράτορα κι έλεγαν ότι από τον Θεό προερχόταν αυτό το εμπόδιο. Συναινούσαν μάλιστα σε αυτό και οι συνοδικοί.100 Αλλά ο αυτοκράτορας δεν ήθελε να τα παραδεχτεί αυτά.
19. Προτάσεις των τής συνόδου και αντίθετη στάση τού φρα Ιωάννη101
Όταν λοιπόν είδαν οι συνοδικοί τον αυτοκράτορα και τον πατριάρχη αποφασισμένους ν΄ αναχωρήσουν προς τον πάπα, είπαν:
«Εμείς λέμε να παραμείνουν οι δικές μας γαλέρες εδώ μέχρι και έξι μήνες με δικά μας έξοδα. Ας τις χρησιμοποιεί και ο αυτοκράτορας όπου θελήσει και ας στείλει πρέσβη προς τον πάπα και προς τη σύνοδο. Γιατί μπορεί μέσα σε αυτό το διάστημα ν΄ αναχωρήσει και να επιστρέψει. Και αν μέν ο πρέσβης ερχόμενος πληροφορήσει ότι ειρήνευσαν, τότε ν΄ αναχωρήσει ο αυτοκράτορας για την Ιταλία. Αν όμως δεν ειρηνεύσουν εκείνοι, τότε εμείς θα φύγουμε και ο αυτοκράτορας ας παραμείνει εδώ».
Αλλά και ο προαναφερθείς Ιωάννης, ερχόμενος στον πατριάρχη, είπε:
«Παρέμεινα σε αυτή την Πόλη περισσότερα από δύο χρόνια και νοιάζομαι για το συμφέρον και τής δικής σου αγιότητας και τού αυτοκράτορα και τής Πόλης. Παρά το γεγονός ότι και προηγουμένως εγώ πλήρωνα τις δαπάνες με τις οποίες συγκεντρώθηκαν εδώ οι παρόντες, ενώ παρακινούσα και για τη δική σας μετάβαση στη σύνοδο, τώρα, σεβόμενος και την αγάπη και τη στοργή που βρήκα από εσάς και φροντίζοντας για το δικό σας συμφέρον, συμβουλεύω ότι δεν σάς συμφέρει αυτή την εποχή να πάτε σ΄ εμάς ή στον πάπα. Τα ίδια ανέφερα πρώτα στον αυτοκράτορα και τώρα στη μεγάλη αγιοσύνη σου, ως φίλος σας».102
20. Συμβουλή τού αυτοκράτορα Σίγκισμουντ103
Στο μεταξύ έφτασε και ο κυρ Μανουήλ Δισύπατος104 σταλμένος από τον αυτοκράτορα Σίγκισμουντ, έχοντας ταξιδέψει για σαράντα μέρες με σπουδή μέσω Ουγγαρίας, Σερβίας και Μακεδονίας κι έχοντας περάσει κινδύνους για να φτάσει και ν΄ αναγγείλει τη συμβουλή τού αυτοκράτορα των Γερμανών.105 Γιατί εκείνος, ο οποίος και πριν, όπως προαναφέρθηκε, παρακινούσε και ξεσήκωνε τον αυτοκράτορά μας να σπεύσει να κάνει την ένωση και από τον οποίο ο αυτοκράτορας έλπιζε ν΄ απολαύσει πολύ μεγάλα καλά και ανταμοιβές, συμβούλευε τώρα με γράμματα και με τα λόγια τού Δισύπατου, να μην αναχωρούσε για τούς Λατίνους εκείνη την εποχή. Όπως φαίνεται όμως, είχαμε βρεθεί σε τέτοια κατάσταση, ώστε κοιτάζοντας να μη βλέπουμε και ακούγοντας να μην αποφασίζουμε ν΄ αντισταθούμε συνετά και να διασώσουμε ακηλίδωτη την Εκκλησία μας.
21. Αποστολή τού Παύλου Ασάν στον σουλτάνο και αναχώρηση των πλοίων τής συνόδου106
Αλίμονο! Ούτε αμυδρά λοιπόν δεν είναι δυνατό να διεκτραγωδήσω τη συμφορά των κακών που έπεσε πάνω μας, αφού διστάζει και το χέρι και η γλώσσα από το μέγεθος των κακών, από την τρέλλα και την ατίμωση τού γένους, για να το πω ευπρεπέστερα. Γιατί όχι μόνο οι συμβουλές των πολλών χριστιανών και των φίλων, αλλά κι εκείνες των εχθρῶν συμφωνούσαν!
Γιατί όταν ο κυρ Παύλος Ασάν107 στάλθηκε τότε στον Αμηρά ως πρέσβης,108 τού είπαν οι βεζύρηδες:
«Τι επείγον πρόβλημα έχει ο αυτοκράτορας και αναχωρεί προς τούς Λατίνους; Αν έχει κάποια ανάγκη, ας την πει και ο αφέντης θα την ικανοποιήσει. Καλύτερη ικανοποίηση θα βρει από τον αφέντη παρά από τούς Λατίνους, ενώ περισσότερο συμφέρει τον αυτοκράτορα η φιλία τού Αμηρά, παρά εκείνη των Λατίνων. Ας παρατήσει λοιπόν την προς Λατίνους έξοδο από τη χώρα και θα πάρει ό,τι ζητήσει από τον αφέντη».109
Αλλά εξελισσόταν αυτό που επρόκειτο να συμβεί και καθόλου δεν λογαριάζονταν οι συμβουλές όλων. Παράτησαν110 λοιπόν τις συμβουλές των συνοδικών κι έδιωξαν τις γαλέρες τους, εκείνες με τις οποίες έφυγε και ο φρα Ιωάννης.111 Και οι δικοί μας ετοιμάζονταν ν΄ αποπλεύσουν με τις γαλέρες τού πάπα.
22. Ο πατριάρχης καλεί τον κλήρο να ετοιμάζεται για αναχώρηση112
Ο πατριάρχης, αφού προσκάλεσε ιδιαιτέρως τούς μεγαλύτερους από τούς αρχιερείς που είχαν μαζευτεί στην Πόλη, τούς έπεισε να ετοιμαστούν ν΄ αναχωρήσουν για τη σύνοδο. Ούτε αυτούς συμβουλεύτηκε ο πατριάρχης, πρωτύτερα όπως έπρεπε ή ακόμη και τώρα, αν συνέφερε και αν άρεσε σε όλους ν΄ αναχωρήσουν για τούς Λατίνους και ν΄ αγωνιστούν για τα δόγματα, αλλά ούτε οι αρχιερείς ζήτησαν να συσκεφτούν και να καταλάβουν αν θα συνέφερε αυτό τη δική μας Εκκλησία. Γιατί αν αυτοί, που αποτελούσαν το πιο δυνατό τμήμα τής συνόδου και είχαν περισσότερη ισχύ, που προερχόταν τόσο από το σχήμα όσο και από τον βαθμό τους, ζητούσαν απόφαση γι΄ αυτά τα ζητήματα, θα μπορούσαμε κι εμείς να συνεισφέρουμε τα δέοντα. Όταν όμως οι αδελφοί δεν απαίτησαν να συσκεφτούν με τον αδελφό τους, πώς άραγε οι γιοί θα ζητούσαν σύσκεψη από τον πατέρα; Και αν οι αδελφοί ακολουθούσαν, τότε και οι γιοί αναγκαστικά ακολουθούσαν πιο πίσω, πρόθυμοι αλλά με απρόθυμο θυμό κατά τον ποιητή.113 Ή, για να το πω καλύτερα, ακολουθούσαν τον ποιμένα σαν πρόβατα.
23. Οι επίσκοποι που επιλέχθηκαν για να πάρουν μέρος στη σύνοδο114
Τότε χειροτονήθηκαν ως αρχιερείς Εφέσου ο κυρ Μάρκος, Σάρδεων ο κυρ Διονύσιος115 και Νικαίας ο κυρ Βησσαρίων, για να συμμετάσχουν ως εκλεγμένοι στη σύνοδο. Από τούς αρχιερείς λοιπόν, αυτοί που διάλεξε ο πατριάρχης και συμμετείχαν στη σύνοδο ήσαν ο Εφέσου,116 ο Τραπεζούντος,117 ο Ηρακλείας,118 ο Κυζίκου,119 ο Σάρδεων,120 ο Νικομηδείας,121 ο Νικαίας,122 ο Τουρνόβου,123 ο Μονεμβασίας,124 ο Λακεδαιμονίας,125 ο Αμασείας,126 ο Μυτιλήνης,127 o Σταυρουπόλεως,128 ο Μολδοβλαχίας,129 ο Ρόδου,130 ο Μελενίκου,131 ο Δράμας,132 ο Γάννου,133 ο Δρίστρας134 και ο Αγχιάλου.135 Επίσης ήρθε εκεί και ο Ρωσίας136 μαζί με έναν επίσκοπο.137
Αυτοί λοιπόν αναχώρησαν και ήσαν παρόντες στη σύνοδο.138 Τούς υπόλοιπους αρχιερείς, που είχαν προσκληθεί και καταφθάσει στην Κωνσταντινούπολη, τούς άφησε εκεί ο πατριάρχης, χωρίς να τούς πει ούτε για ποιον λόγο είχαν προσκληθεί, ούτε γιατί δεν αναχωρούσαν μαζί του, αλλά επίσης χωρίς να ζητήσει τη γνώμη τους επί τού προκειμένου ζητήματος.
24. Κληρικοί και μοναχοί που επιλέχθηκαν για το ταξίδι στην Ιταλία139
Από τούς άρχοντες τής Εκκλησίας140 ήσαν ο μέγας σακελλάριος,141 ο μέγας σκευοφύλαξ,142 ο μέγας χαρτοφύλαξ,143 ο μέγας εκκλησιάρχης,144 που είναι και ο συγγραφέας τού παρόντος, ο πρωτέκδικος,145 ο νομοφύλαξ,146 δηλαδή όλοι οι οφφικιάλιοι147 άρχοντες εκτός από τον ιερομνήμονα,148 που τον κράτησε εδώ πολυήμερη και δυσθεράπευτη αρρώστια. Από τούς ιερομόναχους ήσαν ο πνευματικός149 κυρ Γρηγόριος, ο ηγούμενος τού Παντοκράτορος,150 ο ηγούμενος τού Καλέως,151 ο ηγούμενος τού Αγίου Βασιλείου,152 ο ιερομόναχος κυρ Παχώμιος,153 ο ιερομόναχος κυρ Μωϋσής τής Μεγίστης Λαύρας, ο ιερομόναχος κυρ Δωρόθεος τού Βατοπαιδίου.154 Αυτοί ήσαν εκείνοι που συμμετείχαν στη σύνοδο εκ μέρους τής Ανατολικής Εκκλησίας και όχι περισσότεροι. Ήσαν επίσης παρόντες και οι υπόλοιποι άρχοντες τής Εκκλησίας, όπως προαναφέρθηκε, καθώς και ψάλτες και ολόκληρος σχεδόν ο κλήρος και μερικοί ιερομόναχοι και μοναχοί.155
Σε αυτούς λοιπόν, καθώς και στους υπόλοιπους, έδωσε εντολή ο πατριάρχης, σε άλλους ο ίδιος και σε άλλους μέσω τρίτων, να ετοιμαστούν αρχοντικά και ν΄ αναχωρήσουν έντιμα για την Ιταλία, αφού το ενέκρινε αυτό και ο αυτοκράτορας.
25. Προτροπή τού πατριάρχη για το ταξίδι στην Ιταλία156
Εκείνες τις ημέρες, ενώ καθόταν ο πατριάρχης και αναφερόταν στην έξοδο από τη χώρα, με παρόντες μερικούς αρχιερείς καθώς κι εμάς, όπου όλοι θεωρούσαμε τρομερή τη συνεδρίαση και συζήτηση με τούς Λατίνους, ενώ μερικοί φοβούνταν ότι θα έμπαινε σε κίνδυνο ακόμη και η ζωή τους, ο πατριάρχης μάς καθησύχαζε να μην έχουμε κανένα φόβο. Γιατί έλεγε ότι είχε πολύ θάρρος και εμπιστοσύνη από τα γράμματα και από τα λόγια που έρχονταν από εκεί:
«Μόλις φτάσουμε εκεί, με τη βοήθεια τού Θεού, θα μάς υποδεχτούν όλους με πολλή τιμή και αγάπη, θα μάς εξυπηρετήσουν πολύ και θα έχουμε κάθε άδεια και ελευθερία να λέμε αυτό που θέλουμε. Θ΄ αποδείξουμε, με τη χάρη τού Χριστού, ότι το δικό μας δόγμα είναι καθαρότατο και λαμπρότατο. Στα ζητήματα τού δόγματος οι δικοί μας θα φανούν διδάσκαλοι των δικών τους. <Μάλιστα νομίζω ότι> θα πειστούν, θα συμφωνήσουν με το δικό μας δόγμα κι έτσι θα ενωθούμε. Πόσων λοιπόν αγαθών και στεφάνων θα είμαστε άξιοι, αν ένα τόσο μεγάλο αγαθό επιτευχθεί με τη βοήθειά μας, θέλοντος και τού Θεού! Αν πάλι δεν δεχτούν το δικό μας δόγμα, πάλι θα επιστρέψουμε λαμπροί, έχοντας κηρύξει λαμπρά, με τη χάρη τού Θεού, την αληθινή πίστη, έχοντας ενισχύσει τη δική μας Εκκλησία και χωρίς να έχουμε καθόλου απομακρυνθεί από την αλήθεια.
Αλλά ακόμη κι αν εξασκήσουν βία, εμείς δεν θα παρεκκλίνουμε καθόλου από το υγιές δόγμα των πατέρων μας. Δεν θ΄ απομακρυνθούμε καθόλου από εκείνα που παραλάβαμε από τις άγιες και οικουμενικές συνόδους και τούς ιερούς διαδασκάλους τής Εκκλησίας, ακόμη κι αν μάς βασανίσουν ή υποστούμε οτιδήποτε άλλο. Ή θα ολοκληρωθούμε μαρτυρικώς ή θα γίνουμε μάρτυρες από επιλογή μας. Τι άραγε μεγαλύτερο θα υπάρχει, από το να γίνουμε σαν τον Άγιο Γεώργιο ή τον Άγιο Δημήτριο; Όποιο από τα τρία κι αν γίνει, θα μάς προσφέρει μεγάλη δόξα και τιμή και ψυχική σωτηρία. Γι΄ αυτό λέω, να δώσουμε στον Θεό την απόφαση και επιθυμία μας γι΄ αυτό το θείο έργο και να περιφρονήσουμε κόπους και κινδύνους προκειμένου να το κατορθώσουμε. Κι εκείνος θα δώσει την έκβαση τού πράγματος προς το δικό μας συμφέρον. Ωστόσο γνωρίζετε ότι εγώ ήμουν εκείνος που δυσφορούσε πάντοτε, περισσότερο απ΄ όλους γι΄ αυτά και δεν συμφωνούσα καθόλου για τη μετάβαση στην Ιταλία. Τώρα όμως βλέπετε με ποιον τρόπο αγνόησα κάθε δυσκολία και φόβο κι έγινα πρόθυμος γι΄ αυτό το ταξίδι. Νομίζω λοιπόν ότι κι αυτό οφείλεται στον Θεό».
26. Επιπλήξεις και διαβεβαιώσεις τού πατριάρχη προς αντιστεκόμενους επισκόπους157
Αυτά έλεγε σε πολλούς και πολλές φορές όταν ετοιμαζόταν, ενώ μάς ξεσήκωνε για την έξοδο από τη χώρα. Έλεγε:
«Και θα φύγουμε και θα επιστρέψουμε νικητές, τροπαιούχοι».
Αλλά απειλούσε με σφοδρότητα κι εκείνους που δεν ήθελαν ή εκείνους που δυσκολεύονταν να τον ακολουθήσουν κι έλεγε ότι θα έκανε τα χειρότερα εναντίον τους, αν δεν ακολουθούσαν. Σ΄ εκείνους που έλεγαν ότι δεν μπορούσαν να πάνε γιατί θα έμπαιναν σε χρέη, τούς έλεγε ότι πολύ περισσότερο έπρεπε να πάνε, για να ξοφλήσουν και τα χρέη τους από εκεί. Είπε τότε ο Ηρακλείας:
«Ορίστε, φεύγει λοιπόν η μεγάλη αγιοσύνη σου και σε ακολουθούμε κι εμείς. Επειδή όμως είμαστε καλόγεροι, πρέπει ν΄ αναχωρήσουμε καλογερικά, με τα ράσα, τούς μανδύες158 και τούς καλόγερους159 που έχουμε. Τι μάς χρειάζονται εμάς αρχοντικές και περίτεχνες προετοιμασίες;»
Κι ο πατριάρχης τού απάντησε:
«Θα είχες δίκιο, αν ήθελε έτσι ο αυτοκράτορας. Αλλά εκείνος θέλει ν΄ αναχωρήσει η Εκκλησία μας προς τα εκεί εντίμως. Γιατί λέει ότι αν εμφανιστεί εκεί εντίμως, θα τιμηθεί και από εκείνους κι αυτό θα είναι και προς τιμή μας.160 Αν όμως εμφανιστεί φτωχικά, θα περιφρονηθεί και θα θεωρηθεί από εκείνους ασήμαντη».
Και είπε ο Ηρακλείας:
«Δώστε μας λοιπόν αρκετά χρήματα, για να ετοιμαστούμε όπως θέλετε».
27. Ιερά σκεύη από την Αγία Σοφία που θα ταξιδέψουν στο εξωτερικό161
Και ο πατριάρχης έδωσε εντολή να ετοιμαστούν και όλα τα ιερά σκεύη τής αγιότατης μεγάλης εκκλησίας.162 Εμείς δυσφορήσαμε γι΄ αυτό και ρωτήσαμε:
«Τι χρειάζονται τόσο πολλά ιερά σκεύη; Σε ποια τόσο μεγάλη αγία τράπεζα θ΄ απλωθούν αυτά τα ιερά τραπεζόφορα; Γιατί συμφέρει να διακινδυνεύσουν κι αυτά; Κι αν συμβεί κάτι με την άδεια τού Θεού, να ζημιωθεί η Εκκλησία και να στερηθεί τόσο πολλά και τέτοια ιερά κειμήλια;»
Ο πατριάρχης απάντησε:
«Θα μάς δώσουν μοναστήρι, στο οποίο θα υπάρχει και μεγάλη εκκλησία. Κι εκεί θα μάς φανούν χρήσιμα αυτά τα ιερά. Πιστεύω μάλιστα ότι θα τα φέρουμε και πάλι πίσω, μαζί με περισσότερα. Κι αν συμβεί κάτι άλλο, ας κινδυνεύσουν κι αυτά μαζί μας».
Αλλά πριν ακόμη βρεθούμε αυτά κι εμείς σε θαλάσσιους κινδύνους, εκείνα απέκτησαν την εμπειρία τού ναυαγίου. Γιατί τρια φθαρμένα από τον χρόνο ιερά ριπίδια,163 όταν βρίσκονταν ακόμη στη στεριά, στην αγιότατη μεγάλη εκκλησία, αντί ν΄ ακουμπιστούν και να ετοιμαστούν, όπως ετοιμάστηκαν και τα υπόλοιπα, για να τοποθετηθούν πάνω στην αγία τράπεζα, ώστε να περικαλύπτουν και ν΄ αερίζουν τα ζωοποιά, φρικτά και άχραντα μυστήρια με τον τρόπο των θείων εξαπτερύγων, που παραστέκονται στον Θεό και καλύπτουν τα πρόσωπα και τα πόδια τους με τα φτερά, μετατράπηκαν σε διβάμβουλα,164 με τη μορφή των εξαπτερύγων να πετά μακριά ή να διώχνεται, θα λέγαμε, από αυτά. Και αντί να τοποθετηθούν πάνω σε θεία τράπεζα σαν ιερό στολίδι, κατάντησαν να περιφέρονται εδώ κι εκεί με το φως από τις λαμπάδες, να τα ακουμπούν και να τα πετούν όπου να΄ ναι. Θα έλεγε κανείς, ότι αυτό ήταν προοίμιο τής παρεκτροπής τού καθαρού και ακίβδηλου δόγματος τής Εκκλησίας που θα γινόταν σε λίγο, καθώς και τής καταστροφής της που θα επακολουθούσε από την αδιαφορία, αλίμονο, των προστατών της!
28. Ο αυτοκράτορας παρακρατά την προσφορά στον Παντοκράτορα165
Αλλά και ο αυτοκράτορας, παίρνοντας εκείνα τα πολλά χρυσά νομίσματα που αφιέρωσε ο Ρωσίας κυρ Φώτιος166 στον Παντοκράτορα Χριστό,167 τα χρησιμοποίησε για δική του εξυπηρέτηση. Κι έφτιαξε με αυτά χρυσοκέντητο κάλυμμα για το κρεβάτι του και χρυσοκέντητα σκέπαστρα με χρυσούς κόμπους για τη σέλλα των αλόγων του, ώστε, παρελαύνοντας έτσι ανάμεσα στους Ιταλούς, να θεωρηθεί από εκείνους μεγάλος αυτοκράτορας. Με τέτοια εξιτήρια δώρα υπόσχονταν οι ηγεμόνες μας να τιμήσουν τον Θεό, όταν έφευγαν από την Κωνσταντινούπολη. Με τέτοιο τρόπο ο ηγεμόνας απέδιδε τα ευχαριστήρια στον Παντοκράτορα και ψάλλονταν παρακλήσεις με πλήθος κόσμου,168 τόσο στην αγιότατη μεγάλη εκκλησία, όσο και στη σεβάσμια μονή των Οδηγών,169 ενώ στις αιτήσεις του προς τον Θεό στις υμνωδίες πρόσθεσαν ακόμη το «δεόμεθα υπέρ ειρήνης, ευοδώσεως, διορθώσεως και ενώσεως των Εκκλησιών τού Χριστού». Κι εμείς λέγαμε:
«Πώς άραγε ο περιφρονημένος παντοκράτορας θα μπορέσει να ευοδώσει τις πραξεις εκείνων που αφαιρούν τα δικά του;»
Κι αν με κατηγορήσει κανείς ότι επιτίθεμαι σε μερικούς, να μη θεωρηθεί αυτό χαρακτηριστικό τής δικής μου πρόθεσης. Γιατί το σφάλμα ανήκει σ΄ εκείνους που το διέπραξαν, όχι σε αυτόν που το διηγείται.
29. Διαμαρτυρία τού πατριάρχη για τα λίγα χρήματα προς την Εκκλησία170
Οι εκπρόσωποι τού πάπα πίεζαν τούς δικούς μας και βιάζονταν για την αναχώρηση. Έφεραν δεκαπέντε χιλιάδες φλουριά171 στο παλάτι και ο αυτοκράτορας έστειλε μήνυμα στον πατριάρχη να πάρει τις έξι χιλιάδες και να τις μοιράσει στους εκκλησιαστικούς που θα έρχονταν στη σύνοδο. Και ο πατριάρχης έστειλε την απάντηση με μένα:
«Πολλές φορές πρόσταξε η αγία βασιλεία σου, να ετοιμαστούν οι τής δικής μας Εκκλησίας αρχοντικά και με τιμή. Τώρα όμως προστάζεις να πάρουν τις έξι χιλιάδες. Σε πόσους άραγε θα φτάσουν αυτές για την έντιμη εξυπηρέτηση τής δικής μου ιδιότητας, μαζί με τούς αρχιερείς τού κελλιού μου ή τούς άρχοντες τής Εκκλησίας; Πώς άραγε θα εξυπηρετηθούν με αυτές, όπως πρέπει και αρχοντικά; Γιατί άραγε από τις δεκαπέντε χιλιάδες να πάρουμε τις έξι; Ο συνολικός αγώνας αυτής τής προσπάθειας αφορά την Εκκλησία και σε αυτήν θ΄ ανατρέξει η ανάγκη τόσο για λόγια όσο και για έργα. Είναι λοιπόν αναγκαίο να περάσουν σε αυτήν και τα περισσότερα φλουριά. Εγώ ήμουν εκείνος που συμβούλευσε και συνεργάστηκε για ν΄ αναχωρήσουμε για τον πάπα. Τώρα όμως, επειδή τόσα μάς δίνονται, πρέπει κι εγώ ν΄ αλλάξω γνώμη ως προς την παρουσία μου στη σύνοδο ή μάλλον να μην αναχωρήσω καθόλου, ούτε για τον πάπα, ούτε για τη σύνοδο».
30. Απάντηση τού αυτοκράτορα172
Σε αυτά απάντησε ο αυτοκράτορας:
«Μού κάνει εντύπωση που μιλά έτσι ο πατριάρχης. Εμείς δεν κάναμε τίποτε καταχρηστικό σε αυτό το μοίρασμα. Γιατί δώσαμε στον αδελφό μου τον δεσπότη τις δύο χιλιάδες. Και δεν μπορεί κανείς να πει ότι τού δώσαμε πολλά ή ότι είναι άσκοπο να έλθει κι αυτός μαζί μας. Αντίθετα, λίγα είναι για τις ανάγκες του και όλοι γνωρίζουν ότι χρειάζεται να έλθει κι αυτός μαζί μας.173 Δώσαμε χίλια φλουριά στους αποκρισιάριους.174 Ήταν κι αυτό αναγκαίο.
Απέμειναν δώδεκα χιλιάδες και τις μοιράσαμε κι αυτές στη μέση, αν και μάλλον λιγότερα έπρεπε να δώσω στη Εκκλησία. Γιατί εμείς έχουμε πολλά έξοδα. Και τι χρειάζεται να έλθουν από την Εκκλησία πολλοί και άχρηστοι; Ας έλθουν λιγότεροι και απαραίτητοι, ώστε να φτάσουν κι αυτά τα χρήματα. Πρέπει να θυμόμαστε κι αυτά που γράφηκαν στο δεκρέτο.175 Γιατί υποσχέθηκαν ότι θα καλύψουν εκεί τα έξοδα διατροφής επτακοσίων και ούτε ενός περισσότερου. Πρέπει λοιπόν ν΄ αναχωρήσουν από εδώ λιγότεροι, γιατί θα έλθουν εκεί πολλοί με τον Ρωσίας.176 Επίσης δεν επιτρέπεται να λέει ο πατριάρχης ότι δεν θα έλθει στη σύνοδο. Μόνο τότε έπρεπε αυτός να μη με ακολουθήσει αναχωρώντας για τη σύνοδο, όταν με έβλεπε να μετακινούμαι σε άλλο δόγμα».
Για το ίδιο ζήτημα είπε και ο μεσάζων Καντακουζηνός:
«Ο αφέντης μας ο αυτοκράτορας δεν καταναλώνει μόνο αυτά τα χρήματα, αλλά και πολλά από τα δικά του. Γιατί με δικούς του πόρους ετοιμάζει και τη γαλέρα του, καθώς και διάφορα άλλα αναγκαία για ένα τέτοιο ταξίδι. Δεν ήσαν κατάλληλα τώρα προς τον αυτοκράτορα αυτά τα λόγια τού πατριάρχη, ούτε ευπρεπή, όπως ούτε για μένα θα ήταν ευπρεπές, αν φερόμουν όπως οι παλιάτσοι τής αγοράς».
31. Επιμονή τού πατριάρχη177
Όταν λοιπόν τα είπαμε αυτά στον πατριάρχη, πάλι εκείνος ειδοποίησε με εμάς:
«Επειδή μοιράστηκαν έτσι όπως προστάζει η αγία βασιλεία σου, εγώ ούτε μπορώ, ούτε πρέπει ν΄ αναχωρήσω με λιγότερα, επειδή και οι ομιλίες και οι αγώνες προς την Εκκλησία και από την Εκκλησία θα γίνουν. Εσύ ο ίδιος δεν παραιτείσαι από την προσωπική σου φρουρά.178 Πώς άραγε θ΄ αναχωρήσω εγώ χωρίς τη δική μου τάξη; Δώσε λοιπόν εντολή να πάρω από αυτό το ποσό, όσο θα σού φανεί επαρκές και κατάλληλο για τις δικές μου ανάγκες καθώς και για εκείνες τής συνοδείας μου. Γιατί θ΄ αναγκαστώ να κάνω πολλά έξοδα και στη γαλέρα, όπου πολλοί μέσα σε αυτήν θ΄ αποβλέψουν στη δική μου φιλοτιμία. Δώσε εντολή και σε κάποιους από τούς άρχοντές σου να μοιράσουν τα υπόλοιπα στους αρχιερείς, στους άρχοντες τής Εκκλησίας και στους άλλους που θα έρθουν μαζί μας».
32. Αδιαλλαξία τού αυτοκράτορα. Παράδοση των επιστολών τοποτήρησης179
Μαθαίνοντας κι αυτά ο αυτοκράτορας από εμάς, απαγόρευσε να ξεκινήσουν κάποιοι το μοίρασμα. Πρόσταξε επίσης:
«Δεν χρειάζεται να δοθούν χρήματα σε κάποιους από τούς αρχιερείς που είναι εύποροι. Γιατί ορισμένοι έχουν ετήσιο εισόδημα χίλια υπέρπυρα κι έχουν μαζέψει πολλά, αφού έγιναν αρχιερείς πριν από πολλά χρόνια. Εκείνοι λοιπόν όχι μόνο δεν πρέπει να πάρουν από τα χρήματα που μοιράζονται τώρα, αλλά οφείλουν μάλλον να δώσουν οι ίδιοι από τα δικά τους σ΄ εκείνους που δεν έχουν. Άραγε σε ποια άλλη ανάγκη πιο προφανή, πιο πιεστική ή πιο ευσεβή θα καταναλώσουν αυτά που έχουν μαζέψει; Ας δοθούν λοιπόν τα φλουριά στους υπόλοιπους, σ΄ εκείνους που δεν μπορούν να ετοιμαστούν με δικούς τους πόρους, κι έτσι τα χρήματα θα επαρκέσουν».
Έπειτα αποφάσισε ο αυτοκράτορας:
«Να πάρει ο πατριάρχης τα χίλια φλουριά και να τα διαχειριστεί όπως θέλει μαζί με εκείνους που θα μείνουν μαζί του. Οι άλλες πέντε χιλιάδες να μοιραστούν στους υπόλοιπους».
Όμως, ύστερα κι από αυτά τα λόγια τού αυτοκράτορα, στους πλουσιότερους αρχιερείς δόθηκαν περισσότερα φλουριά και στους φτωχότερους λιγότερα. Κι όταν ο πνευματικός, ο κυρ Γρηγόριος, ειδοποιήθηκε να ετοιμαστεί, είπε:
«Γνωρίζω ότι θ΄ αντιμετωπίσουν πολλές συμφορές και εκείνοι που θα φύγουν για τη σύνοδο και εκείνοι που θα παραμείνουν εδώ. Αν λοιπόν θέλουν να πάω κι εγώ μαζί και να πονώ μαζί με εκείνους που θα υποφέρουν, θα πάω».
Έπειτα είπε και σε κάποιον φίλο:
«Θα είναι καλύτερο, αν με αφήσουν εδώ. Γιατί αν αναχωρήσω για εκεί, θα επιδιώξω κάθε κακό».
Κι όταν εκείνος τού είπε,
«Γιατί μιλάς έτσι; Μάλλον έλα και κάνε κάθε καλό»,
εκείνος πάλι είπε:
«Το λέω για να το ξέρετε, ότι θα κάνω κάθε κακό».
Αυτό, όπως φάνηκε, ήταν προαναγγελία εκείνων που έγιναν αργότερα.
Έπειτα ειδοποίησε ο αυτοκράτορας και ο πατριάρχης τούς τοποτηρητές, με μένα και τον Χρυσοκέφαλο,180 ν΄ αναλάβουν την τοποτήρηση των πατριαρχών. Τούς δώσαμε και τα γράμματα, τού μεν Αλεξανδρείας στον Ηρακλείας, τού Αντιοχείας στον πνευματικό κυρ Γρηγόριο μαζί με τον Ρωσίας, όταν αυτός θα ερχόταν, και τού Ιεροσολύμων στον Εφέσου και στον Σάρδεων.181 Συμφώνησαν και τα δέχτηκαν. Μετά τη διανομή των φλουριών ετοιμάστηκαν όλοι και περίμεναν την ημερομηνία τής αναχώρησης. Πρέπει λοιπόν να προστεθούν στη διήγηση κάποια από εκείνα που συνέβησαν στο θαλασσινό ταξίδι.
<-2. Ενωτικές πρωτοβουλίες μέχρι τη Σύνοδο τής Βασιλείας | 4. Από την Πόλη στη Βενετία και τη Φερράρα-> |