<-Εισαγωγή | 3. Η απόφαση για τη συμμετοχή σε Σύνοδο στο εξωτερικό-> |
Κεφάλαιο 2: Ενωτικές πρωτοβουλίες μέχρι τη Σύνοδο τής Βασιλείας1
Εσείς νομίζετε ότι εδώ
μάς περισσεύουν τα φλουριά.
Ωστόσο,
αν και υπάρχουν πολλά,
αυτά ξοδεύονται
και σε πολλές αναγκαίες
υποχρεώσεις
1. Ο επίσκοπος Πολεανίνης ονομάζεται μητροπολίτης Μολδαβίας2
……………………………………………………………………
……………………………………………………………………
Ερχόμενος άφησε3 τον μητροπολίτη να περιμένει στα Άθυρα,4 ώστε πηγαίνοντας μόνος να καταφέρει να πείσει τον πατριάρχη5 να δεχτεί το γεγονός και να τον βάλει μέσα στην Πόλη ως μητροπολίτη. Πήγε λοιπόν ο μεσάζων6 στον πατριάρχη. Όμως, αν και τού είπε πολλά για το θέμα, αν και χρησιμοποίησε όλα τα επιχειρήματά του για να τον πείσει, δεν μπόρεσε να πετύχει καν την είσοδο τού Πολεανίνης7 στην Πόλη.
2. Η αντίθεση τού πατριάρχη, ο θάνατός του και τα δικαιώματα τού αυτοκράτορα8
Ύστερα από δύο μέρες πήγε και πάλι ο μεσάζων στον πατριάρχη και βρήκε εκεί και τον Μηδείας,9 πράγμα που είχε προσχεδιάσει. Ο μεσάζων ανέπτυξε και πάλι πολλά επιχειρήματα, στα οποία συνηγορούσε και ο Μηδείας, ώστε ο προαναφερθείς να γίνει δεκτός ως επίσκοπος Μολδοβλαχίας, ή απλώς να τού επιτραπεί η είσοδος στην Πόλη και να βρίσκεται εδώ, μέχρι να επιστρέψει ο αυτοκράτορας και ν΄ αποφασίσει για το ζήτημα.
Προσπαθούσαν λοιπόν να τον πείσουν, αλλά δεν το κατόρθωναν (γιατί τα λόγια τού σοφού πατριάρχη, λογικά τεκμηριωμένα και δίκαια, αποδείκνυαν αβάσιμα τα δικά τους επιχειρήματα). Αναγκάστηκε ο Μηδείας να παρακαλέσει τον πατριάρχη λέγοντας:
«Μπαίνουν καθημερινά στην Πόλη πολλοί άνθρωποι από άλλα γένη και αιρέσεις,10 λόγου χάρη Αρμένιοι και Αγαρηνοί,11 χωρίς να τούς εμποδίζει κανένας. Ας μπει λοιπόν κι αυτός με τον ίδιο τρόπο κι ας μην εμποδιστεί».
Ο πατριάρχης, έχοντας φιλική διάθεση απέναντι στον Μηδείας, αφού διαφώνησε με τα επιχειρήματά του, σιώπησε τελικά στην παράκλησή του και ενέδωσε. Ο μεσάζων έστειλε ανθρώπους κι έφεραν τον μητροπολίτη στην Πόλη. Ήρθε λοιπόν αυτός και καθόταν στο μοναστήρι τού Μεγάλου Βασιλείου12 περιμένοντας τον αυτοκράτορα,13 χωρίς να τού επιτρέπουν να βγαίνει έξω. Κι ο πατριάρχης, θεωρώντας αυτή την εξέλιξη πολύ κακή, στενοχωριόταν πολύ κι ετοιμαζόταν με κάθε τρόπο ή να διορθώσει την Εκκλησία όταν θα γύριζε ο αυτοκράτορας,14 ώστε να μην εξουσιάζεται από εκείνον, ή να παραμένει στο κελί του και να μην εργάζεται ούτε ο ίδιος ούτε η Εκκλησία, χωρίς όμως να παραιτείται.
Επειδή ο αυτοκράτορας τα κατάλαβε, όταν βρήκε την ευκαιρία, τότε που τον πατριάρχη τον πήρε ο θάνατος,15 έσπευσε ν΄ αναθεωρήσει τα προνόμια τού πατριάρχη. Διέταξε λοιπόν τούς αρχιερείς να κάνουν τα προαναφερθέντα.16 Κι όταν οι αρχιερείς τού είπαν,
«πρόσταξε να διοριστεί πρώτα πατριάρχης και ύστερα ας γίνουν όσα διατάζεις, γιατί δεν είναι δίκαιο ν΄ αποφασίζουμε εμείς για τέτοια ζητήματα χωρίς να έχουμε πατριάρχη»,
ο αυτοκράτορας πρόσταξε:
«Καλύτερα να γίνουν πρώτα όσα φαίνονται σωστά, ώστε και η βασιλεία και η Εκκλησία να γνωρίζει καθεμιά και ειρηνικά τα δικά της δικαιώματα κι εκείνος που θα γίνει πατριάρχης να γνωρίζει εξ αρχής ποια είναι τα δικά του δικαιώματα και ποια τού αυτοκράτορα. Θα είναι καλύτερο και για τον πατριάρχη. Γιατί αν γίνουν ύστερα πράγματα που τον υποβαθμίζουν, ίσως τού καταλογίσουν ότι εκείνο που είχε γίνει επί των ημερών του δεν είχε συμβεί επί τού προκατόχου του».17
Πρόσταξε λοιπόν να συγκεντρωθούν στον ναό των Αγίων Αποστόλων,18 να συζητηθούν τα θέματα και να επικυρωθούν εκείνα που θα συζητηθούν, επειδή, όπως είπε,
«και προηγουμένως έχουν δοθεί από τούς τότε αρχιερείς, που ήσαν πολύ μεγάλοι, όπως κι εσείς, γνωρίζω, συμφωνείτε, ενώ υποστηρίχθηκαν και από τον αγιότατο και σοφό πατριάρχη».19
3. Η σύσκεψη στους Αγίους Αποστόλους20
Ορίστηκε λοιπόν μια μέρα, κατά την οποία συγκεντρώθηκαν στον ναό των Αγίων Αποστόλων. Στάλθηκαν επίσης εκεί από τον αυτοκράτορα ο μεσάζων Δημήτριος Γουδέλης,21 ο κυρ Δημήτριος Χρυσολωράς22 καί ο κυρ Δημήτριος Άγγελος ο Φιλομμάτης.23 Ὀταν λοιπόν κάθησαν όλοι μαζί για σύσκεψη, είπαν κάποιοι από τούς αρχιερείς:
«Καλό θα είναι, πριν αρχίσει η συζήτηση των θεμάτων τής σύσκεψης, να γνωρίζουμε αν ἔχουμε δικαίωμα να συγκεντρωνόμαστε σε σύνοδο χωρίς τον πρώτο ιεράρχη μας και ν΄ αντιμετωπίζουμε συνοδικά ζητήματα».
Απάντησαν για το θέμα οι άρχοντες και μερικοί αρχιερείς ότι:
«Ο αυτοκράτορας έχει το δικαίωμα να συγκαλεί την ιερά σύνοδο όποτε επιθυμεί.24 Δεν υπάρχει τίποτε καινούργιο στο γεγονός ότι συγκεντρωθήκατε κι εσείς τώρα εδώ με βασιλική διαταγή. Δεν πρέπει λοιπόν να έχετε τέτοιες επιφυλάξεις, αλλά να σκεφτείτε για τα ζητήματα που έχουμε μπροστά μας».
Αφού λοιπόν συζητήθηκαν τα ζητήματα και ειπώθηκαν πολλά, όπου οι μεν άρχοντες αγωνίζονταν υπέρ τού αυτοκράτορα, ενώ μερικοί αρχιερείς αντιστέκονταν υπέρ τής Εκκλησίας, τελικά ομοφώνησαν όλοι και αποφάσισαν ν΄ αποδεχθούν ως προνόμια αυτά που ζητήθηκαν.25 Όταν μεταφέρθηκαν στον αυτοκράτορα, εκείνος διέταξε τον μεγάλο χαρτοφύλακα να γραφούν και να υπογραφούν από τούς αρχιερείς με δική του επιστασία και επιμέλεια. Κι όταν έγιναν κι αυτά, εξέδωσε διάταγμα για την εκλογή πατριάρχη.
4. Η εκλογή τού πατριάρχη Ιωσήφ Β΄26
Θαυμάζοντας όλα τα χαρίσματα τού υπέροχου αυτοκράτορά μας27 και χωρίς να θεωρώ τον εαυτό μου ικανό να κρίνει εκείνα για τα οποία επαινείται, ένα μόνο πράγμα δεν μπορώ να επαινέσω: θεωρώ ανάξια τής αρετής, τής σοφίας και τής πικραμένης του καρδιάς την απόφασή του να υποβάλει την Εκκλησία τού Χριστού σε υποτέλεια. Και από εκείνον έτσι να την αντιμετωπίζουν και οι διάδοχοί του.
Αφού λοιπόν οι αρχιερείς ψήφισαν κατά το έθιμο τρία πρόσωπα, παρόντος και τού Μηδείας, ο οποίος δεν ήταν παρών στα γεγονότα που προηγήθηκαν, διάλεξε από αυτά ο αυτοκράτορας τον Εφέσου κυρ Ιωσήφ28 ως πατριάρχη. Πήγε λοιπόν ο Ιωσήφ στο Πατριαρχείο ανήμερα τής γιορτής τού Μεγάλου Κωνσταντίνου, στις 21 Μαΐου 1416,29 λειτούργησε και ενθρονίστηκε στο ιερό τής αγιότατης Μεγάλης Εκκλησίας. Ο αυτοκράτορας λοιπόν, επιστρέφοντας από την Πελοπόννησο, ρυθμίζοντας τα ζητήματα τής Εκκλησίας όπως προαναφέρθηκε και τακτοποιώντας τον παραπάνω μητροπολίτη για ν΄ αναχωρήσει στη Μολδοβλαχία μαζί με πατριαρχικά γράμματα, διοικούσε με αυτοκρατορικό τρόπο τις υποθέσεις τής αυτοκρατορίας.30
5. Ο Ευδαιμονοϊωάννης και ο Ρόδου Ανδρέας31
Ο προαναφερθείς Ευδαιμονοϊωάννης32 γύρισε στη Ρώμη. Εκεί, όπως φαίνεται, συνεργάστηκε και αγωνίστηκε για την ένωση και την ομόνοια τής Δυτικής Εκκλησίας και για την υποταγή σ΄ έναν πάπα όλων των λατινικών γενών. Ήταν παρών και στην εκλογή και αναγόρευση τού πάπα Μαρτίνου, ο οποίος τού πρόσφερε εκπαίδευση και προστασία. Βρήκε λοιπόν την ευκαιρία την εποχή τής αναγόρευσης, να τον ενημερώσει και να τον κάνει να συναινέσει να εξαγγείλει την ένωση τής Δυτικής Εκκλησίας με τη δική μας Ανατολική.33 Υπογράμμισε και την επιθυμία τού αυτοκράτορα γι΄ αυτή την ένωση και επεκτάθηκε στην παρουσίαση των θεμάτων, βρίσκοντας συνεργό και τον λατινεπίσκοπο Ρόδου Ανδρέα, ο οποίος βρισκόταν επίσης εκεί για την αναγόρευση και είπε πολλά στον πάπα για την ένωση των Εκκλησιών.34
Ο Ανδρέας, που ήταν δικός μας και απολάμβανε τής εδώ ελληνικής παιδείας και φιλοσοφίας, παραφρόνησε, πήγε με τούς Λατίνους και αφού συμφώνησε με τις δικές τους απόψεις και τιμήθηκε με το αξίωμα τού επισκόπου, προσπαθούσε πάντοτε να ελκύσει και άλλους από εδώ στην πίστη την οποία επέλεξε ο ίδιος. Νομίζοντας λοιπόν ότι θα τούς εύρισκε εδώ όλους ακόλουθούς του, τούς εξέταζε με μεγάλη ευχαρίστηση. Γι΄ αυτό και τότε, λέγοντας πολλά για το ζήτημα, συνηγόρησε υπέρ τού Ευδαιμονοϊωάννη.
6. Πριγκιπικοί γάμοι και υπεράσπιση τού τείχους τού Εξαμιλίου35
Και ο πάπας με ακόμη μεγαλύτερη ευχαρίστηση υποδέχθηκε για το θέμα αυτό τον Ευδαιμονοϊωάννη, συμφώνησε για την ένωση των Εκκλησιών, άκουσε με προσοχή τα αιτήματα που τού μετέφερε και τα ικανοποίησε. Συμφώνησε να έλθουν εδώ νύφες, όπως διαπραγματεύθηκε ο Ευδαιμονοϊωάννης, από τις οποίες η μία, η υψηλοτάτη αυγούστα Σοφία,36 παντρεύτηκε τον φιλόχρηστο αφέντη και αυτοκράτορά μας κυρ Ιωάννη37 και η άλλη τον πορφυρογέννητο δεσπότη Θεόδωρο.38
Ο μακαριότατος πάπας φρόντισε πολύ για το τείχος τού Εξαμιλίου,39 το οποίο όμως τον ωφέλησε τόσο, όσο η σκιά τού γαϊδάρου στον καύσωνα.40 Γιατί δημοσίευσε διάταγμα, με το οποίο συγχωρούσε τα αμαρτήματα εκείνων που θα επέλεγαν να μεταβούν στο Εξαμίλιον και να το φρουρούν.41 Εκείνοι όμως προς τούς οποίους απευθυνόταν η συγχώρηση δεν την έκριναν αξιόλογη, θεώρησαν καλύτερο να ροχαλίζουν παραμένοντας στα σπίτια τους και να συζούν με τις συνήθεις αμαρτίες, παρά να φρουρούν το Εξαμίλιον συγχωρούμενοι. Ροχάλιζαν λοιπόν στα σπίτια τους και οι Αγαρηνοί,42 αφού γκρέμισαν και κατέστρεψαν το τείχος,43 λεηλάτησαν τις εκεί ρωμαίικες και λατινικές περιουσίες.44 Να ξέρετε όμως, ότι από τότε το τείχος γκρεμίστηκε δύο ή τρεις ακόμη φορές.45 Ωστόσο το διάταγμα που εξέδωσε η Ρωμαϊκή Εκκλησία για τη φρούρησή του,46 ακόμη και τώρα βρίσκεται εδώ, φυλασσόμενο στα ανάκτορα.
7. Επανάληψη των διαπραγματεύσεων για την Ένωση των Εκκλησιών47
Τότε λοιπόν για πρώτη φορά και γράμματα έστειλε [στο Βυζάντιο] ο πάπας,48 δύο προς τούς δύο αυτοκράτορες49 και άλλο προς τον πατριάρχη, διακηρύσσοντας το καλό τής ένωσης και προσελκύοντας και ξεσηκώνοντάς τους προς αυτήν. Τα γράμματα έφερε ο Εὐδαιμονοϊωάννης, ο οποίος, περιγράφοντας στους αυτοκράτορες την αποστολή του, είπε πολλά λόγια και για την ένωση ως προερχόμενα από τον πάπα. Κι έλεγε ότι ο πάπας και οι γύρω του είχαν μεγάλη επιθυμία για την ένωση. Τα ίδια μετέφερε και προς τον πατριάρχη και προς όλους σχεδόν όσοι τον πλησίαζαν και παρακινούσε ν΄ αντιμετωπιστούν τα ζητήματα τής ένωσης.
Έτσι λοιπόν πέρασαν τριάντα περίπου χρόνια, κατά τα οποία ούτε γράμμα στάλθηκε, ούτε πρέσβης από τον πάπα στον πατριάρχη, αλλά ούτε από εδώ προς τα εκεί. Γιατί από την εποχή τού πάπα Ουρβανού50 και τού αγιότατου πατριάρχη κυρ Νείλου51 κανένας δεν ήρθε από εκεί, αλλά ούτε από εδώ ανακινήθηκε το ζήτημα τής ένωσης.52 Αν και περί τα τέλη τής πατριαρχίας τού αγιότατου πατριάρχη κυρ Ματθαίου,53 ερχόμενος από εκεί ο κυρ Μανουήλ Χρυσολωράς,54 τού μετέφερε γράμμα και κάποια λόγια από τον τότε πάπα, στα οποία απάντησε ο πατριάρχης κι έγραψε στον πάπα. Τα γράμματα και οι απαντήσεις βρίσκονται και στον ιερό κώδικα τής Εκκλησίας και οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να τα διαβάσουν εκεί.55
Ωστόσο οι πολλοί δεν γνώριζαν τα γεγονότα τού Χρυσολωρά, επειδή δεν συζητήθηκαν πολύ. Ούτε γνώριζαν ότι έγραφαν οι πάπες στους πατριάρχες. Πρόβαλλαν πολύ ότι τώρα τον αρχιεπίσκοπο νέας Ρώμης τον ονόμαζε ο πάπας πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Και τον αποκαλούσε αδελφό, πράγμα από το οποίο κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι ο πάπας συναινούσε στην ένωση. Παρ΄ όλα αυτά τον προσφωνούσε όχι πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως αλλά Κωνσταντινουπολιτών, όπως τον προσφωνεί ακόμη.56
8. Αναγκαιότητα σύγκλησης οικουμενικής συνόδου στην Κωνσταντινούπολη57
Απάντησαν λοιπόν ο αυτοκράτορας και ο πατριάρχης58 και ευχαρίστησαν τον πάπα για την προθυμία που είχε δείξει για την ένωση των Εκκλησιών. Στη συνέχεια υπαινίχθηκαν ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος να γίνει η ένωση παρά μόνο με οικουμενική σύνοδο,59 η οποία θα εξέταζε καλά τις διαφορές, ελεύθερα, αβίαστα και χωρίς φιλονικία και αν κάτι αποδεικνυόταν από μαρτυρίες και παραστάσεις των αγίων διδασκάλων τής Εκκλησίας και ομοφωνούσαν σε αυτό όλοι στη σύνοδο, καθαρά και με κάθε ελευθερία, τότε θα συναινούσαν όλοι χωρίς ενδοιασμούς κι έτσι θα επακολουθούσε η ένωση.
Για τη σύνοδο μάλιστα έγραφαν ότι δεν έπρεπε να γίνει αλλού παρά μόνο στην Κωνσταντινούπολη, για πολλές και αξιόλογες αιτίες, οι οποίες αναπτύσσονται σ΄ εκείνα τα γράμματα που διασώζονται στον ιερό κώδικα. Και ότι ο ίδιος ο αυτοκράτορας έπρεπε να συγκαλέσει τη σύνοδο κατά το αρχαίο έθιμο και προνόμιό του. Κανένας άλλος.
Στάλθηκαν λοιπόν αυτού τού είδους τα γράμματα προς τον πάπα με τον Βλαδύντερο,60 εκείνον που έγινε ύστερα μοναχός με το όνομα Ιωσήφ, ο οποίος ήταν από την Πελοπόννησο, είχε διδαχτεί τη λατινική γλώσσα και είχε υπάρξει συνοδός τού Ευδαιμονοϊωάννη στη Ρώμη.61 Αφού τα έλαβε ο πάπας, έστειλε πάλι άλλα,62 στο ίδιο πνεύμα με τα προηγούμενα. Και πάλι γράφτηκαν άλλα εδώ63 και στάλθηκαν προς εκείνον.
9. Ανταλλαγή απόψεων για τη μελλοντική σύνοδο64
Ο πάπας έγραψε και πάλι,65 συναινώντας τόσο στο να γίνει εδώ η σύνοδος, όσο και στο να στείλει λεγάτο66 σε αυτήν και τότε τού απάντησαν και πάλι67 ο αυτοκράτορας και ο πατριάρχης για τα ίδια ζητήματα. Τόσο σε αυτές τις επιστολές όσο και στις προηγούμενες περιλαμβανόταν μεταξύ άλλων και η παρατήρηση, ότι αν και αποτελούσε προνόμιο τού αυτοκράτορα η σύγκληση τής συνόδου, επειδή όμως τα αυτοκρατορικά εισοδήματα είχαν μειωθεί από πολλές απόψεις, αφού και η Ρωμαϊκή Εκκλησία και οι Λατίνοι κατείχαν αυτοκρατορικά νησιά, χρειαζόταν λοιπόν68
……………………………………………………………………
……………………………………………………………………
να γίνει η σύνοδος, ώστε να εξεταζόταν η μεταξύ των Εκκλησιών διαφορά με κάθε ελευθερία, καθαρά, αβίαστα και χωρις φιλονικία και να γινόταν εκείνο που θα έδινε ο Θεός. Με αυτά λοιπόν λύθηκε η συνεδρίαση.69
10. Η αποστολή τού Φραγκισκανού Αντόνιο ντα Μάσσα70
Ύστερα από μερικές ημέρες ήρθε ο Αντώνιος71 στον πατριάρχη και τού μίλησε αδελφικά και ήρεμα. Τού είπε ότι είχε έλθει για να σκεφτούν μαζί και να οριστεί ο επαρκής χρόνος, ώστε να συγκεντρωθούν εδώ εκείνοι που θα έρχονταν στη σύνοδο και ότι θα φρόντιζε να τούς οδηγήσει εδώ, έχοντας από εκεί την ισχύ και εξουσιοδότηση για το ζήτημα. Θ΄ αναχωρούσε και θα φρόντιζε να βρεθεί εδώ ο παπικός λεγάτος κατά τον χρόνο που θα προσδιοριζόταν. Ήρθε λοιπόν δύο και τρεις φορές στον πατριάρχη και μιλούσε μαζί του φιλικά. Και ζήτησε απάντηση για το θέμα τής συνόδου. Εξέτασε λοιπόν το θέμα ο πατριάρχης με τον αυτοκράτορα και τού είπαν:
«Προς το παρόν δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε τον χρόνο τής συνόδου. Βλέπεις ότι έχουμε μάχη με τον Αμηρά και είμαστε αποκλεισμένοι».72
Γιατί όταν ήρθε ο Αντώνιος,73 ο Αμηράς βρισκόταν ακόμη δίπλα στην Πόλη.
«Χρειάζεται λοιπόν», είπαν, «να ασχοληθούμε με τα ζητήματα τής μάχης. Άλλωστε και όσους σκοπεύουμε να συγκεντρώσουμε, αρχιερείς και δικούς μας, άλλοι είναι από την ανατολή και άλλοι από τη δύση. Όσο υπάρχει μάχη, ούτε να ειδοποιηθούν είναι δυνατό, ούτε να έρθουν. Γι΄ αυτό φύγε τώρα κι εσύ, επειδή θέλεις ν΄ αναχωρήσεις. Κι όταν γίνει ειρήνη εδώ και δούμε ότι ο καιρός είναι κατάλληλος για να γίνει σύνοδος, τότε θα στείλουμε εμείς πρέσβη, θα οριστεί ο χρόνος τής συνόδου και θα έρθει και ο λεγάτος εδώ μαζί με όποιους θέλει».
Έγραψαν λοιπόν και αναλυτικά γράμματα προς τον πάπα και τον λεγάτο στο ίδιο πνεύμα,74 τα οποία πήρε ο Αντώνιος και αναχώρησε.
11. Ασθένεια τού Μανουήλ Β΄ και αναχώρηση τού Δημητρίου Παλαιολόγου στη Δύση75
Αλλά ο αυτοκράτορας76 έπαθε εγκεφαλικό77 όταν ο Αντώνιος βρισκόταν ακόμη εδώ. Κοιτόταν άρρωστος για τρία σχεδόν χρόνια.78 Την εξουσία ανέλαβε ο γιος του, ο αυτοκράτορας κυρ Ιωάννης ο Παλαιολόγος.79 Τα πράγματα ήσαν δύσκολα λόγω τής μάχης και ο δεσπότης κυρ Δημήτριος,80 όταν άρχισε το δεύτερο έτος τής μάχης,81 αναγκάστηκε ν΄ αποδράσει στον Γαλατά μαζί με τον Ντόρια, τον γαμπρό τού αυτοκράτορα.82 Τον ειδοποιούσαν λοιπόν ο πατέρας του και η μητέρα του να επιστρέψει και δεν θέλησε. Αλλά θέλησε ν’ αναχωρήσει στον αυτοκράτορα των Γερμανών83 και οι γονείς του υποχώρησαν χωρίς να συμφωνούν, τού εξοικονόμησαν τον κυρ Ματθαίο Ασάνη,84 τον Ντόρια και κάποιους άλλους άρχοντες και αναχώρησε μέσω Ασπρόκαστρου85 για την Ουγγαρία τον Σεπτέμβριο τού 1423.86
12. Ταξίδι τού αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ στη Βενετία και την Ουγγαρία87
Όμως ο αυτοκράτορας κυρ Ιωάννης, βλέποντας τον πόλεμο να παρατείνεται και να βρίσκεται ο ίδιος σε δύσκολη θέση, ήξερε ότι έπρεπε ν΄ αναχωρήσει κι αυτός για τον προαναφερθέντα αυτοκράτορα των Γερμανών, να τον παρακινήσει για να προσφέρει κάποια βοήθεια υπέρ τής Πόλης. Αφού λοιπόν εξοικονόμησε τα απαραίτητα, έφυγε προς88
……………………………………………………………………
……………………………………………………………………
13. Προτάσεις για τη σύγκληση συνόδου στη Δύση και οικονομικές προϋποθέσεις89
……………………………………………………………………
……………………………………………………………………
αυτόν, αποδεχόμενος να υποστεί την ταλαιπωρία. Ἀλλωστε η Ρωμαϊκή Εκκλησία μητέρα είναι, ενώ η Ανατολική θυγατέρα. Και οφείλει η θυγατέρα να καταφεύγει στη μητέρα.90
Επειδή τα ίδια έλεγαν και οι καρδινάλιοι που είχαν οριστεί για να ρυθμίσουν με τούς δικούς μας τα ζητήματα τής συνόδου και προσδοκούσαν την ένωση, θέλοντας να την πραγματοποιήσουν με αγαθό σκοπό, αν τη χορηγούσε ο Θεός. Γιατί έλεγαν:
«Δεν θ΄ αφήσουμε το ζήτημα στην κρίση των πολλών, αλλά θα επιλέξουμε τρεις καλούς και ενάρετους από τούς δικούς μας. Το ίδιο κι εσείς θα επιλέξετε τρεις. Θα παρακαλέσουν προηγουμένως τον Θεό προσευχόμενοι με καθαρή και συντετριμμένη καρδιά. Θα καθήσουν ιδιαιτέρως και θα ζητήσουν την επίσκεψη τού Θεού. Κι εκείνο που θα τούς αποκαλύψει ο Θεός, θα το δεχτούν όλοι. Γιατί εκείνος που έχει πει, ότι όπου υπάρχουν δύο ή τρεις συγκεντρωμένοι στο όνομά μου, εκεί βρίσκομαι ανάμεσά τους,91 εκείνος που έδωσε στον ουρανό ανθρώπινη φωνή, θα δώσει τα πάντα για να βρουν εκείνοι αυτό που αποδέχεται να το στηρίξουν όλοι».
Και συμβούλευαν να δεχτούμε την εκεί προσέλευσή μας. Αφού σκέφτηκαν οι δικοί μας πρέσβεις, είπαν:
«Δεν έχουμε άδεια ν΄ αποφασίσουμε γι΄ αυτό που τώρα ζητάτε. Γιατί ήρθαμε για να προσδιορίσουμε τον χρόνο κατά τον οποίο θα γίνει η σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη. Αυτό που λέτε τώρα, είναι νέο ζήτημα. Θα το αναφέρουμε στον αφέντη μας τον αυτοκράτορα τον άγιο και στον δεσπότη μας τον παναγιότατο πατριάρχη και αν φανεί καλό σ΄ εκείνους, θα γίνει. Σάς λέμε όμως, ότι θα μπείτε σε μεγάλες δαπάνες, αν θελήσουν να έρθουν εδώ».
Κι όταν ρωτήθηκαν για το ύψος των δαπανών, σκέφτηκαν κι έφτιαξαν κατάλογο και είπαν:
«Υπάρχει ανάγκη τριακοσίων βαλλιστών92 και τριών γαλερών για τη φρούρηση τής Πόλης. Επίσης τουλάχιστον άλλων πέντε ή έξι γαλερών93 με τις οποίες θα έλθουν εδώ οι δικοί μας, καθώς και οδοιπορικών με τα οποία πρέπει να εφοδιαστούν ο πατριάρχης με τούς άρχοντες και τούς κληρικούς του, οι αρχιερείς και οι άλλοι, όσοι πρέπει να είναι παρόντες στη σύνοδο. Αυτά αθροίζονται σ΄ εβδομηνταπέντε χιλιάδες φλουριά, χωρίς όμως τα οδοιπορικά τού αυτοκράτορα και των αρχόντων του. Γιατί αφήνουμε το ζήτημα τού αυτοκράτορα στη διακριτική ευχέρεια και φιλοτιμία τού πάπα».
Έλεγαν μάλιστα οι δικοί μας:
«Παρουσιάσαμε μεγαλύτερες τις δαπάνες,94 για να τούς αποθαρρύνουμε να μάς τραβήξουν εκεί».
14. Η αποδοχή των προϋποθέσεων από τον πάπα Μαρτίνο Ε΄95
Μόλις λοιπόν τα άκουσαν οι συνομιλητές και τα ανέφεραν στον πάπα, μετέφεραν στους δικούς μας την εξής απάντηση:
«Εσείς νομίζετε ότι εδώ μάς περισσεύουν τα φλουριά. Ωστόσο, αν και υπάρχουν πολλά, ξοδεύονται και σε πολλές αναγκαίες υποχρεώσεις. Αλλά για την ανάγκη τής ένωσης προστάζει ο πάπας, ότι αν λέγατε πενήντα χιλιάδες, θα πρόσταζε εκείνος εβδομηνταπέντε. Κι αν λέγατε εβδομηνταπέντε, θα πρόσταζε να δαπανηθούν εκατό χιλιάδες, για να μην παρεμποδιστεί αυτό το αγαθό έργο. Όσο για τον αυτοκράτορα, ο πάπας είπε ότι εναπόκειται στη δική του επιθυμία, "γιατί εγώ", λέει ο πάπας, "δεν έχω ανάγκη τον αυτοκράτορα"».
Ύστερα, όταν οι δικοί μας παρουσιάστηκαν στον πάπα διεκπεραιώνοντας την πρεσβεία, για να τού υποβάλουν την οφειλόμενη από την άφιξή τους προσκύνηση και προσφώνηση, ο πάπας τούς είπε:
«Φροντίσετε ως χρήσιμοι άνθρωποι και καλοί χριστιανοί, για την αγάπη τού Θεού, για τα σπλάγχνα τού Χριστού. Να έχετε την ευχή τού Αγίου Πέτρου και ενημερώστε αμέσως τον γαληνότατο αυτοκράτορα και τον αιδεσιμότατο πατριάρχη να κάνουν σύντομα εδώ τη σύνοδο. Γιατί είμαι γέρος και φοβάμαι τον θάνατο.96 Αν λοιπόν φροντίσετε να γίνει η σύνοδος επί των ημερών μου, θα γίνει και η ένωση καλά, αν όμως έχω φύγει, δεν θα γίνει καλά».
15. Η πρεσβεία τού Ρόδου Ανδρέα και η επιφυλακτικότητα τού αυτοκράτορα97
Επέστρεψαν λοιπόν οι πρέσβεις και τα ανέφεραν στον αυτοκράτορα και στον πατριάρχη. Μαζί τους ήρθε πρέσβης από εκεί ο επίσκοπος98 Ρόδου Ανδρέας, για τον οποίο προαναφέραμε ότι συνηγόρησε αρχικά υπέρ τού Ευδαιμονοϊωάννη στο ζήτημα τής ένωσης. Είπε τα ίδια με εκείνα που είχαν πει και οι δικοί μας πρέσβεις, κι έσπευσε να επιβάλει αυτή την κατεύθυνση στις συνοδικές υποθέσεις. Γιατί έλεγε ότι είχε εξουσιοδότηση από εκεί ν΄ αναλάβει όλες τις ενέργειες για την εκεί συνάθροιση τής συνόδου. Τότε λοιπόν βρέθηκε και ο αυτοκράτορας προθυμότατος να συγκληθεί η σύνοδος στην Ιταλία και επιθυμούσε ν΄ αρχίσει αμέσως μια συνεδρίαση για να συζητηθεί το θέμα. Το έμαθε και ο Ανδρέας και περίμενε γεμάτος χαρά να δράσει χωρίς ενδοιασμούς και να προτείνει ν΄ αποφασιστεί με κοινή συναίνεση να γίνει η συνάθροιση στην Ιταλία.99
Έπειτα συνάντησε ο πατριάρχης τον αυτοκράτορα, που βρισκόταν τότε στη σεβαστή μονή Στουδίου.100 Αφού συζήτησαν, βρέθηκαν να προτιμούν την αναβολή τής συνόδου. Δεν γνωρίζω για ποιον λόγο ο αυτοκράτορας απομακρύνθηκε από την προθυμία που είχε δείξει να έχει για τη συνάθροιση εκείνων που θα έρχονταν στη σύνοδο. Είπε στον Ανδρέα κάποια πράγματα, που βρίσκονταν σε αντίφαση με τα προηγούμενα λόγια του. Κι εκείνος ζήτησε απάντηση στην πρεσβεία που είχε φέρει από τον πάπα. Ο αυτοκράτορας δεν θέλησε να τού δώσει απάντηση, αλλά είπε ότι θ΄ απαντούσε στον πάπα με δικό του πρέσβη, πράγμα για το οποίο στενοχωριόταν ο Ανδρέας κι έλεγε:
«Εγώ είμαι πολίτης και οφειλέτης αυτής τής πατρίδας και αγαπώ το καλό της. Γιατί λοιπόν δεν μού λέει ο αυτοκράτορας εκείνα που θέλει να διαμηνύσει στον πάπα, για να τα ξέρω, και αν μεν μπορούν να γίνουν, να βοηθήσω κι εγώ, αν πάλι όχι, να το εμποδίσω, ώστε να μη ζημιωθεί ο αυτοκράτορας τα έξοδα τής πρεσβείας; Γιατί γνωρίζω πώς ακριβώς διάκειται ο πάπας σε αυτού τού είδους τα πράγματα, καθώς και μέχρι ποιο σημείο θα συγκατατεθεί και θα κάνει ή δεν θα κάνει».
16. Νέα αυτοκρατορική πρεσβεία101
Μόλις τα άκουσε ο αυτοκράτορας, είπε:
«Δεν χρειάζεται να πω στον Ανδρέα εκείνα που θέλω να μηνύσω στον πάπα, αλλά ούτε εκείνος έχει το δικαίωμα να το απαιτεί. Δική του υποχρέωση ήταν να φέρει εδώ το μήνυμα, όπως τού ανατέθηκε. Αφού το άκουσα, δικό μου δικαίωμα είναι ν΄ απαντήσω ή με τον ίδιο ή με δικό μου άνθρωπο».
Και με τέτοια λόγια άφησε τον Ανδρέα να φύγει. Έπειτα102 έστειλε πρέσβεις στον πάπα τον τότε μεγάλο στρατοπεδάρχη κυρ Μάρκο Ιάγαρι103 και τον τιμιότατο μεταξύ των ιερομονάχων και ηγούμενο τής σεβάσμιας μονής τού Παντοκράτορος κυρ Μακάριο τον Μακρό. Αναχώρησαν λοιπόν με επιστολές104 τού αυτοκράτορα και τού πατριάρχη. Είπαν για τη σύνοδο όσα τούς είχαν ανατεθεί, ενώ επέστρεψαν φέρνοντας και γράμματα από τον πάπα.105 Ωστόσο ούτε ακούσαμε αναλυτικά το αντικείμενο τής αποστολής αυτών των πρέσβεων, ούτε μπορέσαμε να μάθουμε την περίληψη των γραμμάτων που στάλθηκαν από εδώ ή που ήρθαν από εκεί.106 Γι΄ αυτό δεν έχουμε τίποτε να γράψουμε για την πρεσβεία τους, πέρα από το ότι στάλθηκαν για να μιλήσουν και να ρυθμίσουν τα θέματα τής συνόδου. Πέρασε αρκετός καιρός107 μετά την επάνοδο των προαναφερθέντων πρέσβεων, ενώ από τον πάπα κανένας δεν στάλθηκε εδώ, ούτε με τούς δικούς μας πρέσβεις, ούτε αργότερα.
17. Σύναξη λίγων στην Παλατιανή108
Ο αυτοκράτορας θέλησε ξανά να στείλει πρέσβεις στον πάπα. Επέλεξε λοιπόν πάλι τον προαναφερθέντα Ιάγαρι, τον τιμιότατο μεταξύ των ιερομoνάχων και ηγούμενο τής σεβάσμιας μονής των Μαγγάνων κυρ Μακάριο Κουρουνά,109 και τον δικό του γραμματικό, τον κυρ Δημήτριο Άγγελο Κλειδά.110 Ενώ λοιπόν σκεφτόταν και προσπαθούσε να διατυπώσει το αντικείμενο τής πρεσβείας τους, ο αυτοκράτορας επισκέφτηκε τη δέσποινα και μητέρα του111 στην Παλατιανή.112 Συγκέντρωσε εκεί τον πατριάρχη, τον Ηρακλείας,113 τον Μονεμβασίας,114 τον μεγάλο σακελλάριο, τον μεγάλο σκευοφύλακα, τον τιμιότατο μεταξύ των ιερομονάχων κυρ Ιωσήφ τον διδάσκαλο,115 τον τιμιότατο μεταξύ των ιερομονάχων και πνευματικό πατέρα κυρ Μακάριο,116 τον των Αγίων Ξανθοπούλων,117 τούς μεσάζοντες118 και τούς προαναφερθέντες πρέσβεις. Συσκέφτηκε μαζί τους, όπως συνήθιζαν οι αυτοκράτορες αυτοί, ενώ διατύπωσε το αντικείμενο τής πρεσβείας, ανέθεσε τις υποθέσεις που ήθελε και στη συνέχεια γράφτηκαν και γράμματα119 τού αυτοκράτορα και τού πατριάρχη, τα οποία πήραν οι πρέσβεις και αφού ετοιμάστηκαν, αναχώρησαν.
18. Ζοφερή επίδραση τής σύναξης τής Παλατιανής120
Εμείς δεν ενημερωθήκαμε ούτε για το αποτέλεσμα τής συζήτησης, ούτε για το περιεχόμενο των γραμμάτων. Στοχαζόμουν μόνο, ότι θα φάνηκε δύσκολο το τότε συμβάν σ΄ εκείνους που συμμετείχαν στη συζήτηση. Έβλεπα από τότε και τον πατριάρχη να στενοχωριέται αρκετά και ν΄ αναγκάζεται να στέλνει γράμματα ομόφωνα με τα αυτοκρατορικά, να τα γράφει όμως και ν΄ ακολουθεί. Αλλά και ύστερα από αρκετό καιρό, όταν πήγα, όπως συνήθιζα, στον διδάσκαλο κυρ Ιωσήφ121 κι έγινε κουβέντα για τη συζητούμενη σύνοδο, τον άκουσα να μού λέει:
«Εγώ, από τη στιγμή που άκουσα όσα άκουσα στην Παλατιανή (που φώναξα κάτι έκπληκτος και που έβαλα το χέρι μου στο στόμα για να το κλείσω), από τότε γνώριζα, ότι τίποτε καλό δεν θα γίνει εδώ. Διαφώνησα με εκείνη την απόφαση, όσο μπορούσα. Βλέποντάς την όμως να προχωράει και να ολοκληρώνεται, είπα στον εαυτό μου, ότι αφού ο Ιωσήφ δεν ήταν εκεί παρών, ούτε θα δει την απόφαση, ας κάνουν ό,τι θέλουν».
19. Η αντίθεση τού πατριάρχη για σύνοδο στην Ιταλία122
Αλλά και ο πατριάρχης από τότε, θεωρούσε πολύ δυσβάσταχτο να γινόταν η σύνοδος σε τόπο και εξουσία Λατίνων, ενώ έλεγε πολλές φορές, ότι αν γινόταν εκεί, δεν θα ήταν καλή η κατάληξη τής συνόδου κι έδειχνε ότι δεν ήθελε καθόλου να συμμετάσχει. Μια μέρα, καθισμένος στην κάμαρά του με εκκλησιαστικούς άρχοντες, ενώ ήσαν παρόντες και δύο άρχοντες από το παλάτι, ανέφερε ότι έλεγαν να γίνει η σύνοδος στην Ιταλία, ν΄ αναχωρήσουν οι δικοί μας για εκεί, να παραμείνουν υπομονετικά στη σύνοδο και να καλυφθούν οι δαπάνες τού ταξιδιού και τής παραμονής τους από εκείνους:
«Αναχωρώντας λοιπόν έτσι και περιμένοντας και την ημερήσια τροφή τους από εκείνους, ήδη γίνονται δούλοι και μισθωτοί, ενώ οι άλλοι κύριοι. Κάθε δούλος οφείλει να εκπληρώνει την επιθυμία τού κυρίου του και κάθε μισθωτός κάνει τη δουλειά εκείνου που τον μισθώνει, ο οποίος γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο τού δίνει μισθό, για να κάνει ο μισθωμένος οτιδήποτε τον προστάζει εκείνος που τον μισθώνει. Διαφορετικά δεν θα τού δίνει τον μισθό. Αν λοιπόν εκείνοι παρακρατήσουν το σιτηρέσιο,123 τι θα κάνουν οι δικοί μας; Κι αν δεν θελήσουν να φέρουν τούς δικούς μας πίσω με δικά τους έξοδα και πλοία, τι άραγε θα μπορέσουν αυτοί να κάνουν; Σε τι λοιπόν συμφέρει αυτούς τούς λίγους, τούς ξένους, τούς φτωχούς, να πάνε στους πολλούς, τούς πλούσιους, τούς σοφούς, τούς υπερήφανους, τούς ντόπιους και να υποδουλωθούν σ΄ εκείνους; Έπειτα δεν είναι καλό να συζητάμε περί πίστης και ευσέβειας και να τούς διδάσκουμε. Μού φαίνεται ότι δεν μάς συμφέρει καθόλου.
Μπορεί ο αυτοκράτορας να κάνει εδώ τη σύνοδο, αν θελήσει, και μάλιστα χωρίς έξοδα. Επειδή εκείνοι που θα έλθουν εδώ από τη Ρωμαϊκή Εκκλησία, θα έλθουν με δικές τους δαπάνες. Κι αν χρειαστεί και χρήματα για έξοδα, μπορεί να συγκεντρώσει περισσότερα από εκατό χιλιάδες υπέρπυρα,124 πράγμα που μόλις ακουστεί θα φανεί απίθανο. Όμως θ΄ αποδείξω ότι είναι και δυνατό και εύκολο.
Μπορεί ο αυτοκράτορας με καλούς πρέσβεις να ειδοποιήσει εκείνους που θα έλθουν στη σύνοδο, ώστε να έλθουν με τα πράγματά τους και με τα απαραίτητα χρήματα για την υποβοήθηση τού θείου τούτου έργου και σκοπού. Θα έλθει λοιπόν ο Ρωσίας κυρ Φώτιος με πολλή περιουσία και με περισσότερα από εκατό χιλιάδες υπέρπυρα και θα πάρει ο αυτοκράτορας εύκολα από εκείνον είκοσι χιλιάδες.125 Θα έλθει ο αρχιεπίσκοπος όλης τής Γεωργίας, 126 πλούσιος επίσης, και θα πάρει και από εκείνον ο αυτoκράτορας τριάντα ή τουλάχιστον είκοσι χιλιάδες. Θα έρθει και ο Σερβίας127 και θα πάρει και από εκείνον είκοσι χιλιάδες. Οι πατριάρχες τής Ανατολής,128 όπως ακούω, δίνουν χιλιάδες φλουριά στον Μαμελούκο σουλτάνο Καΐρου για να γίνουν πατριάρχες. Μπορεί λοιπόν να πάρει ο αυτοκράτορας δύο χιλιάδες φλουριά129 από τον καθένα ή τουλάχιστον χίλια. Υπάρχουν και μερικοί δικοί μας πλούσιοι αρχιερείς και θα πάρει από καθέναν χίλια φλουριά, από μερικούς εξακόσια και από άλλους τριακόσια. Θα συγκεντρώσει έτσι περισσότερα από εκατό χιλιάδες υπέρπυρα. Το να γίνει λοιπόν εδώ η σύνοδος είναι καλό, έντιμο και μάς συμφέρει πολύ. Το να γίνει όμως στην Ιταλία, δεν μάς συμφέρει καθόλου».
Εγώ λοιπόν, αν και για τα περί συγκέντρωσης εδώ δεν πείστηκα (γιατί δεν νόμισα ποτέ ότι θα μαζευτούν παρά μόνο ελάχιστα από αυτά), για τα άλλα πείστηκα πολύ, ότι ήσαν αληθινά κι έτσι θα συνέβαιναν. Επαινέθηκε και ο πατριάρχης απ΄ όσους τα άκουσαν, λέγοντας ότι τα ίδια πίστευαν σχεδόν όλοι γι΄ αυτά τα πράγματα, ενώ τού ζητήσαμε και τον παρακαλέσαμε να παραμένει πάντοτε σταθερός, να συνεργάζεται και να κάνει όσα είναι κατάλληλα για μια τέτοια απόφαση. Αυτά λοιπόν ειπώθηκαν και γράφτηκαν εδώ με αφορμή τη δυσφορία που ένιωθαν όλοι για το σχεδιαζόμενο ταξίδι μας στο εξωτερικό.
20. Πρώτη πρεσβεία στον πάπα Ευγένιο Δ΄130
Οι προαναφερθέντες πρέσβεις, όταν έφτασαν μέχρι την Καλλίπολη131 και πληροφορήθηκαν εκεί ότι είχε πεθάνει ο πάπας Μαρτίνος,132 επέστρεψαν. Γιατί θεώρησαν ότι επειδή πέθανε εκείνος που συμφωνούσε και προωθούσε την υπόθεση τής συνόδου, θα ήταν περιττό να πάνε εκεί. Ο αυτοκράτορας δυσφόρησε με την επιστροφή τους και τούς είπε:
«Γιατί δεν πήγατε εκεί που σταλθήκατε; Δεν έπρεπε να σάς εμποδίσει ο θάνατος τού πάπα. Γιατί εκεί, μόλις πεθάνει ο πάπας, αμέσως βάζουν στη θέση του άλλον. Εκείνα λοιπόν που έκανε ο προηγούμενος πάπας, τα ίδια θα κάνει και ο επόμενος. Γι΄ αυτό λέω, ν΄ αναχωρήσετε και να φέρετε σε πέρας την πρεσβεία σας».
Και τούς ανάγκασε να ξαναφύγουν. Όμως ο ηγούμενος των Μαγγάνων δεν ήθελε ν΄ αναχωρήσει, αν και το απαίτησαν και τού το ζήτησαν πολλές φορές, αποκλείοντας εντελώς την προς τα εκεί έξοδό του από τη χώρα. Επέλεξαν λοιπόν στη θέση του εκείνον που είχε πάει αρχικά στον πάπα Μαρτίνο,133 δηλαδή τον ηγούμενο τού Προδρόμου και μεγάλο πρωτοσύγκελλο, τον ιερομόναχο κυρ Ιωάσαφ.134 Εκείνος ετοιμάστηκε και ύστερα από λίγο135 μπήκε σε πλοίο και αναχώρησε μαζί με τον Ιάγαρι και τον Κλειδά.
Έφτασαν λοιπόν στον πάπα Ευγένιο,136 τού είπαν τη συνήθη προσφώνηση από τον αυτοκράτορα και τον πατριάρχη και όταν άρχισαν ν΄ αναφέρουν ότι βρίσκονταν εκεί για τα συνοδικά ζητήματα, τούς ρώτησε αμέσως ο πάπας, αν έδωσε ο αυτοκράτορας την Πάτρα στον δικό της επίσκοπο.137 Μόλις λοιπόν άκουσε ότι δεν την είχε δώσει, είπε:
«Πώς λοιπόν ήρθατε να μού ζητήσετε σύνοδο, όταν κατέχει ο αυτοκράτορας την Πάτρα;»138
Ο μεγάλος πρωτοσύγκελλος είπε στον Ιάγαρι:
«Απάντησε όπως νομίζεις».
Κι εκείνος τού ανέθεσε την απάντηση. Είπε λοιπόν ο μεγάλος πρωτοσύγκελλος:
«Μακαριότατε πατέρα, εμείς ήρθαμε στη δική σου μακαριότητα, όχι για επιμέρους ζητήματα, αλλά για το συνολικό ζήτημα που διχάζει την Εκκλησία. Αν λοιπόν με τη χάρη και φιλανθρωπία τού Θεού, τη δική σου επιμέλεια και οικονομία και τη συνεργασία και βοήθεια τού αυτοκράτορα τού αγίου και τού δεσπότη μου, τού πατριάρχη τού αγίου, διορθωθεί το συνολικό ζήτημα, εύκολα θα διορθωθούν και τα επιμέρους με τη βοήθεια τού Θεού. Γι΄ αυτό παρακαλούμε να παραμείνει αποσιωπούμενο αυτό το μερικό ζήτημα και να μάς πεις αν θέλεις κάτι για το συνολικό».
Και ύστερα από κάποια τέτοια λόγια, βγήκαν από τον πάπα. Έπειτα περίμεναν εκεί και είπαν προς τον πάπα και τούς καρδιναλίους την αποστολή και τα λόγια που τούς είχαν ανατεθεί. Αφού πήραν απάντηση, επέστρεψαν.139 Έλεγαν ότι είδαν τον πάπα Ευγένιο ν΄ ασχολείται με τα ζητήματα τής ένωσης κάπως ασαφώς και από απόσταση.
21. Κακή επίδραση των γραμμάτων τού πάπα Ευγένιου140
Έφεραν όμως κι αυτοί γράμματα τού Ευγένιου, που όριζαν να γίνει εκεί η σύνοδος. Τα γράμματα διαβάστηκαν ενώπιον τού πατριάρχη, παρόντων και των αρχιερέων και των εκκλησιαστικών αρχόντων, ηγουμένων και πνευματικών, καθώς και τού Κλειδά τού Φιλομμάτη.141 Επειδή εκείνοι που τα άκουγαν καταλάβαιναν ότι είχαν κάποια δύσκολα σημεία και δεν έδειχναν να εκφράζουν τον σκοπό τού Μαρτίνου, στέκονταν σε μερικές λέξεις και εξηγούσαν οι δικοί μας, ότι αυτές δεν απέβλεπαν σε καλό σκοπό. Τότε είπε και ο Μηδείας κυρ Στέφανος142 (ας υπάρχει λοιπόν κι αυτό εδώ ως κάποιου είδους επιδόρπιο), ότι:
«Μάς βρίζει. Γιατί μάς αποκαλεί Γραικούς, πράγμα που είναι ύβρις.143 Πώς λοιπόν θ΄ αναχωρήσουμε για εκεί, όταν μάς βρίζει;»
Το έμαθε αμέσως ο αυτοκράτορας. Γιατί έτυχε να τού δίνει αναφορά ο Μηδείας εκείνες τις ημέρες και να ζητά τα έσοδα δύο ετών, έσοδα που τού είχαν παραχωρηθεί από τα βασιλικά κτήματα στη Μηδεία. Βρισκόταν λοιπόν στο παλάτι και ζητούσε απάντηση μέσω τού κελλιώτη144 τού Δερμοκαΐτη.145 Είπε λοιπόν ο αυτοκράτορας με βαρυθυμία:
«Όντας τέτοιος, ζητά από μένα ευεργεσία; Αυτός που θεωρεί το Γραικούς ύβρη; Δεν ήξερα ότι τέτοια άποψη έχει για το θέμα και άσκοπα τον ευεργετούσα».
Με το θέμα αυτό ο Μηδείας προκάλεσε σ΄ εμάς γέλια, ενώ στον εαυτό του τη ντροπή τού αμόρφωτου και την ανώφελη μεταμέλεια.
22. Έναρξη τής συνόδου τής Βασιλείας146
Όταν οι προαναφερθέντες πρέσβεις έφευγαν για τον Ευγένιο, το έμαθαν οι τής συνόδου τής Βασιλείας, έστειλαν εδώ πρέσβεις και ζητούσαν να γίνει με εκείνους η σχεδιαζόμενη οικουμενική σύνοδος.147
Γιατί είχε συγκληθεί στη Βασιλεία σύνοδος επτακοσίων επισκόπων,148 με τούς μεγαλύτερους καρδινάλιους, των οποίων προέδρευε ο Αρλατένσης.149 Σκοπός τής συνόδου ήταν η διόρθωση κάποιων λαθών που είχαν εξαπλωθεί στα μέρη τής Ιταλίας και μάλιστα με την αποφασιστικότητα και την εισήγηση τού πάπα και τής κούρτης του.150
Οι πρέσβεις ήσαν ο επίσκοπος Σουνδέσης151 κι ένας άλλος μαζί του διδάσκαλος, ο Αλμπέρτος.152 Ήρθαν λοιπόν153 με γράμματα στον αυτοκράτορα και τον πατριάρχη και απέδειξαν ότι η σύνοδος τής Βασιλείας είχε μεγαλύτερη δύναμη και εξουσία από τον πάπα και θ΄ αντιμετώπιζε καλύτερα από εκείνον τα ζητήματα τής ένωσης. Και ότι οι περισσότεροι και μεγαλύτεροι των βασιλέων προς τη σύνοδο πρόσκεινταν και πειθαρχούσαν και πάνω απ΄ όλους ο αυτoκράτορας των Γερμανών Σίγκισμουντ.154 Και ότι από εκεί θα προερχόταν μάλλον η υπέρ των Γραικών επαρκής βοήθεια.
23. Πρεσβεία στη σύνοδο τής Βασιλείας155
Πείστηκε από αυτά ο αυτοκράτορας και σκεπτόταν να στείλει πρέσβεις στη σύνοδο. Επέλεξε λοιπόν τον μεγάλο στρατοπεδάρχη κυρ Δημήτριο Παλαιολόγο,156 τον τότε τιμιότατο μεταξύ των ιερομονάχων και ηγούμενο τής σεβασμίας μονής τού Αγίου Δημητρίου κυρ Ισίδωρο,157 που έγινε στη συνέχεια αρχιεπίσκοπος Ρωσίας και αργότερα ανυψώθηκε στο βάθρο τού καρδιναλίου, και τον γαμπρό τού Παλαιολόγου, τον κυρ Ιωάννη τον Δισύπατο.158 Και πριν επιστρέψουν οι προαναφερθέντες πρέσβεις από τον πάπα, πριν μάθει ο αυτοκράτορας πώς δέχτηκε τούς πρέσβεις του ο Ευγένιος και πώς αντιμετώπισε τα λόγια και τις παραγγελίες που τούς είχε δώσει, έστειλε αυτούς ο αυτοκράτορας με γράμματα δικά του159 και τού πατριάρχη,160 αλλά και με αναθέσεις και εισηγήσεις του, στη σύνοδο τής Βασιλείας, ενώ τούς είχε δώσει ισχύ και εξουσιοδότηση, ώστε αν εύρισκαν από εκείνους όσα τούς είχαν ανατεθεί, να συμφωνούσαν και να έδιναν εγγυήσεις, ότι όντως θα έρχονταν και ο αυτοκράτορας και ο πατριάρχης, με όλη τη συνοδική δύναμη των ανατολικών, όπου αποφάσιζαν να γίνει η οικουμενική σύνοδος. Έφυγαν λοιπόν με τέτοια αποστολή.
24. Η αντίδραση τού πάπα και η αντίθεση τού πατριάρχη161
Εκείνοι που πήγαν στον Ευγένιο, επέστρεψαν και είπαν τα προαναφερθέντα. Ύστερα, μαθαίνοντας ο πάπας την πρεσβεία τού αυτοκράτορα προς τη σύνοδο162 και καταλαβαίνοντας ότι θα ήταν καταστροφικό για τον ίδιο, αν πήγαινε και η σύνοδος των ανατολικών στη Βασιλεία, έστειλε αμέσως εδώ με γράμματα τον Κορώνης Χριστόφορο163 και συμφώνησε να γίνει εδώ η σύνοδος. Βρέθηκε λοιπόν και ο πατριάρχης και όλοι σχεδόν πρόθυμοι γι΄ αυτό.164
Ο Χριστόφορος ζήτησε να έχει τη πρώτη θέση στη σύνοδο ο λεγάτος που θα ερχόταν, επειδή θα εκπροσωπούσε τον πάπα κι έπρεπε να τηρούνται τα δικαιώματα εκείνου, δηλαδή τα πρωτεία. Έγινε λοιπόν σύσκεψη για το θέμα και συζήτηση με τούς αρχιερείς και τούς άρχοντες τής Εκκλησίας ενώπιον τού πατριάρχη, όπου ορισμένοι τής δικής μας συνόδου βρήκαν και απέδειξαν ότι δεν έπρεπε να γίνει αυτό. Πώς άραγε θα ήταν δυνατό, με παρόντα τον γνήσιο πατριάρχη μέσα στη δική του Εκκλησία, να δίνεται το προβάδισμα σε τοποτηρητή άλλου; Όταν μάλιστα ούτε στην 5η Οικουμενική Σύνοδο165 είχε γίνει, αν και ήταν προσωπικά παρών τότε ο πάπας Βιγίλιος.166
25. Παρέμβαση τού αυτοκράτορα167
Το έμαθε ύστερα ο αυτοκράτορας και ερχόμενος στην Παλατιανή συγκέντρωσε εκεί λίγους από τούς αρχιερείς και τούς σταυροφόρους168 και είπε ότι ανάλογα με τούς καιρούς και τα πράγματα έπρεπε να γίνονται και οι σχετικές υποχωρήσεις. Σε τι λοιπόν θα συνέφερε, αν εμποδιζόταν ένα τόσο καλό έργο από το πρόβλημα τής σειράς με την οποία θα κάθονταν οι συμμετέχοντες; Επαίνεσε πολύ την ανάγκη υποχωρήσεων και πρόσθεσε για τον εαυτό του, ότι αν ήξερε ότι θα κατόρθωνε κάτι καλό, θα συναινούσε να γίνουν κάποιες υποχωρήσεις ακόμη και στο προβάδισμα τού αυτοκράτορα. Μακρηγορώντας λοιπόν με τέτοια λόγια ο αυτοκράτορας έπεισε τούς εκεί παρόντες εκ μέρους τής Εκκλησίας και συναίνεσαν να γίνουν τα αντίθετα εκείνων που είχαν πει ενώπιον τού πατριάρχη. Όταν το άκουσε ο πατριάρχης, το έφερε βαρέως και δύσκολα συνεργαζόταν με τον αυτοκράτορα. Έγραψαν όμως και απάντησαν στον πάπα μέσω τού Χριστόφορου.169
26. Η συμφωνία στη σύνοδο τής Βασιλείας170
Αυτοί που έφυγαν για τη σύνοδο τής Βασιλείας171 έτυχαν καλής υποδοχής από τούς εκεί συνοδικούς και τούς ανέφεραν το αντικείμενο τής πρεσβείας τους. Κι εκείνοι επέλεξαν μερικούς172 από τούς δικούς τους, οι οποίοι συσκέπτονταν ιδιαιτέρως με τούς δικούς μας, άκουγαν τα ζητήματα και κατέληγαν σε συμφωνίες. Έπειτα έλεγαν τα συμπεράσματα των συζητηθέντων στη σύνοδο και γίνονταν δεκτά απ΄ όλους. Μεταξύ των άλλων, ρώτησαν τούς δικούς μας να πουν πόσοι από τούς Γραικούς θα έρχονταν στη σύνοδο. Κι αυτοί είπαν, ότι θα έρχονταν επτακόσιοι άνθρωποι.173 Οι συνοδικοί συμφώνησαν ν΄ αναλάβουν όλες τις δαπάνες τους.174
Αφού λοιπόν βρέθηκε συμφωνία σε όλα τα ζητήματα και συναίνεσαν εκείνοι να κάνουν τα συμφωνηθέντα, συζήτησαν ποιοι τόποι ήσαν πιο κατάλληλοι για να γίνει η σύνοδος (γιατί αποφάσισαν από μεν τούς παραλιακούς τόπους την Καλαβρία, την Αγκώνα ή ἀλλη παραθαλάσσια πόλη και από τις ιταλικές πόλεις τής ενδοχώρας τη Μπολώνια,175 το Μιλάνο,176 ή άλλη πόλη. Έξω από την Ιταλία τη Βούδα177 στην Ουγγαρία, τη Βιέννη178 στην Αυστρία και ως τελευταία και απώτατη τη Σαβοΐα.179 Συμφώνησαν να κάνουν τη σύνοδο σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω πόλεις θα ήθελαν οι Γραικοί).
Αφού λοιπόν ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις και συμφωνήθηκαν όλα, ζήτησαν όρκους από τούς δικούς μας. Κι αυτοί ορκίστηκαν, ότι θα έρχονταν οπωσδήποτε ο αυτοκράτορας και ο πατριάρχης, μαζί με όσους συμπλήρωναν την Ανατολική Εκκλησία, αν έκαναν κι εκείνοι όσα είχαν συμφωνηθεί. Οι δικοί μας τούς έδωσαν και χρυσόβουλλο180 για τα θέματα αυτά, το οποίο είχαν πάρει από τον αυτοκράτορα για να το δώσουν ως βεβαίωση εκείνων για τα οποία είχαν ορκιστεί. Αντίστοιχα κι εκείνοι έφτιαξαν δεκρέτο,181 δηλαδή απόφαση, που είχε πάνω του μολύβδινη σφραγίδα και σε γιορταστική τελετή έλαβαν από τούς δικούς μας κι έδωσαν σ΄ εκείνους τα αντίστοιχα έγγραφα.
27. Η πρεσβεία182 τής συνόδου τής Βασιλείας στην Πόλη183
Κι έστειλαν εδώ ως πρέσβεις τρεις ιερωμένους, τον φρα Ιωάννη,184 τον Ιέρικο Μαγκέρ185 και τον φρα Σίμωνα,186 στους οποίους είχαν δώσει αρκετά χρήματα καθώς και ισχύ και εξουσιοδότηση να χειριστούν εδώ όλα τα ζητήματα που είχαν σχέση με τη σύγκληση τής οικουμενικής συνόδου. Ο ένας από αυτούς έπρεπε να στραφεί προς τη Βασιλεία και να εξοικονομήσει γαλέρες και βαλλιστές,187 για να έλθουν εδώ και να τούς αφήσει για φρούρηση τής Πόλης, ενώ τον αυτοκράτορα και τον πατριάρχη, μαζί με τούς υπόλοιπους, να τούς παραλάβουν με τις γαλέρες και να τούς μεταφέρουν στον τόπο όπου θα γινόταν η σύνοδος. Οι άλλοι δύο πρέσβεις θα παρέμεναν εδώ και θα παρείχαν τις δαπάνες τής συνοδικής συνάθροισης, φροντίζοντας να βρίσκονται έτοιμοι εδώ όσοι θα ήσαν απαραίτητοι ν΄ αναχωρήσουν για τη σύνοδο, όταν θα έρχονταν από εκεί οι γαλέρες. Ήρθαν λοιπόν εκείνοι μαζί με τούς προαναφερθέντες δικούς μας πρέσβεις,188 φέρνοντας 8.000 φλουριά.
28. Η συνάντηση με τον πατριάρχη189
Ύστερα από μερικές ημέρες190 είδαν τον πατριάρχη και ανέφεραν την αποστολή τους ο καθένας χωριστά, όπως προέβλεπε η εθιμοτυπία.191 Και ο μεν φρα Ιωάννης είπε, ότι όλοι στη Βασιλεία είχαν μεγάλη επιθυμία να δουν να πραγματοποιείται η ένωση και ήσαν έτοιμοι να φροντίσουν και ν΄ αναλάβουν κάθε δαπάνη, προκειμένου να μεταβούν εκεί ο αυτοκράτορας και ο πατριάρχης μαζί με τούς υπόλοιπους ανατολικούς πατέρες,
«και γι΄ αυτόν τον λόγο», είπε, «μάς έστειλαν να συνεργαστούμε και να φροντίσουμε όλα τα απαραίτητα για την προετοιμασία αυτού τού θείου έργου».
Ο δεύτερος είπε, ότι ερχόμενοι για ένα τέτοιο θεάρεστο έργο είχαν μαζί τους και γραμματικούς, όπως απαιτούσε η ανάγκη, καθώς και υπηρέτες πολλούς. Έπεσε όμως λοιμώδης αρρώστια στις γαλέρες και πέθαναν οι περισσότεροι από τούς υπηρέτες και οι γραμματικοί.192 Λυπήθηκαν λοιπόν πολύ που είχαν στερηθεί καλούς και αναγκαίους υπηρέτες, με αποτέλεσμα να μην έχει η αποστολή τους την υπηρεσία που χρειαζόταν.
Ο τρίτος είπε, ότι αν γινόταν ένωση με τη βοήθεια τού Θεού, θα ήταν πολύ καλό για τούς χριστιανούς. Θα βοηθούσαν πολύ οι δυτικοί αφέντες τούς ανατολικούς και οι Γραικοί θα κέρδιζαν μεγάλη ωφέλεια και προστασία από την ένωση. Είπαν λοιπόν αυτά και κάποια άλλα, που είχαν τον ίδιο σκοπό, αναλύοντας καθένας, όσο χρειαζόταν.
29. Η απάντηση τού πατριάρχη193
Αποκρίθηκε λοιπόν ο πατριάρχης, ότι το έργο τής ένωσης ήταν θείο και ευχάριστο, ενώ και ο ίδιος το ποθούσε πολύ και το επιθυμούσε, αν έδινε ο Θεός και γινόταν καλά. Τι άραγε γλυκύτερο υπήρχε από την ειρήνη και την ομόνοια των χριστιανών;
«Γι΄ αυτό», είπε, «εκείνος που προκάλεσε αρχικά το σκάνδαλο στην Εκκλησία τού Χριστού και τη διαίρεσε, θα βρει πολύ μεγάλη τιμωρία από τον Θεό. Ενώ τώρα, αυτός που θα μπορέσει να φροντίσει και να συνεργήσει, ώστε να πραγματοποιηθεί ένωση καλή και θεάρεστη, αν ευδοκήσει ο Θεός να προχωρήσει αυτή με τρόπο με τον οποίο συμφωνεί, θα βρει πολύ μεγάλη ανταμοιβή από τον Θεό».
Γι΄ αυτό λοιπόν, είπε ότι ήταν πρόθυμος να φροντίσει και να συνεργήσει στην πραγματοποίηση αυτού τού θείου έργου. Έδειξε όμως ότι δυσφορούσε με την έξοδο από τη χώρα και τη μετάβαση στη σύνοδο, για λόγους που είχαν σχέση τόσο με την αρρώστια και τα γηρατιά του, όσο και με την κούραση που θα τού προκαλούσαν οι αποστάσεις τού ταξιδιού, καθώς και οι κίνδυνοι στη θάλασσα, προσθέτοντας:
«Αν κι εσείς λυπάστε για υπηρέτες και δούλους που χάσατε στη θάλασσα, εμένα άραγε δεν με κρίνετε άξιο να λυπηθώ τον εαυτό μου, μην τύχει και με ρίξουν πεθαίνοντας στη θάλασσα και με φάνε τα ψάρια;»
Όσο για τις υποσχέσεις για εκείνα που θα γίνονταν, είπε ότι ήταν δύσπιστος όπως ο Θωμάς.194 Αφού λοιπόν ο πατριάρχης είπε τέτοια και άλλα παρόμοια, οι πρέσβεις απάντησαν όπως έπρεπε και αναχώρησαν.195
30. Η πρεσβεία τού Χριστόφορου επισκόπου Κορώνης196
Όταν ήρθαν πάλι από την Ιταλία, επέστρεψε μαζί τους και ο προαναφερθείς Κορώνης Χριστόφορος,197 έχοντας εξουσιοδότηση από τον πάπα, ο οποίος θα συναινούσε σε οτιδήποτε αυτός έκανε. Γιατί είχε ειδοποιηθεί ο πάπας από τη σύνοδο,198 να συμφωνήσει με δικό του άνθρωπο και ν΄ ακολουθήσει εκείνο που θα έκαναν οι συνοδικοί για τη σύνοδο τής ένωσης ή, αν επιθυμούσε κάτι άλλο, να έκαναν εκείνο που θα φαινόταν καλό στη σύνοδο εκείνη. Γι΄ αυτόν λοιπόν τον σκοπό στάλθηκε ο Χριστόφορος, δηλαδή φαινομενικά για να συμπράξει με τούς συνοδικούς και να τούς ακολουθήσει, ουσιαστικά όμως για να πετύχει κάτι αντίθετο, αν μπορούσε.199 Γιατί έσπευσε να το αναφέρει πολύ μυστικά στον αυτοκράτορα αλλά ιδιαίτερα στον πατριάρχη, επειδή και τότε ο πατριάρχης αντιμετώπιζε μάλλον πιο φιλικά αυτόν και τον πάπα, ενώ ο Χριστόφορος τού υποσχόταν να κάνει ο πάπας τη σύνοδο εδώ. Προσπάθησε λοιπόν πολύ ο πατριάρχης γι΄ αυτό, αλλά ο αυτοκράτορας δεν το δεχόταν καθόλου.
31. Εξέταση τής συμπεριφοράς των πρεσβευτών στη Βασιλεία200
Κι όταν επέστρεψαν εδώ οι δικοί μας πρέσβεις,201 ειπώθηκε ότι διχάστηκαν εκεί κι έκαναν οι άρχοντες τα περισσότερα παραβλέποντας τον ηγούμενο. Το ίδιο είπε και αυτός στον πατριάρχη και σε μερικούς φίλους του. Γι΄ αυτό και ο πατριάρχης αντιμετώπιζε με δυσφορία τα ζητήματα αυτής τής πρεσβείας.
Όταν έμαθε ο αυτοκράτορας ότι διαδίδονται τέτοια πράγματα, διέταξε και συγκεντρώθηκαν οι αρχιερείς και οι ηγούμενοι και πνευματικοί στον πατριάρχη. Ήρθε και ο ίδιος και κάθησε μαζί με τον πατριάρχη στα δεξιά κατηχουμενεία.202 Κάθησαν και οι προαναφερθέντες, καθώς και οι άρχοντες τού πατριάρχη, οι σταυροφόροι, και λίγοι από τούς συγκλητικούς. Είπε λοιπόν ο αυτοκράτορας:
«Ακούω ότι λέγονται κάποια πράγματα εναντίον εκείνων που έγιναν στη Βασιλεία από τούς δικούς μας πρέσβεις. Γιατί λένε ότι εκείνα που ειπώθηκαν κι έγιναν εκεί δεν ήσαν αρεστά και στους τρεις, αλλά αν και δεν συμφωνούσε ο ένας, αγνοήθηκε από τούς δύο κι έκαναν αυτοί όσα συμφώνησαν. Γι΄ αυτό και ήρθα, για να εξεταστεί το θέμα με παρρησία και να δούμε πώς σκοπεύουμε να ενεργούμε στο μέλλον».
Και πρόσταξε τούς πρέσβεις να διηγηθούν αναλυτικά όσα έγιναν εκεί. Έπειτα, στρεφόμενος και προς τούς ακροατές, είπε:
«Υπάρχουν κάποια πράγματα στις συμφωνίες, εξωτερικά και πραγματικά, που αν δεν παραμένουν προφυλαγμένα, θα μάς προξενήσουν ζημιά. Ποια είναι άραγε η ανάγκη ν΄ ακούτε για γαλέρες και βαλλιστές, καθώς και για μερικά άλλα πράγματα που φροντίζουμε για την ασφάλεια τη δική μας και τής Πόλης, πράγματα που αν διαδοθούν εδώ, θα γίνουν γνωστά και στους εχθρούς, με αποτέλεσμα εκείνοι να κινηθούν εναντίον μας; Γι΄ αυτό μού φαίνεται καλό, να μη μιλήσουν οι πρέσβεις για τέτοιου είδους πράγματα, αφού δεν είναι απαραίτητο να συζητήσουμε γι΄ αυτά, ούτε αυτά βοηθούν τα εκκλησιαστικά ζητήματα. Να μάς πουν όμως για τις ενέργειες και πρωτοβουλίες τους, με τις οποίες έκαναν τα συμφωνηθέντα».
32. Η αναφορά των πρεσβευτών203
Διηγήθηκε λοιπόν ως εξής ο μεγάλος στρατοπεδάρχης:204
«Φεύγοντας από εδώ και φτάνοντας κοντά στην πόλη τής Βασιλείας, όταν το έμαθαν εκείνοι που βρίσκονταν στη σύνοδο, έστειλαν επισκόπους και κάποιους άλλους άρχοντες και μάς συνάντησαν έξω από την πόλη, σε απόσταση ταξιδιού μισής ημέρας. Μάς συνόδευσαν με μεγάλη τιμή μέχρι την κατοικία, την οποία είχαν ετοιμάσει για εμάς. Ξεκουραστήκαμε λοιπόν εκεί. Ύστερα ήρθαν και μάς πήραν με τιμή και παρουσιαστήκαμε στη σύνοδο.
Απευθύναμε λοιπόν εκεί τούς κατάλληλους χαιρετισμούς, από την αγία βασιλεία σου και από τον δεσπότη μου τον άγιο πατριάρχη. Παραδώσαμε και τις θείες σου γραπτές εντολές205 και τα τίμια πατριαρχικά γραπτά. Μάς καλωσόρισαν με χαρά, μάς προσφώνησαν με φιλική ομιλία και φάνηκαν ότι ήσαν πρόθυμοι για την ένωση. Έπειτα είπαμε ότι μάς είχαν ανατεθεί συγκεκριμένα ζητήματα προς διαπραγμάτευση και ότι θα τα αναφέραμε, όταν χρειαζόταν. Στη συνέχεια μάς έστειλαν στην κατοικία206 και ξεκουραζόμασταν. Κι αυτοί διάλεξαν μερικούς συνοδικούς, μεταξύ των οποίων ήσαν και καρδινάλιοι και επίσκοποι. Προσδιόρισαν τόπο και ημερομηνίες και ενημέρωσαν κι εμάς γι΄ αυτά.
Μαζευόμασταν όλοι και τούς λέγαμε τα ζητήματα που είχαμε. Κι ακούγαμε τα δικά τους λεγόμενα. Εξέταζαν λοιπόν και μάς έδιναν λύσεις για τα ζητήματα και αν φαίνονταν αυτές σ΄ εμάς επαρκείς, κοινοποιούνταν στην ολομέλεια τής συνόδου και με αυτόν τον τρόπο αποφάσιζαν και διαβεβαίωναν εμάς γι΄ αυτές. Το ίδιο κι εμείς, σκεπτόμασταν για οτιδήποτε ακούγαμε να λέγεται ή δινόταν σ΄ εμάς από εκείνους και όποιο άρεσε και στους τρεις μας, το απαντούσαμε ομόφωνα ή το δεχόμασταν. Έτσι λοιπόν έγινε σε όλα τα ζητήματα που μάς είχαν ανατεθεί και με τη βοήθεια τού Θεού δεν διαφωνήσαμε σε τίποτε. Αν κάποιος έχει να πει κάτι διαφορετικό, ας το πει χωρίς ενδοιασμούς. Γιατί εγώ αναφέρω με παρρησία, ότι έτσι έγιναν εκεί τα πράγματα.
Όταν λοιπόν βρήκαμε λύσεις στις εντολές και τα ζητήματα που μάς είχαν ανατεθεί, τότε καταλήξαμε στις συμφωνίες που περιλαμβάνονται στο δεκρέτο, για τις οποίες μάς ζήτησαν όρκους. Λειτούργησε λοιπόν ο τιμιότατος παπάς κυρ Ισίδωρος που ήταν μαζί μας και ορκίστηκε κι αυτός κι εμείς, ότι αν κάνουν όσα συμφωνήσαμε, θα πάει εκεί οπωσδήποτε ο αυτοκράτορας μαζί με τον πατριάρχη και τη σύνοδο των ανατολικών. Σε επιβεβαίωση δώσαμε και το χρυσόβουλλο τής αγίας βασιλείας σου. Με τον ίδιο τρόπο ορκίστηκαν κι εκείνοι. Και αφού έκαναν συνοδική γιορτή, μάς έδωσαν ολοκληρωμένο το δεκρέτο.
Τίποτε λοιπόν δεν έγινε χωρίς τη θέληση και των τριών, ούτε έβλεπαν κάποιους από εμάς ιδιαιτέρως ή μιλούσε ιδιαιτέρως κάποιος από εμάς σ΄ εκείνους. Αλλά και οι τρεις μαζί και τούς βλέπαμε και μάς έβλεπαν εκείνοι. Ωστόσο αυτός ο φρα Ιωάννης207 ερχόταν σ΄ εμάς συνεχώς, και πρώτος απ΄ όλους μάς συνάντησε, ενώ φρόντιζε κι έσπευδε να δίνει λύσεις και να ικανοποιεί οτιδήποτε σχετικό με την άνετη διαμονή μας. Κι αυτόν είχαμε συνεργάτη σε οποιαδήποτε ανάγκη παρουσιαζόταν. Τού οφείλουμε πολλή φιλία για την αγάπη και τη φροντίδα που μάς έδειχνε. Αλλά κι αυτός από κοινού έβλεπε και μιλούσε στους τρεις μας και σε κανέναν ιδιαιτέρως».
Αφού διηγήθηκε αυτά, ο Παλαιολόγος208 είπε:
«Ας πουν και οι άλλοι εκείνα που θέλουν».
Τότε συμφώνησε και ο παπάς κυρ Ισίδωρος ότι έτσι είχαν γίνει εκεί τα πράγματα, όπως τα ανέφερε ο Παλαιολόγος. Το ίδιο είπε και ο Δισύπατος, προσθέτοντας ότι κανένας δεν είχε κάτι διαφορετικό ν΄ αναφέρει, επειδή έτσι έγιναν. Τότε πρόσταξε ο αυτοκράτορας:
«Φαίνεται λοιπόν, ότι ενήργησαν ομόφωνα και με καλό τρόπο και δεν έχει κανείς να κατηγορήσει για κάτι την πρεσβεία τους, ούτε έπρεπε να ειπωθούν όσα ακούστηκαν».
Ξεκίνησε όμως να πει κάτι και ο πατριάρχης κι έτυχε κάπως να γελάσει ο αυτοκράτορας. Ο πατριάρχης στενοχωρήθηκε γι΄ αυτό και είπε:
«Επειδή βλέπω να με ειρωνεύονται, παραιτούμαι από εκείνο που ήθελα να πω».
Ο αυτοκράτορας τού είπε:
«Να έχω την ευχή σου, δεν άκουσα καν τι είπες, ούτε γέλασα γι΄ αυτό, αλλά για κάτι άλλο χαμογέλασα. Πες λοιπόν αυτό που θέλεις, αν νομίζεις ότι χρειάζεται».
Κι εκείνος δεν θέλησε να πει τίποτε, αν και τού το ζήτησε μια και δύο φορές ο αυτοκράτορας. Ύστερα είπε πάλι ο Παλαιολόγος:
«Εμείς έτσι ενεργήσαμε, από κοινού και ομόφωνα, όπως αναφέραμε. Αν ειπώθηκαν άλλα πράγματα, το σφάλμα δεν είναι δικό μας».
Και με αυτά λύθηκε η συνεδρίαση.
33. Ο πατριάρχης φοβάται να πάει στη Βασιλεία209
Ύστερα από λίγες ημέρες μάζεψε εμάς τούς σταυροφόρους ο πατριάρχης και μάς είπε:
«Ο αυτοκράτορας παίρνει το μέρος εκείνων που θα έλθουν από τη σύνοδο και σκοπεύει να συνεργαστεί μαζί τους και να οργανώσει ν΄ αναχωρήσουμε κι εμείς για τη Βασιλεία. Και αναγκάζει κι εμένα να συνεργαστώ σε αυτό και ν΄ ακολουθήσω. Μού φαίνεται ότι είναι βαρύ και ότι θα οδηγήσει μάλλον σε καταστροφή και όχι σε δική μας ωφέλεια. Γι΄ αυτό δυσφορώ και δεν θέλω να συνεργαστώ με τον αυτοκράτορα, αλλά όταν ακούσω κάτι που δεν μού αρέσει, να διαφωνήσω, ν΄ αντισταθώ και να μην υποφέρω αδιαμαρτύρητα τα σχεδιαζόμενα».210
Γι΄ αυτόν τον λόγο, επειδή δεν είχε πια θάρρος με άλλους εκτός από εμάς, γι΄ αυτό τα έλεγε σ΄ εμάς αυτά τα πράγματα, μάς συμβουλευόταν και ζητούσε να μάς έχει μαζί του συνεργάτες του σε αυτά και συνεργούντες.
Επειδή λοιπόν συμφωνούσαμε κι εμείς, τον ευχαριστήσαμε και τον παρακινήσαμε, αν τον οδηγούσε ο Θεός γενναία και δυνατά, να διαφωνούσε με εκείνα που επηρέαζαν τον χαρακτήρα τής δικής μας Εκκλησίας κι έτσι θα είχε κι εμάς καλούς συνεργούς με τη χάρη τού Θεού και γενναία αγωνιζόμενους.
Είπε πάλι, ότι άκουσε ότι θα ερχόταν την επομένη ο αυτοκράτορας στο μέρος εκείνο για να συζητήσουν αυτά τα θέματα. Γι΄ αυτό τού φάνηκε καλό, είπε, να μάς μιλήσει για τα προαναφερθέντα, ώστε να έχει κι εμάς τής ιδιας γνώμης και σύμφωνους και, αν χρειαζόταν, να τον βοηθούσαμε την επόμενη μέρα με τον πρέποντα τρόπο. Τού υποσχεθήκαμε λοιπόν κι εμείς και τον διαβεβαιώσαμε.
34. Οι συναντήσεις στη Νέα Εκκλησία211
Την επόμενη μέρα, που ήταν μετά την προετοιμασία, ειδοποιήθηκε ο πατριάρχης και αναχώρησε μαζί μας για τη Νέα Εκκλησία.212 Ο αυτοκράτορας είδε τη μητέρα του τη δέσποινα, και κατά το σούρουπο ήρθε στη Νέα, κάθησε μέσα στον θείο ναό και προσκάλεσε τον πατριάρχη. Κι εκείνος πηγαίνοντας και υποβασταζόμενος από εμάς, είπε:
«Αν και θα περιμένετε έξω, ωστόσο καθήστε κάπου κοντά. Βλέπω ότι είμαι ταραγμένος και ότι θα με στενοχωρήσουν. Γι΄ αυτό θέλω να είστε κοντά μου και αν φωνάξω πιο δυνατά, να τρέξετε αμέσως».
Κάθησε λοιπόν ο πατριάρχης με τον αυτοκράτορα και συζητούσαν μόνοι. Κι εμείς καθόμασταν έξω, κοντά στην πύλη τού ναού. Έπειτα προσκάλεσαν τούς μεσάζοντες και τον μεγάλο δομέστικο213 και συσκέφτηκαν και μαζί τους. Ύστερα κάλεσαν τούς αρχιερείς κι εμάς και μπήκαμε μαζί με τούς προαναφερθέντες πρέσβεις, δηλαδή τον Παλαιολόγο, τον ιερομόναχο και τον Δισύπατο, και καθήσαμε. Ο αυτοκράτορας είπε στον πατριάρχη:
«Αν θέλεις, πες αυτό που αποφασίσαμε».
Είπε λοιπόν ο πατριάρχης:
«Οι πρέσβεις που ήρθαν από τη σύνοδο των Λατίνων ζήτησαν ν΄ αναφερθούν κι εδώ αυτά που έγιναν στη σύνοδο και γράφτηκαν στο δεκρέτο και να επιβεβαιωθούν και από εμάς, ώστε να είναι βέβαιοι για τον τρόπο με τον οποίο θα χειριστούν το ζήτημα που τούς έχει ανατεθεί. Υπάρχει λοιπόν ανάγκη να οριστούν μερικοί, που θα συσκέπτονται μαζί τους, θ΄ ακούνε και θ΄ απαντούν στα λεγόμενά τους. Αποφασίστηκε ότι αυτοί θα είναι οι δύο μεσάζοντες και ο μεγάλος δομέστικος, επίσης από τούς αρχιερείς ο Εφέσου κυρ Ιωάσαφ και ο Ηρακλείας κυρ Αντώνιος, από τούς σταυροφόρους ο μεγάλος χαρτοφύλαξ214 και ο μεγάλος εκκλησιάρχης,215 από τούς πνευματικούς ο παπάς κυρ Ματθαίος216 και ο παπάς κυρ Γρηγόριος217, καθώς και οι δικοί μας πρέσβεις. Θα συνεδριάζετε στο μοναστήρι τής Αγίας τού Χριστού Αναστάσεως.218 Το μάθατε λοιπόν και να ετοιμάζεστε γι΄ αυτό».
Έπειτα ζήτησαν οι δικοί μας ν΄ ακούσουν και το δεκρέτο, το οποίο διαβάστηκε και ακούσαμε ότι περιλάμβανε και το εξής μεταξύ των άλλων, ότι έσπευσαν οι τής συνόδου Βασιλείας και διόρθωσαν τη νέα αίρεση των Βοημών.219 Με τον ίδιο μάλιστα τρόπο θα διόρθωναν και την παλαιά των Γραικών.220 Είχε ακουστεί και πριν από μερικές ημέρες και είχε φανεί φοβερό σε όλους. Και τότε είπαν όσα έπρεπε να πουν για το ζήτημα. Είπαν λοιπόν ο αυτοκράτορας και οι άρχοντες:
«Επειδή πρόκειται να συνεδριάσετε και να συζητήσετε με εκείνους, πιστεύουμε ότι θα διορθωθεί κι αυτό, καθώς και όσα άλλα πρέπει να διορθωθούν».
Στη συνέχεια βγήκαμε από τη σύσκεψη.
35. Ο συγγραφέας προσπαθεί να ξεφύγει221
Μόλις ξημέρωσε, πήγα ο ίδιος στον πατριάρχη και τού είπα:
«Χτες ήθελα ν΄ αναφέρω και να παρακαλέσω, να μού επιτρέψετε να μη συμμετέχω στις συνεδριάσεις, όπως έχετε προστάξει. Ωστόσο, για να μη φανώ αμόρφωτος, δεν το ανέφερα εκείνη τη στιγμή. Τώρα όμως ήρθα και σάς παρακαλώ να με απαλλάξετε από τέτοιες συνεδριάσεις. Γιατί ούτε θέλω, ούτε έχω την πρόθεση ν΄ αντιμετωπίσω τέτοια ζητήματα».
Τον θερμοπαρακάλεσα λοιπόν γι΄ αυτό και ο πατριάρχης μού επέβαλε ακόμη περισσότερο να κάνω εκείνο που μού είχε ανατεθεί. Έτυχε να είναι παρόντες ο πνευματικός κυρ Θεοφύλακτος222 και ο μοναχός κυρ Κάλλιστος ο Πρίγκηψ,223 τούς οποίους έλπιζα να βρω συμπαραστάτες στο ζήτημά μου. Όμως, μόλις είδαν τον πατριάρχη να λέει ότι είμαι απαραίτητος στο ζήτημα που μού ανατέθηκε, με πίεσαν κι εκείνοι να κάνω εκείνο που προσταζόταν.
36. Η συνάντηση στη Μονή Αναστάσεως224
Ορίστηκαν λοιπόν ημέρες και συνεδριάζαμε. Μαζί μας συνεδρίαζαν επίσης ως διορισμένοι ο κυρ Δημήτριος Άγγελος ο Φιλομμάτης,225 ο διδάσκαλος κυρ Γεώργιος ο Σχολάριος226 και ο φρα Μανουέλ ως διερμηνέας.227 Μιλούσαν λοιπόν προς εκείνους οι μεσάζοντες, ύστερα από σύμφωνη γνώμη και των υπόλοιπων δικών μας, και απαντούσαν οι πρέσβεις των Λατίνων.228 Στην αρχή μίλησαν λοιπόν οι δικοί μας προς εκείνους φιλικά και είπαν:
«Το έργο αυτό τής ένωσης είναι θείο και πολύ επιθυμητό και θέλουμε κι εμείς να το δούμε, αν δώσει ο Θεός και γίνει καλά, όπως κι εσείς πάλι το ίδιο επιθυμείτε. Κι αυτό είναι φανερό από τούς πολλούς κόπους και κινδύνους που υποστήκατε, καθώς και από τις δαπάνες στις οποίες μπήκατε για να έλθετε εδώ και να καταβάλλετε κάθε καλή προσπάθεια για τη συνοδική συνάθροιση και να διορθώσετε ό,τι είναι ωφέλιμο γι΄ αυτήν, καθώς και από εκείνα πάλι που ο αφέντης μας ο άγιος αυτοκράτορας, με τη συνεργασία τού αγίου πατριάρχη, δεν παραμέλησε, απ΄ όσα μπορούσε να κάνει, αλλά και στον μακαριότατο πάπα, τον προηγούμενο και τον τωρινό, πολλές φορές έστειλε πρέσβεις. Επίσης τώρα έστειλε και στη δική σας σύνοδο. Έκανε πολλά έξοδα γι΄ αυτές τις πρεσβείες, ενώ αναλαμβάνει και κάθε προσπάθεια που χρειάζεται για ένα τέτοιο έργο. Γι΄ αυτό πρέπει κι εμείς που προσερχόμαστε από τα δύο μέρη να φροντίσουμε να προχωρήσει αυτό το ζήτημα και γι΄ αυτόν τον λόγο οριστήκαμε, για να μαζευόμαστε εδώ και να εξετάζουμε εκείνα που πρέπει να γίνουν για τη συνάθροιση τής οικουμενικής συνόδου και την αναχώρηση προς τα εκεί. Επίσης για την εδώ επάνοδο και για να διορθωθεί στο δεκρέτο ό,τι είναι ελλιπές ή χρειάζεται διόρθωση. Χρειάζεται λοιπόν κι εμείς να λέμε με φιλία, τιμή και αγάπη αυτά που έχουμε να σάς πούμε και ν΄ ακούσουμε από εσάς, ενώ κι εσείς πάλι, επίσης φιλικά και αδελφικά, να δέχεστε τα λόγια μας, ν΄ απαντάτε και να ικανοποιείτε εκείνα που χρειάζονται διόρθωση».
37. Το δεκρέτο τής συνόδου Βασιλείας και η «αίρεση» των Γραικών229
Αποδέχθηκαν αυτά τα λόγια οι συνοδικοί και είπαν με ευχαριστίες και ευθυμία απαντήσεις κατάλληλες προς τα λόγια που είχαν ακούσει. Έπειτα είπαν ότι ήσαν έτοιμοι να καταβάλουν και δαπάνες για την αποστολή πρέσβεων, όπου χρειαζόταν για εκείνους που θα έρχονταν στη σύνοδο, αν συμφωνούσαν προηγουμένως ο αυτοκράτορας και ο πατριάρχης με όλα τα περιλαμβανόμενα στο δεκρέτο. Προχώρησαν λοιπόν σε συζήτηση των περιλαμβανομένων στο δεκρέτο. Και τούς είπαν οι δικοί μας:
«Στο προοίμιο λέτε για εμάς, ότι έχουμε αίρεση, επειδή λέτε "τη νέα αίρεση των Βοημών και την παλαιά των Γραικών". Και απορούμε πολύ πώς το λέτε αυτό. Γιατί ποιος άραγε το είπε ποτέ για εμάς ή ποια αίρεση έχουμε εμείς, που δεν έχουμε καθόλου παραβεί ή μετακινηθεί από τις αποστολικές, συνοδικές και πατερικές παραδόσεις; Σκάνδαλο λοιπόν μεγάλο προξενεί αυτό σ΄ εμάς και ζητάμε, πριν από οτιδήποτε άλλο, τη διόρθωσή του».
Κι εκείνοι απάντησαν ότι δεν έγινε επίτηδες, αλλά απλώς έτσι γράφτηκε από τον γραμματικό:
«Γιατί εμείς και οι δικοί μας όλοι ούτε είπαμε ποτέ για εσάς, ούτε λέμε τώρα ότι έχετε αίρεση, ενώ μπορούμε να διαβεβαιώσουμε γι΄ αυτό και να το διακηρύξουμε με παρρησία, σε επήκοο όλων, αν επιθυμείτε. Κι ας είναι αυτό, όπως νομίζουμε, επαρκής αποκατάσταση για εσάς, που δεν πρέπει να σκανδαλίζεστε για το λάθος τού γραμματικού».
Απάντησαν λοιπόν οι μεσάζοντες:
«Δεν είναι αποκατάσταση αυτό που λέτε, ότι θα πείτε δηλαδή σ΄ εμάς λόγια. Γιατί πού άραγε θα φανεί αυτή η προφορική αποκατάσταση, ή πώς θα είναι για εμάς τίμιο, όταν δεχτούμε το δεκρέτο όπως είναι και το παρουσιάζουμε ότι προστατεύει τα δικαιώματά μας; Μάς βάζει στην ίδια θέση με τούς Βοημούς, που έχουν πολλές και κάκιστες αιρέσεις. Σε τι συμφέρει τούς δικούς μας να το δεχτούν;»
Όταν λοιπόν τα άκουσαν, σηκώθηκαν κι απομακρύνθηκαν λίγο και συσκέφτηκαν ιδιαιτέρως για αρκετή ώρα. Έπειτα, αφού ήρθαν και κάθησαν, είπαν:230
«Διαβεβαιώνουμε ενόρκως, ότι δεν έγινε με πανουργία ή με σκοπιμότητα, αλλά είναι λάθος και σφάλμα. Και το μεγαλύτερο μέρος τού σφάλματος ανάγεται στους δικούς σας πρέσβεις. Γιατί ήσαν στη σύνοδο στη Βασιλεία και είδαν και το δεκρέτο, τόσο πριν ολοκληρωθεί, όσο και όταν ολοκληρώθηκε. Κι αν έλεγαν κάτι για το θέμα και ζητούσαν διόρθωση, θα διορθωνόταν αμέσως χωρίς καμία αντίρρηση. Αφού λοιπόν εκείνοι δεν είπαν κάτι εκεί κι εμείς ήρθαμε εδώ με αυτό το δεκρέτο, δεν γνωρίζουμε τι είδους άλλη αποκατάσταση μπορούμε να κάνουμε. Ζητάμε να σκεφτείτε κι εσείς και να προτείνετε άλλη αποκατάσταση επαρκή για εσάς, που να μπορεί όμως να γίνει και από εμάς. Κι εμείς θα την κάνουμε».
Κι έτσι λύθηκε η συνεδρίαση.
38. Δεύτερη συνεδρίαση: Το προοίμιο τού δεκρέτου πρέπει να διορθωθεί231
Όταν βγαίναμε, μάς είπαν ιδιαιτέρως οι δικοί μας πρέσβεις:
«Αυτοί έχουν μεγάλη ισχύ από τη σύνοδο, ενώ νομίζουμε ότι έχουν μαζί τους και σφραγίδες. Αν το χειριστείτε καλά, μπορούν και το δεκρέτο ν΄ αλλάξουν και να το παραδώσουν σφραγισμένο».
Στη δεύτερη συνεδρίαση ξεκίνησαν πάλι οι συζητήσεις γι΄ αυτό το θέμα, με πολλή και μεγάλη διαφωνία από τούς δικούς μας. Κι εκείνοι απαντούσαν:
«Ούτε εμείς, ούτε εκείνοι στη σύνοδο τής Βασιλείας έχουμε για εσάς την άποψη που νομίζετε ότι λέει το δεκρέτο, ούτε γράφτηκε με τον σκοπό που εσείς υπονοείτε. Όμως, επειδή έτσι γράφτηκε, δεν έχουμε εμείς το δικαίωμα να κάνουμε εδώ διόρθωση σε αυτό. Μπορούμε να το διορθώσουμε με άλλο γράμμα και να γράψουμε και να επιβεβαιώσουμε όποια αποκατάσταση θελήσετε, ενώ υποσχόμαστε ότι η αποκατάσταση αυτή θα εγκριθεί και από ολόκληρη τη σύνοδο».
Αφού λοιπόν ειπώθηκαν πολλά και από τα δύο μέρη, είπαν οι δικοί μας:
«Δεν υπάρχει άλλη αποκατάσταση εκτός από τη μια και μοναδική, δηλαδή να ξαναγραφεί και να διορθωθεί το δεκρέτο. Γιατί δεν μπορούμε να δεχτούμε αυτό που μάς παρουσιάζει στον κόσμο ως αίρεση».
Και με αυτά βγήκαμε από τη σύσκεψη.
39. Τρίτη συνεδρίαση: Παραπομπή τού διορθωμένου δεκρέτου στη Βασιλεία232
Στην τρίτη συνεδρίαση, επειδή ξεκίνησε πάλι η συζήτηση για το θέμα αυτό, όταν αναγκάστηκαν, είπαν εκείνοι:
«Εμείς είπαμε όσους τρόπους αποκατάστασης νομίσαμε ότι σάς ικανοποιούν, αλλά επειδή δεν αρκείστε σε αυτούς, αλλά ζητάτε να τροποποιηθεί αυτό το δεκρέτο, αν μπορούσαμε να το τροποποιήσουμε και να το σφραγίσουμε εδώ, εύκολα θα το διορθώναμε. Επειδή όμως, όπως γνωρίζει ο Κύριος, δεν μπορούμε να φτιάξουμε σφραγίδα εδώ, σάς λέμε τώρα, να γράψουμε εμείς άλλο προοίμιο, που θα παρέχει αποκατάσταση και θα προασπίζει την τιμή σας. Κι αν αυτό σάς αρέσει, να τροποποιήσουμε το δεκρέτο με το προοίμιο που αρέσει σ΄ εσάς και να το στείλουμε στη σύνοδο με έναν από εμάς που θα φύγει για εκεί, ώστε να εγκριθεί και να σφραγιστεί από εκείνους και να το στείλουν έτσι σ΄ εμάς».
Άρεσε σε όλους αυτό και ικανοποιήθηκαν.233 Είπαν όμως:
«Κι εμείς τι εγγύηση έχουμε ότι θα δεχτεί και η σύνοδος το διορθωμένο δεκρέτο;»
Είπαν λοιπόν εκείνοι:
«Το υποσχόμαστε αυτό εμείς. Και είμαστε έτοιμοι να παράσχουμε γι΄ αυτό σε όλους εσάς όποια εγγύηση θελήσετε, ότι χωρίς καμία συζήτηση η σύνοδος θα το εγκρίνει και θα το επιβεβαιώσει, ώστε και από τα έργα τους να δείτε τη βοήθεια τού Θεού. Ωστόσο, επειδή αποφασίσαμε για το προοίμιο, ας συζητήσουμε τώρα και για τα άλλα κεφάλαια τού δεκρέτου».
40. Επιλογή τής πόλης πραγματοποίησης τής συνόδου234
Συγκεντρωθήκαμε λοιπόν πολλές φορές και συζητήσαμε τα υπόλοιπα ζητήματα.235 Καθώς βλέπαμε τούς άρχοντες να συγκατατίθενται εύκολα σχεδόν σε όλα, τούς είπαμε:
«Το ζήτημα τού τόπου τής συνόδου μάς φαίνεται δύσκολο. Γιατί αν θελήσουν αυτοί να τραβήξουν τούς δικούς μας στη Βασιλεία ή ακόμη και στη Σαβοΐα,236 όπου η απόσταση είναι μεγάλη, πώς άραγε θα μπορέσει ο πατριάρχης, όντας άρρωστος, ή αρχιερείς γέροντες και αδύναμοι ν΄ αναχωρήσουν για εκεί;»
Και μάς είπαν οι άρχοντες:
«Αν δεν θελήσει ο πάπας να είναι παρών στη σύνοδο, ο αυτοκράτορας θεωρεί καλύτερο να γίνει η σύνοδος όσο πιο μακριά. Γιατί απομακρύνεται έτσι και η υπεροχή τού πάπα και με περισσότερη ελευθερία θα κάνει ο αυτοκράτορας εκείνα που τον συμφέρουν. Όσο για τον πατριάρχη και τούς γέροντες, θα ταξιδέψουν ξεκούραστα».
Ύστερα όμως τούς είπαν για τον τόπο κι εκείνοι απάντησαν:
«Γι΄ αυτό γράφονται εννέα τόποι,237 από τούς οποίους κάποιοι είναι πιο κοντά και κάποιοι πιο μακριά, για να διαλέξετε από αυτούς και να γίνει η σύνοδος όπου θελήσετε».
Φάνηκε λοιπόν καλό και άφησαν τη συζήτηση για το θέμα αυτό,238 ώστε να προσδιοριζόταν όταν θ΄ αποφάσιζαν οι δικοί μας ν΄ αναχωρήσουν για εκεί. Το μόνο που τούς είπαν ήταν να ξέρουν εκείνοι, ότι σίγουρα οι δικοί μας δεν θ΄ αναχωρούσαν για τη Βασιλεία.
41. Επιφυλάξεις για το περιεχόμενο τού δεκρέτου239
Και ύστερα από μερικές ημέρες ήρθαν όλοι οι επιλεγμένοι από τούς δικούς μας στον πατριάρχη, για να τον ενημερώσουν για τα λεγόμενα και συμφωνούμενα στο δεκρέτο και για να σκεφτούν από κοινού, αν μπορούσαν εύκολα να γίνουν αυτού τού είδους τα πράγματα ή υπήρχαν και κάποιες δυσκολίες. Τότε λοιπόν είπαμε εγώ και ο πνευματικός κυρ Ματθαίος:
«Δύο πράγματα βλέπουμε εμείς δύσκολα. Το πρώτο είναι ότι αναφέρεται στο δεκρέτο, ότι αν κάνουν οι Λατίνοι όσα υπόσχονται, τότε ο αυτοκράτορας μαζί με τον πατριάρχη και τούς υπόλοιπους δικούς μας θ΄ αναχωρήσουν όπωσδήποτε για τη σύνοδο, είτε εδώ έχουμε μάχη, είτε ειρήνη. Αν λοιπόν έχουμε μάχη, πώς άραγε θα φύγει ο αυτοκράτορας μαζί και με άλλους, εγκαταλείποντας την Πόλη πολιορκούμενη, όπου κι αν τύχαινε να βρίσκεται στο εξωτερικό; Έπρεπε τότε να τα αφήσουμε όλα και να βρεθούμε γρήγορα στην Πόλη, για ν΄ αγωνιστούμε για τη φρούρηση και ασφάλειά της και για την απόκρουση των εχθρῶν. Το δεύτερο είναι ότι αναφέρεται στο δεκρέτο, ότι αν γίνει η ένωση, θα μάς ξαναφέρουν εδώ με τις ίδιες γαλέρες και δαπάνες, αλλά δεν το υπόσχονται αυτό αν δεν επακολουθήσει ένωση. Πώς άραγε θα επιστρέψουμε αν δεν γίνει η ένωση;»
Στο πρώτο λοιπόν απάντησε ο μεσάζων Νοταράς:
«Αυτό το έχουμε εξετάσει καλά και μάλλον μάς συμφέρει ν΄ αναχωρήσει τότε ο αυτοκράτορας. Γιατί θ΄ αναχωρήσει, όταν υπάρχει μάχη, με μερικούς δικούς μας και με την Εκκλησία, που δεν προσφέρει τίποτε στη φρούρηση τής Πόλης. Ποια άραγε βοήθεια μπορούν να προσφέρουν σε πόλεμο οι ιερωμένοι; Αντί γι΄ αυτούς, θ΄ αφήσει εδώ περισσότερους, οι οποίοι θα έχουν έρθει και θα είναι πιο αναγκαίοι και κατάλληλοι για μάχη και πόλεμο. Επίσης, αν βγει από εδώ ο αυτοκράτορας κατά τη διάρκεια μάχης, θα φροντίσει με κάθε τρόπο να σταλεί εδώ δύναμη, που θα βοηθήσει πολύ την Πόλη. Από την άλλη πλευρά, όταν το δει αυτό ο εχθρός, θα δειλιάσει και θα προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις και συμβιβασμούς, θεωρώντας ότι πρέπει να έχει μεγάλο θάρρος ο αυτοκράτορας, για να φύγει τέτοιον καιρό από τη χώρα».240
Για το δεύτερο είπε:
«Αυτό πρέπει να συζητηθεί».
42. Απαιτήσεις για επιστροφή από σύνοδο στη Δύση241
Σε άλλη συνεδρίαση μίλησαν και για μερικά άλλα ζητήματα. Μίλησαν επίσης και για το προαναφερθέν κεφάλαιο τής επιστροφής. Εκείνοι απάντησαν:
«Εμείς νομίζουμε, ότι αν έλθετε εκεί, θα γίνει με τη βοήθεια τού Θεού και η ένωση. Γι΄ αυτό ούτε γράψαμε πολλά για εκείνο που λέτε τώρα, ούτε μάς φάνηκε καλό να ειπωθεί στους πολλούς, ότι αν δεν γίνει ένωση, θα σάς γυρίσουμε πίσω με τις ίδιες δαπάνες και γαλέρες. Γιατί αν το άκουγαν αυτό κάποιοι στη σύνοδο, ίσως δυσφορούσαν ότι μπαίνουμε σε δαπάνες για ένα άγνωστο αποτέλεσμα. Γιατί δεν έχουν όλοι την ίδια προθυμία και οικονομική άνεση και ίσως αντιμετώπιζαν το έργο αυτό χωρίς ενδιαφέρον και με οκνηρία. Λίγοι από εμάς, και μάλιστα οι μεγαλύτεροι, το γνωρίζουν και το υποστηρίζουν. Σάς εγγυόμαστε ότι με τις ίδιες γαλέρες, δαπάνες και τιμή θα επανέλθετε, είτε γίνει η ένωση, είτε δεν γίνει».
Κι εμείς είπαμε:
«Δεν μάς καθησυχάζει αυτό. Ούτε μάς αρκεί να το λέτε εσείς μόνο με λόγια και να μη γράφεται στο δεκρέτο».
Έπειτα τούς ζήτησαν να γράψουν το προοίμιο που είχαν υποσχεθεί και συμφώνησαν να το κάνουν.
43. Ο αυτοκράτορας αναθέτει τη σύνταξη νέου προοιμίου242
Στο μεταξύ πρόσταξε ο αυτοκράτορας και συγκεντρωθήκαμε σε αυτόν οι προαναφερθέντες επιλεγμένοι. Μπήκαν μαζί μας και άλλοι επίλεκτοι άρχοντες και καθήσαμε. Ρώτησε λοιπόν ο αυτοκράτορας:
«Πώς σάς φαίνονται τα λόγια των συνοδικών; Τι αποφασίσατε μέχρι τώρα;»
Απάντησαν οι δικοί μας:
«Τα λόγια τους μάς φαίνονται καλά. Δεν γνωρίζουμε όμως αν και τα έργα τους θ΄ ακολουθήσουν τα λόγια. Τώρα αποφασίσαμε να γράψουν το προοίμιο τού δεκρέτου και να μάς το δώσουν, όπως υποσχέθηκαν».
Και είπε ο αυτοκράτορας:
«Σάς φαίνεται η λέξη εκείνη δυσχερής και κάνετε πολλή κουβέντα γι΄ αυτήν. Σε μένα όμως δεν φαίνεται τόσο αναγκαίο ή βαρύ. Τι μάς πειράζει εμάς ή πού μάς κάνει κακό, αν λέει η σύνοδος στους δικούς της ότι θα διορθώσει την αίρεση των Βοημών και των Γραικών; Εκείνοι στη σύνοδο θέλησαν να καυχηθούν στους δικούς τους, ότι κατορθώνουν πολλά, μεγάλα και αξιέπαινα πράγματα και μεταξύ των άλλων διόρθωσαν και την αίρεση των Βοημών, ενώ θέλουν κιόλας να διορθώσουν και την αίρεση των Γραικών. Τι μάς νοιάζει εμάς τι λένε στους δικούς τους; Αφού τα λόγια δεν απευθύνονται προς εμάς αλλά στους ίδιους, ας καυχιούνται κι ας λένε ό,τι θέλουν στους δικούς τους. Γι΄ αυτό δεν μού φάνηκε απαραίτητη η μεγάλη διαφωνία για το προοίμιο. Όμως μού φαίνεται κι εμένα καλό ότι υποσχέθηκαν να το διορθώσουν. Και καταλαβαίνω ότι θα το κάνουν αυτό για δική μας ικανοποίηση, ακόμη περισσότερο απ΄ όσο θα το κάναμε εμείς οι ίδιοι. Εγώ λοιπόν έτσι νομίζω, αλλά μπορεί να μην αρέσει σ΄ εμάς εκείνο που θα φτιάξουν. Γι΄ αυτό μού φάνηκε καλό να συγκεντρωθείτε εδώ και να συντάξετε από κοινού το προοίμιο που σάς ικανοποιεί. Να το κρατήσετε κρυφό και να μην το χρησιμοποιήσετε. Να ζητήσετε από εκείνους να φτιάξουν οπωσδήποτε νέο προοίμιο. Κι αν μεν δώσουν εκείνοι προοίμιο καλό που μάς ικανοποιεί, να μην εμφανιστεί το δικό μας. Αν όμως δεν μάς αρέσει το δικό τους, τότε να δείξετε το δικό μας και να πείτε αυτό το προοίμιο θέλουμε να γραφτεί στο δεκρέτο».
Άρεσε αυτό σε όλους και τού είπαν:
«Δώσε εντολή σε κάποιους, να καθήσουν ιδιαιτέρως και να το γράψουν. Γιατί εδώ δεν θα μπορέσουν, αφού θα τούς ενοχλούν οι πολλοί».
Πρόσταξε λοιπόν τον Εφέσου κυρ Ιωάσαφ, τον μεγάλο χαρτοφύλακα, τον παπά κυρ Ισίδωρο και τον Άγγελο Φιλομμάτη και κάθησαν ιδιαιτέρως και συνέταξαν προοίμιο.
44. Ομιλία τού αυτοκράτορα για την ενότητα των χριστιανών243
Ενώ οι υπόλοιποι καθόμασταν, ο αυτοκράτορας μιλούσε χαρούμενα και στην ομιλία του είπε και τα εξής:
«Αν δώσει ο Θεός να μάς συγκεντρώσει και συγκληθεί σύνοδος οικουμενική με εμάς παρόντες επίσης εκεί και βοηθώντας κατά το μέρος που μάς ανήκει, αν θελήσει ο Θεός και γίνει ένωση των Εκκλησιών τού Χριστού και ομοφωνήσουν και ειρηνεύσουν οι χριστιανοί, θα είναι αυτό μεγάλο πράγμα και εξαίσιο κατά τον παρόντα καιρό».
Κι όταν είπαν κάποιοι,
«έτσι είναι, όπως λες, θα είναι πολύ μεγάλο, αν γίνει»,
αυτός συνέχισε αμέσως:
«Δεν θα είναι απλώς μεγάλο, αλλά το μεγαλύτερο απ΄ όλα τα γεγονότα στις οικουμενικές συνόδους, μεγαλύτερο κι από αυτό που έγινε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο στην Πρώτη Σύνοδο. Γιατί τον καιρό τής Πρώτής Συνόδου η Εκκλησία βρισκόταν συνολικά σε ειρήνη και τα δόγματά της ήσαν υγιή, ενώ ο Άρειος ήταν αντίθετος και διαφωνούσε. Και είχε μαζί του είκοσι ή ίσως τριάντα. Οι υπόλοιποι ήσαν όλοι ορθόδοξοι, ενώ και η αίρεση αυτή είχε αρχίσει πριν από λίγο καιρό. Γιατί μέσα σε τρία χρόνια άρχισε, κρίθηκε και καταδικάστηκε.244 Μάζεψε λοιπόν ο αυτοκράτορας τούς επισκόπους, που ήσαν όλοι ομογνώμονες και ορθόδοξοι και καταδίκασαν τον Άρειο και τούς δικούς του, που ήσαν λίγοι, ενώ και η αίρεσή τους είχε αρχίσει μόλις πριν από λίγο καιρό.
Τώρα όμως είναι πολλοί, σχεδόν αναρίθμητοι, αυτοί που έχουν κατακτηθεί από το δόγμα εκείνων. Γιατί σκεφτείτε πόσοι άνθρωποι υπάρχουν στα γένη των Ιταλών, των Γερμανών, των Ισπανών, των Βρετανών και όλων των δυτικών μερών. Και πόσοι επίσκοποι υπάρχουν σε αυτούς και μοναχοί και διδάσκαλοι και φιλόσοφοι και γένη αλαζονικά και ξιπασμένα.
Αλλά είναι πολλοί και από το δικό μας μέρος εκείνοι που πιστεύουν στο δικό μας και αρχαίο δόγμα, ενώ σε αριθμό είναι σχεδόν ίσοι με τούς άλλους. Γιατί έχουμε κι εμείς αυτούς που βρίσκονται κοντά μας, τόσο στο δυτικό μέρος όσο και στο ανατολικό. Έχουμε δηλαδή τα γένη των Τραπεζουντίων,245 των Ιβήρων (Γεωργιανών),246 των Κιρκασίων,247 των Μιγκρελίων,248 των Γότθων,249 των Ρώσων,250 των Βλάχων,251 των Σέρβων,252 των ευρισκομένων στα νησιά. Έχουμε επίσης τούς πατριάρχες τής Ανατολής με τούς γύρω από αυτούς.253 Ακούω μάλιστα ότι και μέσα στην Αιθιοπία υπάρχει μεγάλο, πολυάνθρωπο και ορθόδοξο γένος, που ακολουθεί σε όλα τα δικά μας δόγματα.254 Στους οποίους νομίζω ότι πρέπει να σταλεί και πρέσβης, για να προσκαλέσει κι αυτούς στη σύνοδο.
Είναι λοιπόν πολλοί, όπως είπα, και οι δικοί μας. Αλλά πολύχρονο είναι και το σχίσμα. Γιατί για πεντακόσια σχεδόν χρόνια255 έχουν προσκολληθεί σε αυτό το δόγμα. Πόσο μεγάλο πράγμα θα είναι λοιπόν, αν τόσα πολλά γένη και για τόσο μεγάλο διάστημα διασπασμένα, δώσουν τα χέρια και ενωθούν και βρεθούν όλοι κάτω από μια Εκκλησία! Θα είναι πολύ μεγάλο, αν γίνει, και θα ξεπερνά όλα μαζί τα γεγονότα σε όλες τις οικουμενικές συνόδους. Από εκείνα που μάς γράφουν και που ακούμε, ελπίζουμε να γίνει με τη βοήθεια τού Θεού η ένωση. Αν λοιπόν γίνει, θα διορθώσουμε την Εκκλησία εκείνη σε πολλά. Μάλιστα μού είπε και ο αυτοκράτορας των Γερμανών, όταν πήγα σ΄ εκείνον:256 «Φρόντισε να κάνεις την ένωση. Γιατί αν το κάνεις, θα διορθώσεις εσύ ο ίδιος κι εκείνη την Εκκλησία. Γιατί οι δικοί μας έχουν κάνει πολλά ολισθήματα, ενώ οι τής Ανατολικής Εκκλησίας έχουν καλύτερη τάξη. Αν λοιπόν κάνεις την ένωση, θα διορθώσεις και τούς δικούς μας». Μού είπε κι άλλα πολλά υπέρ μας και γνωρίζω καλά τον αγαθό του σκοπό και όσα επιθυμεί προς το συμφέρον μας, αν γίνει η ένωση. Γιατί μαζί με τα άλλα, μού είπε ότι θα με κάνει διάδοχο τής αυτοκρατορίας του».
Αυτά είπε αγορεύοντας ο αυτοκράτορας μέσα σ΄ εύθυμη ατμόσφαιρα.
45. Προϋποθέσεις για σύγκληση συνόδου στη Δύση257
Στο μεταξύ ήρθαν κι εκείνοι που έγραφαν το προοίμιο και αφού διαβάστηκε, φάνηκε αρεστό σε όλους και βγήκαμε με την προαναφερθείσα παραγγελία τού αυτοκράτορα για το ζήτημα αυτό. Έπειτα συγκεντρωθήκαμε μαζί με τούς εκπροσώπους τής συνόδου και μάς έδωσαν εκείνοι προοίμιο, που ήταν εντελώς διαφορετικό από το προηγούμενο, μάς άρεσε σε όλα και το δεχτήκαμε. Οι δικοί μας προχώρησαν σε κάποιες άλλες ομιλίες, μεταξύ των οποίων είπαν και για τον πάπα:
«Είναι ανάγκη να φροντίσετε να έλθει κι αυτός εκεί όπου θα γίνει η σύνοδος ή να στείλει τοποτηρητές και να είστε ενωμένοι και τής ίδιας γνώμης με εκείνον. Γιατί αν συνεχίσετε να έχετε διενέξεις και προστριβές μαζί του, δεν θα έλθουν εκεί ούτε ο αυτοκράτορας ούτε οι δικοί μας».
Είπαν επίσης:
«Θέλουμε να έχουμε άδεια ασφαλούς διέλευσης258 από εσάς και από τούς άρχοντες κάθε πόλης και επαρχίας, ώστε κατά τη μετάβαση στη σύνοδο αλλά και στην επιστροφή από αυτήν, να έχουν οι δικοί μας κάθε άδεια και ελευθερία να διέρχονται ανεμπόδιστα, να παραμένουν και ν΄ αναχωρούν όταν θέλουν».
Επίσης μιλήσαμε πάλι και για το ζήτημα τής επιστροφής. Για τον πάπα λοιπόν απάντησαν:
«Φροντίζουμε κι εμείς αυτό να κάνουμε και δεν θα γίνει κάτι διαφορετικό από αυτό που λέτε. Μάλιστα εμείς λέμε ότι κατά πάσα πιθανότητα ο πάπας θα πάρει μέρος στη σύνοδο. Θα ενημερώσουμε λοιπόν τον Χριστόφορο να έλθει σε άλλη συνεδρίαση και να δείτε με ποιον τρόπο θα υπάρξει συμφωνία».
Για την άδεια ασφαλούς διέλευσης είπαν:
«Είναι δίκαιο και θα γίνει κι αυτό με προσοχή».
Για την επιστροφή είπαν και πάλι:
«Δεν πρέπει να μιλάτε πολύ γι΄ αυτό. Γιατί σάς λέμε και σάς εγγυόμαστε ότι και θα έρθετε και θα επιστρέψετε με πολλή τιμή, αγάπη και ελευθερία, με δαπάνες και γαλέρες δικές μας, είτε γίνει η ένωση, είτε όχι. Μην έχετε καμιά αμφιβολία για το θέμα αυτό».
Ωστόσο εμείς καθόλου δεν αρκούμασταν στα λόγια, αλλά ζητούσαμε να γραφεί και για το θέμα αυτό.
Από τούς μεσάζοντες, ο μεν Νοταράς μιλούσε πάντοτε προς εκείνους ήρεμα και φιλικά, ενώ ο Καντακουζηνός σε μερικά φαινόταν πράος προς εκείνους, ενώ στα περισσότερα ήταν γενναίος και καλός απαιτητής, όταν το πρόσταζε η ανάγκη. Σε ορισμένα δεν αποδεχόταν τις συμβιβαστικές προτάσεις τού Νοταρά. Είπε λοιπόν και στο παρόν ζήτημα, μετά τα δικά μας αιτήματα και τις απαντήσεις εκείνων:
«Δεν μού φαίνονται επαρκείς οι λόγοι που λένε. Όμως εγώ δεν θ΄ αναχωρήσω για τη σύνοδο κι ας κάνουν ό,τι θέλουν».
46. Οι τής συνόδου Βασιλείας επιτίθενται στον Κορώνης259
Σε μια άλλη συνεδρίαση ήρθε και ο Χριστόφορος και ζήτησαν από εκείνον οι συνοδικοί την συγκατάθεση τού πάπα σε όσα έκαναν για τη συνάθροιση τής συνόδου, καθώς και ν΄ αναφέρει, αν είχε τέτοια εξουσιοδότηση, ότι θα ερχόταν και ο πάπας στη σύνοδο. Η αρχή λοιπόν τής απάντησης τού Χριστόφορου δεν τούς άρεσε και αμέσως τον παρατήρησαν και τού είπαν πολλά λόγια σκληρά και γεμάτα θυμό. Μάλιστα τον στενοχώρησαν τόσο πολύ, που ικέτευε ύστερα και παρακαλούσε κι έλεγε ότι συμφωνούσαν όλοι με εκείνα που έκαναν οι συνοδικοί. Και ότι, αν ήθελαν, μπορούσε να τούς το υποσχεθεί αυτό και προφορικά και εγγράφως, αλλά εκείνοι δεν τον παραδέχονταν καθόλου και συνέχιζαν να τον κατηγορούν με σκληρά λόγια. Κι αυτός πιεζόμενος έλεγε:
«Δεν τούς είπα κάτι κακό ή αντίθετο. Αφού λέω ότι συναινώ σε όλα όσα κάνουν και υπόσχομαι να συναινέσει σε αυτά και ο πάπας, πράγμα που θα εγγυηθώ και εγγράφως, δεν ξέρω τι άλλο να πω ή τι άλλο ζητούν από μένα».
Εκείνοι τον περιφρόνησαν και σηκώθηκαν θυμωμένοι. Παραπονέθηκαν όμως και στους μεσάζοντες και είπαν:
«Είχαμε γραμματικούς και πέθαναν στο ταξίδι.260 Θελήσαμε να πάρουμε γραμματικό από τον Γαλατά και να τον έχουμε στις συνεδριάσεις. Δεν μάς επιτρέψατε να έχουμε γραμματικό κι αυτό είναι για εμάς βαρύ. Γιατί αν είχαμε, τώρα αμέσως θα έγραφε και θα κάναμε διαμαρτυρία.261 Και ούτε αυτός (ο Χριστόφορος), ούτε ο πάπας θα έκανε τίποτε διαφορετικό από εκείνο που θα θέλαμε εμείς».
Σε αυτά απάντησαν οι μεσάζοντες:
«Όσα είπαμε και όσα ακούσαμε από εσάς θέλουμε να παραμείνουν προφυλαγμένα. Πώς λοιπόν θα είχαμε ξένον άνθρωπο, για τον οποίο δεν θα είχαμε εμπιστοσύνη να συμμετέχει σε μυστικές συζητήσεις; Να μιλά απρόσεκτα γι΄ αυτές σε πολλούς;»
Κι εκείνοι είπαν:
«Και πώς εσείς έχετε γραμματικό τον Άγγελο,262 αλλά εμάς δεν μάς αφήσατε να έχουμε;»
Κι απάντησαν:
«Ο Άγγελος δεν είναι τυχαίος. Είναι ένας από τούς καλούς και επίλεκτους άρχοντες και όταν χρειάζεται να έχει μαζί του ο αυτοκράτορας τούς τέσσερις καλύτερους άρχοντες, είναι κι αυτός ένας από εκείνους. Πήρε λοιπόν εντολή από τον αυτοκράτορα να βρίσκεται κι εδώ, ως ένας από τούς επιλεγμένους και όχι ως γραμματικός».
Και είπαν εκείνοι:
«Εμείς όμως σε άλλη συνεδρίαση θα φέρουμε και γραμματικό. Γιατί χωρίς αυτόν δεν θα έλθουμε».
Είπαν λοιπόν οι άρχοντες:
«Αν θέλετε τώρα να έχετε γραμματικό, για τον οποίο μάς είπατε ήδη, δεν το απαγορεύουμε».
47. Συνάντηση στη Μονή Βάσου για το δεκρέτο263
Την επομένη συγκεντρωθήκαμε στη σεβάσμια μονή τού Βάσου,264 έχοντας μαζί τους οι συνοδικοί και γραμματικό από τον Γαλατά. Ο Χριστόφορος είπε λίγα λόγια και παρουσίασε αμέσως ιδιόχειρο έγγραφο, που ανέφερε επαρκώς και με λεπτομέρειες ότι είχε την πλήρη άδεια και εξουσιοδότηση από τον πάπα, να βοηθήσει κι αυτός τούς συνοδικούς σε ό,τι ήθελαν και να εγκρίνει κι αυτός εκ μέρους τού πάπα ό,τι έκαναν. Συναινούσε λοιπόν σε όλα όσα έκαναν αυτοί και αναμφίβολα θα τα ενέκρινε αυτά και ο πάπας, όπως εγγυόταν ο ίδιος.
Το γράμμα λοιπόν που έδωσε ο Χριστόφορος φάνηκε σε όλους ισχυρό και επαρκές. Κι εκείνοι το πήραν, αλλά δεν αρκέστηκαν. Είπαν στον γραμματικό που είχαν μαζί τους κι έγραψε αυτά που τούς άρεσαν.
Επειδή λοιπόν είδαμε κι εμείς ότι ολοκληρώνονταν τα ζητήματα τού διατάγματος, τούς πιέσαμε για την επιστροφή, για να προστεθεί δηλαδή ότι «ακόμη κι αν δεν γίνει ένωση, θα επαναφέρουν τούς δικούς μας εδώ με τις ίδιες γαλέρες και δαπάνες». Κι εκείνοι πάλι στα λόγια το έλεγαν, αλλά δεν ήθελαν να το γράψουν. Κάποια στιγμή είπαν να το γράψουν και να μάς το δώσουν με δικό τους γράμμα. Εμείς δεν το θελήσαμε, αλλά ζητήσαμε να γραφεί στο δεκρέτο, πράγμα που δεν ήθελαν εκείνοι.
48. Oι τής συνόδου Βασιλείας αρνούνται να προσθέσουν ρήτρα στο προοίμιο265
Καθώς λοιπόν τούς πιέζαμε σχεδόν όλοι με πολλά λόγια, είπαμε:
«Επειδή το υπόσχεστε αυτό κι επειδή πρόκειται να ξαναγραφεί το δεκρέτο, αφού αλλάζετε το προοίμιο, τότε γιατί δεν θέλετε να προστεθεί κι αυτό;»
Και είπαν:
«Δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό».
Είπαμε λοιπόν:
«Και πώς το μέν προοίμιο το αλλάξατε, αλλά αυτό λέτε ότι δεν μπορείτε να το προσθέσετε;»
Σε αυτό είπαν εκείνοι:
«Το μεν προοίμιο είναι εκτός τής υπόθεσης. Γιατί δεν άπτεται των ζητημάτων και των κεφαλαίων. Δεν αποφασίζει λοιπόν γι΄ αυτό η σύνοδος και είχαμε και την άδεια να το τροποποιήσουμε. Για τα κεφάλαια όμως αποφασίζει η σύνοδος. Κι όπου αποφασίζει η σύνοδος, κανένας δεν έχει άδεια να τροποποιήσει ή να προσθέσει μία κεραία».
Κι αμέσως είπε ο Καντακουζηνός με μεγάλη σφοδρότητα στον Ιωάννη:
«Εσύ λες ότι για ζητήματα στα οποία έχει αποφανθεί η σύνοδός σας, η οποία είναι μερική και δεν έχει θέση αντίστοιχη με τις οικουμενικές συνόδους, κανένας δεν έχει την άδεια να προσθέσει ούτε κεραία. Αλλά στο άγιο σύμβολο, που το επιβεβαίωσαν όλες οι οικουμενικές σύνοδοι και για το οποίο διακήρυξαν να μην προσθέτει και να μην αφαιρεί κανείς, εσείς προσθέσατε. Λέω λοιπόν κι εγώ, ανάθεμα σ΄ εκείνους που πρόσθεσαν στο άγιο σύμβολο».
Έπειτα είπε ο Άγγελος:
«Ύστερα από επιθυμία αυτών των κυρίων μου, θα σάς πω λίγα πράγματα για το θέμα αυτό. Είπατε ότι το προοίμιο είναι εκτός τής υπόθεσης. Εγώ αντίθετα λέω ότι το προοίμιο περιέχει ολόκληρη την υπόθεση. Γιατί κάθε προοίμιο περιγράφει και περιλαμβάνει συνοπτικά ολόκληρο το υλικό που αναφέρεται και αναλύεται στα επόμενα κεφάλαια. Αυτός είναι ο σκοπός κάθε προοιμίου. Και γι΄ αυτόν τον λόγο επινοήθηκε. Για να γίνονται αντιληπτά με λίγα λόγια εκείνα που θ΄ ακολουθήσουν και θα ειπωθούν με πολλά. Γιατί το προοίμιο σε σχέση με τη συνολική υπόθεση έχει θέση κεφαλιού. Και όπως το κεφάλι είναι ενωμένο με ολόκληρο το σώμα και είναι το χαρακτηριστικό, ενωτικό και κυριότερο μέρος τού σώματος, έτσι και το προοίμιο είναι το κυριότερο και τιμιότερο απ΄ όλα τα κεφάλαια που ακολουθούν. Κι εκείνος που τροποποιεί το προοίμιο, πολύ περισσότερο μπορεί να τροποποιήσει εκείνα που ακολουθούν, αν το επιθυμεί. Επειδή κι εσείς αλλάξατε το προοίμιο, σάς είναι εύκολο να προσθέσετε κι αυτό που λέμε. Ζητάμε λοιπόν να το κάνετε».
Ενώ λοιπόν έγινε πολλή συζήτηση για τούτο, τόσο πριν όσο και μετά από αυτά τα λόγια, είπαν εκείνοι ότι ήταν αδύνατο να προστεθεί τούτο στο δεκρέτο:
«Επειδή όμως σκοπεύουμε να φτιάξουμε άδεια ασφαλούς διέλευσης, θα προσθέσουμε σ΄ εκείνην κι αυτό, όπως λέτε».
Στη συνέχεια συσκέφτηκαν ιδιαιτέρως και συνέταξαν την άδεια ασφαλούς διέλευσης,266 όπως άρεσε και στους δικούς μας, ενώ έγραψαν267 κι αυτήν και το δεκρέτο με το νέο προοίμιο σε περγαμηνές, που χρειαζόταν μόνο να σφραγιστούν από τη σύνοδο. Ορίστηκε επίσης ο Ιέρικος Μαγκέρ ν΄ αναχωρήσει για τη σύνοδο, να φροντίσει και να τα στείλει αυτά σφραγισμένα.
49. Ο πατριάρχης συμφωνεί να συμμετάσχει σε σύνοδο στη Δύση268
Στο διάστημα που λέγονταν και γίνονταν τα προαναφερθέντα,269 πήγαιναν αυτοί οι πρέσβεις από τη Βασιλεία, έβλεπαν και μιλούσαν στον πατριάρχη και τον παρακινούσαν να συμφωνήσει ν΄ αναχωρήσει για τη σύνοδο. Κι εκείνος το ανέβαλλε και αρνιόταν. Όταν είδαν κι αυτοί να ολοκληρώνονται τα συζητούμενα, τότε πίεζαν τον πατριάρχη και ζητούσαν να πληροφορηθούν αν όντως θα ερχόταν στη σύνοδο. Κι εκείνος, επικαλούμενος πάλι την αρρώστια και τα γηρατιά του, ανέβαλλε την απάντηση. Αλλά ύστερα από πολλά λόγια και την πίεσή τους, είπε:
«Αν προσέλθει ο πάπας στη σύνοδο, θα έλθω κι εγώ».270
Είπαν λοιπόν εκείνοι:
«Εμείς από τη μεγάλη αγιοσύνη σου ζητάμε να έλθει εκεί και τη δική σου προσέλευση βάζουμε πάνω απ΄ όλα. Ο πάπας είναι δικός μας και τον ελέγχουμε αυτόν».
Και είπε ο πατριάρχης:
«Πώς τον ελέγχετε, αφού εγώ γνωρίζω ότι δεν θα έλθει στη σύνοδο;»
Είπαν αυτοί:
«Ας έλθει η μεγάλη αγιοσύνη σου οπωσδήποτε. Κι εμείς σε κάθε περίπτωση θα έχουμε πάπα στη σύνοδο».
Και είπε ο πατριάρχης:
«Αυτό πάλι είναι καλύτερο; Ότι για μένα να έχετε αυτόν ή ἀλλον πάπα; Δεν θα έλθω εγώ με τέτοια λόγια».
Τότε είπαν εκείνοι:
«Διαβεβαιώνουμε τη μεγάλη αγιοσύνη σου, ότι αυτός ο πάπας θα έλθει στη σύνοδο οπωσδήποτε».
Κι έτσι συμφώνησε και ο πατριάρχης ν΄ αναχωρήσει για τη σύνοδο.
50. Δημόσια ανάγνωση τού νέου προοιμίου στην εκκλησία τής Αναστάσεως271
Ὀταν έγιναν όλα αυτά, είπαν προς εκείνους οι δικοί μας:
«Εκείνα που περιλαμβάνονταν πριν στο προοίμιο, γνωστοποιήθηκαν σε πολλούς όταν ήρθατε εδώ, πριν μάθουμε εμείς τι ακριβώς έλεγαν. Τώρα πάλι θα διακηρυχθεί ότι συμφωνήσαμε ν΄ αναχωρήσουμε για τη σύνοδο. Ίσως λοιπόν νομίσουν οι πολλοί ότι δεχτήκαμε ν΄ αναχωρήσουμε και να κάνουμε σύνοδο με εκείνους που λένε για εμάς ότι έχουμε αίρεση. Αυτό θα οδηγήσει σε πολύ άσχημη γνώμη για εμάς και σε περιφρόνηση. Θέλουμε λοιπόν να προσκαλέσουμε μερικούς από τούς δικούς μας, καθώς και Γενουάτες, Ενετούς, Καταλανούς και Αγκωνίτες,272 να διαβαστεί το νέο προοίμιο και να πείτε σε όλους, ότι επειδή είχε το πρώτο κάποιες λέξεις που δεν προστάτευαν την αξιοπρέπεια και την τιμή μας, το καταργήσατε εντελῶς και γράψατε το παρόν. Έτσι ικανοποιηθήκαμε κι εμείς και συμφωνήσαμε να έλθουμε στη σύνοδο, με τις συμφωνίες που περιλαμβάνονται στο δεκρέτο».
Συμφώνησαν σε αυτό οι συνοδικοί και μια Κυριακή273 προσκλήθηκαν και συγκεντρώθηκαν πολλοί από τούς δικούς μας και από τα προαναφερθέντα γένη στην εκκλησία τής Αγίας τού Χριστού Αναστάσεως.274 Διαβάστηκε λοιπόν το προοίμιο και είπε και ο φρα Ιωάννης σε επήκοο όλων, όσα προστάτευαν την αξιοπρέπεια και την τιμή των δικών μας. Είπε και ο μεσάζων Νοταράς στη συνέχεια λίγα αντίστοιχα λόγια κι έτσι ολοκληρώθηκε το δεκρέτο με τη συνεργασία των συνοδικών. Το πήρε ο προαναφερθείς275 μαζί με την άδεια ασφαλούς διέλευσης και άλλα γράμματα βασιλικά και πατριαρχικά και αναχώρησε για τη σύνοδο τής Βασιλείας. Επίσης ο Χριστόφορος αναχώρησε για τον πάπα.276
<-Εισαγωγή | 3. Η απόφαση για τη συμμετοχή σε Σύνοδο στο εξωτερικό-> |